Επικεντρωθήκαμε στην κεντρική ομιλία που έκανε ο τότε υπουργός Υποδομών (της πρώτης κυβέρνησης Κυρ. Μητσοτάκη) κ. Κ. Καραμανλής, από την οποία παραθέτουμε ορισμένα σημεία με ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Αναφέρθηκε, λοιπόν, ο υπουργός στο «θέμα του Αχελώου», λέγοντας πως «απασχολεί σοβαρά την κυβέρνησή μας» και πως «...το θέμα αυτό πρέπει να λυθεί μία και καλή. Με σύνεση, σοβαρότητα και υπευθυνότητα. Και όταν έρθει στη Βουλή, θα πρέπει να τοποθετηθούμε όλοι μας -και όλα τα κόμματα-, χωρίς «ναι μεν αλλά» και χωρίς υστεροβουλίες».
Επεκτάθηκε, επίσης, σε κρίσιμα για τη Θεσσαλία ζητήματα, προτείνοντας: «Να προχωρήσει επιτέλους η παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας... (και)... η εξασφάλιση στρατηγικού αποθέματος νερού».
Ομολογουμένως, στις λίγες αυτές φράσεις περιγράφεται η κατεύθυνση που θα έπρεπε να έχει ακολουθήσει μία σοβαρή κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας στην περιοχή μας.
Επίσης, διακρίνει κανείς συμπυκνωμένα τις πάγιες θεσσαλικές διεκδικήσεις στο υδατικό ζήτημα.
Tο τι έγινε από όλα αυτά έως σήμερα είναι πλέον γνωστό.
Σε ό,τι αφορά τα «στρατηγικά αποθέματα» νερού, για την ώρα δεν προστέθηκε ούτε ένα κυβικό μέτρο νερού στο Υδατικό διαμέρισμα Θεσσαλίας και ούτε αναμένεται να αλλάξει αυτή η πραγματικότητα έως και τις επόμενες εκλογές (2027), ίσως και για πολλά χρόνια ακόμη...
Επιπλέον, δεν έγιναν βήματα σχετικά με την ενίσχυση του υδατικού δυναμικού με τη μεταφορά νερού από τον Άνω Αχελώο, που αναμφισβήτητα αποτελεί το έσχατο μέσο διασφάλισης των αναγκαίων στρατηγικών αποθεμάτων νερού για τη θεσσαλική λεκάνη.
Βεβαίως, το φετινό καλοκαίρι, έστω και με μεγάλη καθυστέρηση, εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο το Σχέδιο Διαχείρισης Υδάτων (ΣΔΛΑΠ) Θεσσαλίας, στο οποίο προβλέπεται η μεταφορά νερού από τον Αχελώο. Στη σχετική απόφαση περιλαμβάνεται, επίσης, και συγκεκριμένος «οδηγός βημάτων» για την επανέναρξη των έργων!
Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται και οι προτάσεις της ολλανδικής εταιρείας HVA στη σχετική έκθεση που παρέλαβε η κυβέρνηση.
Παρόλα αυτά, το θέμα βρίσκεται ακόμη στον αέρα και η ίδια η κυβέρνηση σιωπά σε σχέση με τις πραγματικές της προθέσεις.
Σε ό,τι αφορά την τοποθέτηση του κ. Καραμανλή, που πρότεινε το θέμα αυτό «να έρθει στη Βουλή», φαίνεται πως ακόμη και μετά από πέντε χρόνια και παρά την κοινοβουλευτική της κυριαρχία, η κυβέρνηση δεν αποτολμά να αναμετρηθεί στον χώρο του Κοινοβουλίου με την έωλη επιχειρηματολογία των τοπικιστών της Αιτωλοακαρνανίας και κάποιων διάσπαρτων εμμονικών αρνητών των έργων Αχελώου από μικρά κόμματα της αντιπολίτευσης.
Όσο για τον κ. πρωθυπουργό, ούτε καν επιτρέπει στους άμεσους συνεργάτες του να αναφερθούν στο θέμα Αχελώου, υπηρετώντας με συνέπεια αυτήν την «αμυντική» τακτική. Στασιμότητα, λοιπόν, «χαμηλοί» τόνοι και αποφυγή διαλόγου, μήπως και διαταραχθούν οι διαμορφωμένες ισορροπίες, μήπως δημιουργηθεί δυσαρέσκεια σε συγκεκριμένες ομάδες πολιτών και συλλογικότητες (τοπικιστικές και άλλες), με κίνδυνο να χαθούν ψήφοι....
Με απλά λόγια, απουσιάζει μία αποφασιστική και αποτελεσματική πολιτική διαχείριση στο θέμα της λειψυδρίας στη Θεσσαλία, συνεχίζεται η συστηματική παράκαμψη των πραγματικών προβλημάτων και παράλληλα «επιτρέπεται» ανεμπόδιστα η συνεχιζόμενη οικολογική καταστροφή στη Θεσσαλία, αλλά και στην περιοχή των εγκαταλελειμμένων έργων.
[Σε ό,τι αφορά τα έργα εξασφάλισης αποθεμάτων νερού από τους μικρότερου όγκου ταμιευτήρες εντός της λεκάνης Πηνειού (Σκοπιά Φαρσάλων, Νεοχωρίτη, Πύλη, Μουζάκι κ.λπ.), υπάρχουν αβεβαιότητες τόσο για τον χρόνο ωρίμανσης όσο και για τον χρόνο υλοποίησής τους.
Και είναι προφανές πως με την παρατεταμένη λειψυδρία που βιώνουμε αποτελεί πραγματικά οικολογικό έγκλημα η συνέχιση των ανεξέλεγκτων καταστροφικών υπεραντλήσεων από υπόγειους και επιφανειακούς υδροφορείς, ενώ ταυτόχρονα η «στήριξη» του κάμπου στα νερά του Ν. Πλαστήρα έχει πλέον εξαντλήσει τα όριά της.
Όσο για τους στόχους εξοικονόμησης νερού, οι ελπίδες μας για κάποια θετικά αποτελέσματα περιορίζονται στην υλοποίηση των δύο σύγχρονων αρδευτικών δικτύων που δρομολόγησε η κυβέρνηση Μητσοτάκη (σε Ταυρωπό και Υπέρεια - Ορφανά), με άγνωστο, όμως, το μέλλον των αντίστοιχων δικτύων στο Σμόκοβο, στην Κάρλα και σε ευρύτερες περιοχές του θεσσαλικού κάμπου].
Όπως, λοιπόν, εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς, οι πιθανότητες εφαρμογής του εγκεκριμένου ΣΔΛΑΠ στο ΥΔ Θεσσαλίας λιγοστεύουν όλο και περισσότερο.
Και το συμπέρασμά μας αυτό ενισχύεται από τρεις ακόμα βασικές παραμέτρους:
1. Η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης σταθερά επιβάλλει περιορισμούς στις δημόσιες επενδύσεις, με ελάχιστες εξαιρέσεις σε πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις. Τα έργα Αχελώου (και τα 300 εκατ. ευρώ έως την πλήρη αποπεράτωσή τους) προς εξασφάλιση αξιόλογων αποθεμάτων νερού, για την ώρα, δε συμπεριλαμβάνονται σε αυτές τις «εξαιρέσεις».
2. Η κυβέρνηση εκτιμά πως η επαναφορά (μέσω ΣΔΛΑΠ) των έργων Αχελώου δεν αναμένεται να της προσφέρει αξιόλογα επικοινωνιακά οφέλη εντός της επόμενης διετίας (εγκαίνια κ.λπ.). Το αντίθετο, ανησυχεί μήπως ενδεχόμενη επανεκκίνηση εργασιών διαμορφώσει για την ίδια ένα αρνητικό ισοζύγιο πολιτικού κόστους - οφέλους.
Ήδη οι εμμονικοί «αντίπαλοι» του έργου σηκώνουν τους τόνους και επιπλέον υπέβαλαν προσφυγή στο ΣτΕ, με στόχο να ακυρωθεί η απόφαση για το ΣΔΛΑΠ, κάτι που προσφέρει ένα ακόμα άλλοθι στην κυβέρνηση για διατήρηση της στασιμότητας επί του θέματος.
Ας σημειωθεί πως στα δύο αυτά ζητήματα (δημόσιες επενδύσεις και επικοινωνία) ανάλογη υπήρξε και η τακτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Η διαφορά των δύο κυβερνήσεων στην τοποθέτηση «υπέρ ή κατά» των έργων Αχελώου είχε ουσιαστικά από χρόνια περάσει σε δεύτερη μοίρα. Αμφότεροι εργάστηκαν συστηματικά για το «πάγωμα» των έργων, χρησιμοποιώντας ο καθένας τα «δικά» του άλλοθι και δικαιολογίες. Και σε αυτήν την επικοινωνιακή τακτική διέθεταν την ισχυρή υποστήριξη μεγάλων εκδοτικών συγκροτημάτων («Καθημερινή», το «Βήμα» κ.ά.), τηλεοπτικών σταθμών, χρηματοδοτούμενων από το τραπεζικό σύστημα ΜΚΟ κ.ο.κ., που όλοι μαζί είχαν αναλάβει την «απόκρυψη» από την κοινή γνώμη των πραγματικών προβλημάτων στη Θεσσαλία, τη δήθεν ανάδειξη «εναλλακτικών λύσεων» και τέλος, τη δημιουργία συγχύσεων, έτσι ώστε η εγκληματική εγκατάλειψη των έργων να γίνεται αποδεκτή ακόμη και από καλοπροαίρετους πολίτες!
Με βάση το πλαίσιο που περιγράψαμε, η σημερινή κυβέρνηση συνεχίζει την τακτική να κρατά μεν «ανοιχτό» το ζήτημα της ολοκλήρωσης των έργων Άνω Αχελώου, χωρίς, όμως, να γίνονται βήματα στην κατεύθυνση αυτήν. Οι Θεσσαλοί βουλευτές της ΝΔ προβαίνουν διαρκώς σε αόριστες υποσχέσεις, οι αρμόδιοι υπουργοί (Σκυλακάκης, Σταϊκούρας) με εντολή πρωθυπουργού σιωπούν εμφατικά, ενώ οι Αιτωλοακαρνάνες πολιτικοί της ΝΔ στη Βουλή και στην Αυτοδιοίκηση ξιφουλκούν μαχητικά κατά του έργου, αδιαφορώντας για τις αποφάσεις της κυβέρνησης, η οποία σημειωτέο δεν προέβη στην παραμικρή επίσημη αντίδραση σχετικά με την προσφυγή στο ΣτΕ.
Με τα παραπάνω αποκαλύπτεται πόσο χαμηλή αξία έχει για όλους αυτούς η πολύμηνη δημοκρατική διαβούλευση με τους φορείς και τους πολίτες που προηγήθηκε πριν την έγκριση του Σχεδίου Υδάτων Θεσσαλίας.
Στο σημείο αυτό αξίζει να επανέλθουμε στον κ. Κ. Καραμανλή και να υπενθυμίσουμε μερικές ακόμα από τις δηλώσεις του στην ίδια προ πενταετίας ομιλία.
Είχε τότε αναφέρει πως: «Υπάρχει η σχολή πολιτικής που βασίζεται στον ανέξοδο λαϊκισμό... χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα για τον πολίτη.
Δυστυχώς, η προηγούμενη κυβέρνηση (σημ. Αλ. Τσίπρα) εφάρμοσε κατά κόρον τέτοιες πρακτικές... Η πολιτική της Νέας Δημοκρατίας δε βασίζεται σε αυτές τις αρχές... Υλοποιείται στην πράξη με σχέδιο... Αυτήν την πολιτική εφαρμόζουμε. Και είμαστε αποφασισμένοι... όταν ολοκληρώσουμε τη θητεία μας να έχουμε αφήσει πίσω μας έργο χειροπιαστό».
Την αξία αυτών των δηλώσεων την αφήνουμε στην κρίση του κάθε αναγνώστη.
Όσο για το υδατικό της Θεσσαλίας και το «χειροπιαστό αποτέλεσμα» που μετά το τέλος της (πρώτης) θητείας τους προσδοκούσε ο κ. Κ. Καραμανλής (γιατί όχι και εμείς), αυτό δυστυχώς υπήρξε απολύτως συγκρίσιμο με εκείνο της προκατόχου κυβέρνησης Αλ. Τσίπρα, το οποίο αναμφίβολα χαρακτηρίζεται ως μηδενικό....
3. Μία τρίτη παράμετρος που μειώνει τις πιθανότητες επιτυχούς εφαρμογής του ΣΔΛΑΠ για τη Θεσσαλία έχει να κάνει και με εμάς τους ίδιους.
Όταν η πίεση που ασκείται στην κυβέρνηση από τα κόμματα, τους πολιτικούς μας εκπροσώπους, τις οργανώσεις, τους φορείς και τον κάθε πολίτη χωριστά είναι χαλαρή έως ανεπαίσθητη, τότε επιτρέπεται στον κ. πρωθυπουργό να ακολουθεί τη δική του «αμυντική» τακτική, με αποκλειστικό στόχο την αποφυγή απώλειας ψήφων και εντέλει την επανεκλογή του.
Όταν, όμως, η κοινή μας προσπάθεια εντατικοποιηθεί, τότε μειώνονται τα όποια περιθώρια ελιγμών και αναστολής στην εκτέλεση των αναγκαίων έργων. Στην κατεύθυνση αυτήν η πρόσφατη πρωτοβουλία του περιφερειάρχη Δημ. Κουρέτα (σύσκεψη πολιτικών και φορέων στην Περιφέρεια Θεσσαλίας) ελπίζουμε πως θα έχει συνέχεια και θα υποχρεώσει την κυβέρνηση να προχωρήσει στην εφαρμογή του εγκεκριμένου Σχεδίου για τη Θεσσαλία.
Σε κάθε περίπτωση και πέραν πάσης αμφισβήτησης, βαδίζοντας ήδη στη συμπλήρωση έξι ετών διακυβέρνησης Μητσοτάκη, το έως τώρα αποτύπωμά της στο ζήτημα των υδάτων στη Θεσσαλία και ειδικότερα στην αντιμετώπιση της λειψυδρίας υπήρξε ιδιαίτερα περιορισμένο, σε πλήρη αναντιστοιχία με τις ανάγκες της περιοχής και πολύ κάτω από τις προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί.
*Γκούμας Κώστας, γεωπόνος, πρ. δ/ντής Εγγείων Βελτιώσεων, πρ. πρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ/Κεντρικής Ελλάδας, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ.
*Μπαρμπούτης Τάσος, πολιτικός μηχανικός, μέλος Δ.Σ. ΕΘΕΜ, πρ. γραμματέας ΤΕΕ/ΚΔΘ, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ.