Την περίοδο εκείνη ο ελληνισμός της περιοχής αυτής είχε γνωρίσει μεγάλη άνθηση και πρωτοστατούσε στο εμπόριο, την βιοτεχνία, την γεωργία, την κτηνοτροφία και την διακίνηση όλων των αγαθών. Η οικογενειακή παράδοση αναφέρει ότι ο Μιχαήλ Κράγκος, ταξίδευε συνεχώς σε πολλές χώρες για να πουλήσει τα εμπορεύματά του, τα οποία είχαν σχέση και με την αργυροχρυσοχοΐα. Σε κάποια από τα ταξίδια του έφθανε μέχρι και τη μακρινή Ρωσία. Για να αντιμετωπίζει τον βαρύ ρωσικό χειμώνα φορούσε μια σκούφια (κουκούλα), η οποία στα ρωσικά ονομάζεται σιάπκα και την οποία τελικά συνήθιζε να την φοράει και στην πατρίδα του. Από το γεγονός αυτό απέκτησε, σύμφωνα με τις συνήθειες της εποχής, και το προσωνύμιο «Σιάπκας». Με τον καιρό το προσδιοριστικό αυτό επικράτησε του Κράγκος και τελικά μετατράπηκε σε επίθετο. Από την δεύτερη εικοσαετία του 20ου αιώνα παρατηρούμε ότι αφαιρέθηκε από την προφορική και γραπτή αναφορά το ιώτα (ι) και έμεινε το Σάπκας, το οποίο διατηρείται μέχρι και σήμερα.
Ο Μιχαήλ Κράγκος-Σιάπκας απέκτησε από τον γάμο του δύο τέκνα, τον Αστέριο και τον Κωστή. Ο Αστέριος (Νένης το χαϊδευτικό του)με την σύζυγό του Ντίνα απέκτησε και αυτός όσο βρισκόταν στο Μεγάροβο δύο αγόρια, αρχικά το 1873 τον Μιχαήλ, τον μετέπειτα δήμαρχο, και μερικά χρόνια αργότερα, έπειτα από δυσκολίες και ατυχήματα τον Μπάνο[1]. Ο πατέρας των παιδιών Αστέριος (Στέργιος) εργαζόταν με επιτυχία στην αργυροχρυσοχοΐα, όπως και οι πρόγονοί του. Τα έργα του ήταν διάφορα κοσμήματα, δαχτυλίδια, βέρες, σκουλαρίκια, σταυροί, αλυσίδες, πόρπες, κουταλάκια, και άλλα. Όταν άρχισαν στην περιοχή οι διωγμοί από Τούρκους, Βουλγάρους και Σλάβους, εγκατέλειψαν τα πατρώα εδάφη, ήλθαν πρόσφυγες στην Ελλάδα και μετά την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας εγκαταστάθηκαν στη Λάρισα όπου έμεναν με τα παιδιά τους. Πότε ακριβώς δεν γνωρίζουμε. Πάντως σε έγγραφο του συμβολαιογράφου Ανδρέα Ροδόπουλου με ημερομηνία 7 Δεκεμβρίου 1882αναφέρεται ότι ο χρυσοχόος Στέργιος Σιάπκας ήταν κάτοικος Λαρίσης και ανανέωσε την ενοικίαση του χρυσοχοείου του που είχε στην κεντρική περιοχή της Λάρισας, στη σημερινή οδό Ερμού, για έναν ακόμη χρόνο[2]. Άρα ήταν εγκατεστημένος στη Λάρισα και πριν απ’ αυτή την χρονολογία.
Ο γιος του Στέργιου Σιάπκα, Μπάνο-Πάνος(1880;-1969),δεν ακολούθησε σπουδές όπως ο μεγαλύτερος αδελφός του, αλλά από μικρός βρέθηκε στο κατάστημα του πατέρα του και κληρονόμησε το οικογενειακό επάγγελμα του αργυροχρυσοχόου. Μάλιστα αναφέρεται ότι κατά την εφηβική του ηλικία μετέβη στην Αθήνα και εργάσθηκε στο χρυσοχοείο Ζολώτα, όπου τελειοποίησε την τέχνη του και έγινε σωστός καλλιτέχνης. Όταν ανδρώθηκε πήρε από τον πατέρα του τις τύχες του καταστήματος, που το οδήγησε σε μεγάλη επιχείρηση. Ο Μιχαήλ Σάπκας σε επιστολή του (28 Φεβρουαρίου 1924) προς τον γιο του Αλέκο στη Γερμανία, αναφέρει: «Ο Πάνος δεν ξεύρεις πως εργάζεται εις το μαγαζί του, κερδίζει πάρα πολλά…». Το 1912 νυμφεύθηκε την Ευφροσύνη (Φρόσω) Ρίζου[3], μεγαλύτερη αδελφή του γυναικολόγου Αθανασίου (Νάσου) Ρίζου, δεύτερου συζύγου της Μίνας Σάπκα. Πάνος Σάπκας και Φρόσω Ρίζου απέκτησαν τέσσερα τέκνα με την εξής σειρά:
--Πρωτότοκος ήταν ο Δημήτριος (Μίμης) Σάπκας (1912-1994),που κληρονόμησε και διαχειρίστηκε το χρυσοχοείο του πατέρα του, ο οποίος μέχρι τον θάνατό του το 1969 εξακολουθούσε να βοηθάει τον γιό του. Ο Μίμης νυμφεύθηκε τη Θάλεια Δεμερτζή, με την οποία απέκτησαν δύο παιδιά, τον Πάνο και την Άννυ. Ο Πάνος Σάπκας ο νεότερος συνέχισε την λειτουργία του χρυσοχοείου και από τον γάμο του με την Ζερμαίν Αρδίτη γεννήθηκε ο σημερινός ιδιοκτήτης Δημήτριος Σάπκας ο νεότερος, ο οποίος αποτελεί τουλάχιστον την έκτη γενεά χρυσοχόων και η Θάλεια Σάπκα-Παπαγεωργίου, η οποία είναι υψηλόβαθμο στέλεχος στην Τράπεζα Πειραιώς. Η Άννυ παντρεύτηκε τον αξιωματικό της πολεμικής αεροπορίας Αθανάσιο Σταθιά, ο οποίος έφθασε μέχρι τον βαθμό του Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας,
--Ακολούθησαν το 1916 τα δίδυμα Κίμων και Έλλη. Ο Κίμων Σάπκας ακολούθησε τον τραπεζικό κλάδο και εργάσθηκε στο υποκατάστημα της Αγροτικής Τράπεζας στη Λάρισα από το 1938 μέχρι την συνταξιοδότησή του. Με την ανάληψη της προεδρίας του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού το 1942 από τον θείο του Μιχαήλ Σάπκα τον βοήθησε σημαντικά από τη θέση του Γεν. Γραμματέα και προσέφερε ανεκτίμητες υπηρεσίες στον δοκιμαζόμενο ελληνικό λαό κατά την διάρκεια της κατοχής και μεταπολεμικά. Νυμφεύθηκε την Ειρήνη (Νίνα) Σακελλαρίδου. Ο γιός τους ιατρός Γιάννης Σάπκας ειδικεύθηκε στην καρδιολογία και επί χρόνια υπηρέτησε την τοπική αυτοδιοίκηση ως επικεφαλής της αντιπολίτευσης στο Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Λαρισαίων. Τον άλλο γιο τους τον Μιχάλη τον έχασαν σε ηλικία 26 ετών.
--Η Έλλη Σάπκα (1916-2013) ήταν δίδυμη αδελφή του Κίμωνα και παντρεύτηκε τον δικηγόρο Αριστείδη Μαλάκη. Υπήρξε σημαντική γυναικεία προσωπικότητα της Λάρισας και πρόσφερε ανιδιοτελείς υπηρεσίες σε διάφορες κοινωφελείς οργανώσεις, όπως ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός η Φανέλλα του Στρατιώτου, το Σώμα Ελληνίδων Οδηγών, και άλλες δραστηριότητες. Η κόρη της Ευφροσύνη (Εφη)Μαλάκη-Σταθάκη υπηρέτησε στην Μέση εκπαίδευση και έχει ασχοληθεί με την ζωγραφική, ενώ ο γιος τους Αλέκος σπούδασε νομικές επιστήμες και εξάσκησε την δικηγορία στην Αθήνα.
--Ο Κλέαρχος Σάπκας (1918-1977) ήταν το μικρότερο μέλος της οικογένειας. Σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ειδικεύτηκε στην χειρουργική στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», όπου και εργάσθηκε για ένα διάστημα ως επιμελητής. Επέστρεψε στη Λάρισα όπου ανέλαβε το χειρουργικό τμήμα του Γενικού Νοσοκομείου και το 1958 ίδρυσε ιδιωτική κλινική. Ηγήθηκε συνδυασμού στις πρώτες μετά την μεταπολίτευση δημοτικές εκλογές (1975). Νυμφεύθηκε τη Θεοφανώ (Φανούλα) Αλαμανή, με την οποία απέκτησαν τον γιό τους Πάνο, ο οποίος σπούδασε οδοντιατρική και γεμολογία. Ασχολείται με την τοπική αυτοδιοίκηση και διακρίθηκε ως αντιδήμαρχος Πολιτισμού και πρόεδρος του Δημοτικού Ωδείου Λάρισας τόσο κατά την περίοδο 1999-2003, όσο και από το 2014 μέχρι και σήμερα[4].
Οι δεσμοί των οικογενειών των δύο αδελφών Μιχαήλ και Πάνου ήταν πολύ στενοί όχι μόνο συγγενικά, αλλά και πνευματικά. Λ. χ. ο Μιχ. Σάπκας υπήρξε ανάδοχος του εγγονού του αδελφού του Πάνου από τον γιο του Μίμη, του χρυσοχόου Πάνου Σάπκα, τον οποίο στεφάνωσε η κόρη του δημάρχου Μίνα Ρίζου και βάπτισε τη θυγατέρα τους Θάλεια. Πάντως εκείνο που κάνει εντύπωση είναι ότι κανένα από τα αγόρια και τα κορίτσια των οικογενειών Μιχαήλ και Πάνου Σάπκα δεν πήραν τα ονόματα των προγόνων Αστερίου και Κωνσταντίνας.
[1]. Η Έλλη Σάπκα-Μαλάκη (1916-2013) αναφέρει σε χειρόγραφο κείμενό της ότι ο Μπάνο ήταν κατά επτά χρόνια μικρότερος του Μιχαήλ. Το βαπτιστικό του όνομα Μπάνο, που στην τοπική τους γλώσσα σήμαινε Ζήσης, του είχε δοθεί επειδή η Ντίνα Σιάπκα, η γυναίκα του Αστερίου, είχε για επτά χρόνια κάποιες αποτυχημένες κυήσεις και βρεφικούς θανάτους. Μάλιστα για να εξευμενίσουν τη μοίρα τοποθέτησαν και ένα σκουλαρίκι στο δεξιό αυτί του νεογέννητου. Το όνομα Μπάνο στη συνέχεια έγινε Πάνο και Πάνος και τελικά υιοθετήθηκε το Παναγιώτης.
[2]. Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Η οικογένεια Σάπκα. Διορθώσεις και προσθήκες, εφ. «Ελευθερία», φύλλο της 11ης Μαΐου 2016.
[3]. Ήταν κόρη του Αντωνίου Ρίζου, γνωστής οικογένειας της Λάρισας. Ο Αντώνιος Ρίζος ήταν εργολάβος δημοσίων και δημοτικών έργων. Γιος του ήταν ο γυναικολόγος ιατρός Αθανάσιος Ρίζος. Βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Τα σκαλοπάτια στον παλιό Άγιο Αχίλλειο, Λάρισα, εφ. Larissanet, φύλλο της 18ης Ιουνίου 2015.
Θέλω να ευχαριστήσω θερμά τους απογόνους του ΜπάνοΣιάπκα, τον χρυσοχόο Πάνο Σάπκα, τον καρδιολόγο Γιάννη Σάπκα και τον αντιδήμαρχο Πάνο Σάπκα για τις πληροφορίες που μου έδωσαν. Χωρίς αυτές το σημερινό σημείωμα δεν θα ήταν άρτιο.