Είναι η μοναδική που αφορά τη Λάρισα και είναι χρωμολιθόγραφη. Βασίζεται σε γνωστή φωτογραφία του Στ. Στουρνάρα, αλλά έχει την ιδιαιτερότητα να είναι αντιγραφή σε υδατογραφία και τυπωμένη σε χρωμολιθογραφία. Τέτοιες κάρτες κυκλοφόρησαν από το τυπογραφείο αυτό και άλλες, με απόψεις από τα Τέμπη, τον Βόλο και τα Μετέωρα. Η χρονολογία κυκλοφορίας του μπορεί να βασισθεί στον λογότυπο που υπάρχει στην οπίσθια όψη της κάρτας και πρέπει να είναι μετά το 1909.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφέρουμε ορισμένα στοιχεία για την εταιρεία Ασπιώτη, η οποία διέγραψε μια λαμπρά πορεία και σε άλλους τομείς εκτός από την εκτύπωση επιστολικών δελταρίων. Η εταιρεία Ασπιώτης ήταν ελληνική εταιρεία γραφικών τεχνών η οποία άρχισε τη δραστηριότητά της το τέλος του 19ου αιώνα με έδρα αρχικά την Κέρκυρα και αργότερα την Αθήνα. Ιδρύθηκε το 1873 στην Κέρκυρα από τον Γεράσιμο Νικ. Ασπιώτη(1844-1901), γιο του Κερκυραίου ζωγράφου και αγιογράφου Νικολάου Ασπιώτη. Ο Γεράσιμος δημιούργησε το πρώτο εργοστάσιο γραφικών τεχνών στην Κέρκυρα με την επωνυμία «Ελπίς». Από τις πρώτες δραστηριότητες του εργοστασίου ήταν η εκτύπωση ενετικού τύπου παιγνιοχάρτων (τραπουλόχαρτα),με απεικονίσεις μυθικών ηρώων που ζωγράφιζε ο ζωγράφος πατέρας του. Το 1901 πεθαίνει ο Γεράσιμος Ασπιώτης και τα ηνία της επιχείρησης ανέλαβε τότε ο μεγαλύτερος γιος του Κωνσταντίνος (1872-1963). Το 1909 στην εταιρεία προσχώρησε και ο αδελφός του Νικόλαος και η επιχείρηση πήρε τον τίτλο: «Χρωμολιθοτυπογραφείον αδελφών Γερ. Ασπιώτη». Η περίοδος αυτή της εταιρείας άφησε το στίγμα της στην ιστορία της λιθογραφίας στην Ελλάδα. Η τεχνική αυτή ήταν μέχρι τότε νέα και μη τελειοποιημένη και η ανάπτυξή της στην χώρα μας ταυτίζεται σχεδόν αποκλειστικά με την εταιρεία Ασπιώτη της Κέρκυρας. Το διάστημα αυτό είχε επεκταθεί και σε άλλες δραστηριότητες (επιστολικά δελτάρια, γραμματόσημα, χαρτόσημα, αφίσες, κλπ. Το 1928 συγχωνεύθηκε με την Ε.Λ.Κ.Α. (Εταιρεία Λιθογραφίας και Κυτιοποιίας Αθηνών), η οποία ήταν μέχρι τότε η πιο υπολογίσιμη ανταγωνίστρια των αδελφών Ασπιώτη και δημιουργήθηκε η «Ασπιώτη-ΕΛΚΑ», με έδρα την Αθήνα. Η τελευταία αφού πέρασε από διάφορα χέρια τελικά το 1997, έπειτα από πτώχευση, κατέληξε στην Εθνική Τράπεζα.
Από τις αρχές του 20ου αιώνα το εργοστάσιο «Ελπίς» του Ασπιώτη είχε μεταξύ των δραστηριοτήτων του την εκτύπωση χρωμολιθόγραφων επιστολικών δελταρίων (καρτ ποστάλ). Ο Κωνσταντίνος Ασπιώτης όχι μόνον συνέχισε, αλλά και βελτίωσε την παραγωγή των δελταρίων αυτών που είχε ξεκινήσει ο πατέρας του, με την εισαγωγή της τεχνικής της τρίχρωμης χρωμολιθογραφίας, η οποία είχε ήδη αναπτυχθεί στην Ευρώπη. Η τελειοποίηση της παραγωγής είχε φτάσει σε τέτοιο βαθμό που η εταιρεία δεχόταν παραγγελίες εκτύπωσης δελταρίων και για λογαριασμό άλλων Ελλήνων εκδοτών από διάφορες επαρχιακές πόλεις. Οι κάρτες που εκδόθηκαν από τον Ασπιώτη ήταν μονόχρωμες, δίχρωμες, αλλά και πολύχρωμες.
Η εταιρεία Ασπιώτη κυκλοφόρησε περισσότερες από χίλιες καρτ ποστάλ κατά το πρώτο τέταρτο του 20ού αιώνα και θεωρείται σαν μία από τις μεγαλύτερες εκδοτικές επιχειρήσεις του είδους στην Ελλάδα, μαζί με τους Ελευθερουδάκη, Πάλλη-Κοτζιά, Στέφ. Στουρνάρα, κλπ.). Η ιδιαιτερότητα την οποία είχαν οι κάρτες της εταιρείας Ασπιώτη ήταν ότι οι περισσότερες ήταν αναπαραγωγή τοπίων από έργα ζωγραφικής Ελλήνων ζωγράφων, όπως οι Άγγελος Γιαλλινάς, Σοφία Λασκαρίδου, Θεόδωρος Ράλλης, Βικέντιος Μποκατσιάμπης, και άλλοι. Με τον τρόπο αυτό πρόσφεραν στην αγορά όμορφες έγχρωμες απόψεις πόλεων και περιοχών βασισμένες στον χρωστήρα σπουδαίων ζωγράφων της εποχής.
Κατά την μελέτη της δημοσιευόμενης εικόνας κάνει εντύπωση ο τίτλος που της έδωσαν οι εκδότες: «Άποψις Ακροπόλεως Λαρίσσης». Έναν αιώνα πριν οι αδελφοί Ασπιώτη κυριολεκτούσαν όταν εκτύπωναν την υδατογραφία αυτή που παριστάνει τον λόφο, που αποτελεί σήμερα το σήμα κατατεθέν της Λάρισας. Έχουμε και άλλοτε τονίσει ότι η αναφορά στον λόφο του φρουρίου είναι εσφαλμένη, διότι εκεί ψηλά δεν αναφέρεται ιστορικά η παρουσία κάποιου φρουρίου ή κάστρου, παρά μόνον η ακρόπολη της αρχαίας Λάρισας. Πρέπει λοιπόν να αρχίζει σιγά-σιγά ο εξοστρακισμός της λέξεως φρούριο από το λεξιλόγιο των Λαρισαίων και να αντικατασταθεί με τις λέξεις λόφος ή ακρόπολη.
Η εικόνα που δημοσιεύεται σήμερα είναι υδατογραφία του Κερκυραίου ζωγράφου Άγγελου Γιαλλινά (1857-1939), βασισμένη σε φωτογραφία του Στέφανου Στουρνάρα, η λήψη της οποίας τοποθετείται στα τέλη του 19ου αιώνα. Την φωτογραφία αυτή ο βολιώτης φωτογράφος την χρησιμοποίησε για να εκδώσει επιστολικά δελτάρια στην αρχή ασπρόμαυρα και αργότερα χρωμολιθόγραφα. Η υδατογραφία του Γιαλλινά αποδίδει με λεπτομέρειες την περιοχή αυτή της Λάρισας, τα χρώματα είναι απαλά και γλυκά και ο εσπερινός φωτισμός με τις φωτοσκιάσεις δίνει μια γοητεία στα κτίρια.
Η λήψη έγινε από την περιοχή του κήπου Αλκαζάρ και στο πρώτο επίπεδο χαμηλά διακρίνεται η κοίτη του Πηνειού και το νησάκι, ενώ πίσω προβάλλουν ορισμένες κατοικίες από την συνοικία Ταμπάκικα. Ψηλά από αριστερά αποτυπώνεται η βασιλική του Καλλιάρχη (μητροπολιτικός ναός του Αγίου Αχιλλείου) και μπροστά της, σε επαφή με τον βόρειο τοίχο βρίσκεται το Επισκοπείο, το οποίο χρησίμευε και σαν μητροπολιτική κατοικία. Στο κτίριο αυτό με τις καμάρες και τα πολλά παράθυρα βρήκαν θερμή φιλοξενία οι περισσότεροι ξένοι περιηγητές του 19ου αι. που επισκέφθηκαν την Λάρισα. Πίσω από τη στέγη του ναού διακρίνεται τμήμα του τρίτου ορόφου και το υπερώο του αρχοντικού του Ιωάννη Βελλίδη. Στη συνέχεια ακολουθεί η μεγάλη πέτρινη γέφυρα και πίσω της το τζαμί του Χασάν μπέη, το σήμα κατατεθέν της Λάρισας κατά την διάρκεια της τουρκοκρατίας.
Η κάρτα αυτή είχε μεγάλη απήχηση το 1918, την περίοδο του εθνικού διχασμού, όταν οι Γάλλοι στρατιώτες που κατέκλυσαν την Λάρισα επικοινωνούσαν με του δικούς τους μέσω σύντομων μηνυμάτων στο πίσω μέρος της κάρτας. Σήμερα τις βρίσκουμε σε αφθονία στα παλαιοπωλεία και στους οίκους δημοπρασιών.