Πολιτογραφήθηκε Έλληνας υπήκοος και κατατάχθηκε ως στρατιωτικός ιατρός στις τάξεις του ελληνικού στρατού.
Το 1840 διορίσθηκε διευθυντής του στρατιωτικού νοσοκομείου της Λαμίας, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1842. Στις 25 Ιανουαρίου 1842 μετατέθηκε από την 2α μοίρα του Ιππικού (Αργολίδα) στους επιτελείς του σώματος της οροφυλακής της Ευρυτανίας (ΦΕΚ 4/Α/13-2-1842). Επανήλθε στη Λαμία το 1849 και παρέμεινε μέχρι το 1854. Κατά την διάρκεια της θητείας του (1850) παρείχε κάθε δυνατή βοήθεια στους Πολωνούς πρόσφυγες που διέρχονταν από την πόλη με προορισμό την Τουρκία. Ονομάσθηκε από τους κατοίκους της Λαμίας κατ’ ευφημισμό «πρόξενος της Πολωνίας». Παράλληλα από τις 21 Αυγούστου 1853 εκτελούσε χρέη υγειονομικού ιατρού στο λοιμοκαθαρτήριο της «Ταράτσας» στη Λαμία [1] (ΦΕΚ 30/Α/24-9-1853). Στις 15 Οκτωβρίου 1856 προβιβάσθηκε σε ιατρό Α΄ τάξεως (ΦΕΚ 3/Α/15-2-1857), ενώ το 1857 διορίσθηκε στο στρατιωτικό νοσοκομείο του Ναυπλίου [2]. Στις 20 Μαΐου 1862 προβιβάσθηκε σε επίατρο (ΦΕΚ 31/Α/29-5-1862).
Στα γεγονότα που ακολούθησαν την εκθρόνιση και έξωση του βασιλέα Όθωνα, τέθηκε σε αργία (10 Μαΐου 1863) από τον τότε πρωθυπουργό Μπενιζέλο Ρούφο (1795-1868) «ένεκα πράξεων αντιβαινουσών εις το καθήκον Έλληνος αξιωματικού» (ΦΕΚ 21/Α/4-6-1863) αλλά στις 5 Δεκεμβρίου του ιδίου έτους επανήλθε από τον βασιλέα Γεώργιο Α΄ στις τάξεις του στρατού (ΦΕΚ 44/Α/28-12-1863). Στις 7 Σεπτεμβρίου 1868 διορίσθηκε πρόεδρος της Ανωτάτης Στρατιωτικής Υγειονομικής Επιτροπής (ΦΕΚ 42/Α/20-9-1868). Στις 19 Φεβρουαρίου 1871 με έξοδα του Υπουργείου των Στρατιωτικών μετέβη στο εξωτερικό «προς εκτέλεσιν εκτάκτου υπηρεσίας» (ΦΕΚ 12/Α/6-4-1871).
Το 1881 ο Ορνστάιν ακολούθησε τον Ελληνικό Στρατό, ως επικεφαλής (αρχίατρος) της Υγειονομικής Υπηρεσίας στις επιχειρήσεις κατάληψης και απελευθέρωσης της Θεσσαλίας. Στις 20 Σεπτεμβρίου 1882 αποστρατεύθηκε «ένεκα αρχαιότητος» [3], αλλά παρέμεινε στη Λάρισα μέχρι τον Δεκέμβριο του ιδίου έτους. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του συνέγραψε μία ενδιαφέρουσα μελέτη (τοπογραφική, ιστορική, εθνολογική) για τη Λάρισα [4]. Περιέγραψε εικόνες της Λάρισας όπως ο ίδιος τις είδε, αλλά συμπεριέλαβε και πληροφορίες τρίτων (όπως π.χ. η λειτουργία των Οθωμανικών σχολείων) [5].
Στη συνέχεια και για μία πενταετία, αναχώρησε για την γενέτειρά του [6], ασχολούμενος με επιστημονικές έρευνες σχετικές με τις μεταδιδόμενες μολυσματικές ασθένειες. Συνέγραψε πλήθος εργασιών που δημοσιεύθηκαν στο εγκυρότερα Ευρωπαϊκά επιστημονικά ιατρικά περιοδικά καθώς και στον διεθνή και Αθηναϊκό Τύπο. Ιδιαίτερη αίσθηση προκάλεσαν οι έρευνές του για την καταπολέμηση της Ασιατικής χολέρας.
Τιμήθηκε με το παράσημο των Ιπποτών Α΄ τάξεως του Αγίου Μιχαήλ από τον βασιλέα της Βαυαρίας (ΦΕΚ 20/Α/9-5-1860), ενώ η Ελληνική Πολιτεία τον τίμησε (1 Δεκεμβρίου 1886) με το παράσημο των Ανωτέρων Ταξιαρχών του Β. Τάγματος του Σωτήρος (ΦΕΚ 333/Α/4-12-1886).
Από τον γάμο του με την Mina (Willelmine) Ornstein απέκτησε έξι παιδιά: τον Όθωνα [7], την Αμαλία [8], τον Αντώνιο [9], την Ελένη [10], τον Κωνσταντίνο [11] και την Βασιλική [12].
Απεβίωσε στις 25 Φεβρουαρίου 1896 στην Αθήνα και ετάφη στο Α΄ Νεκροταφείο.
*Πληροφορίες για την οικογένεια του Ορνστάιν αντλήθηκαν από την Linnea Ornstein και τον Bernhard Ornstein (geni.com).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Στη θέση όπου βρίσκονται σήμερα οι εγκαταστάσεις του Νοσοκομείου Λαμίας. Λειτούργησε από το 1836 έως το 1881.
[2]. M. Appert, «Hôpital de Nauplie», Le Spectateur de l’Orient (Αθήνα), τ. 2, φ. 88 (10/22 Απριλίου 1857), σ. 135-136.
[3]. Βασιλικό Διάταγμα (20 Σεπτεμβρίου 1882): «Περί αποστρατείας του αρχιάτρου Β. Ορνστάιν» (ΦΕΚ 122/Α/30-9-1882). Του χορηγήθηκε μηνιαία σύνταξη 288 δρχ.
[4]. Bernhard Ornstein, «Elf Wochen in Larissa: kulturhistorische Skizze», Zeitschrift der Gesellschaft für Erdkunde zu Berlin, τ. XVII, 3 (1882), σ. 177-201. Πρβλ. Νίκος Η. Ζδάνης, «Η Λάρισα κατά τον Ornstein, αμέσως μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους», Πρακτικά Α΄ Συνεδρίου Λαρισαϊκών Σπουδών (Όμιλος Φίλων της Θεσσαλικής Ιστορίας), Λάρισα, 9-10 Μαρτίου 1991, Λάρισα 1992, σ. 209-224. Επίσης βλ. Ανεξαρτησία (Λάρισα), φ. 93 (9 Σεπτεμβρίου 1882).
[5]. Ο Ορνστάιν παρέμεινε στη Λάρισα από τον Σεπτέμβριο έως τον Δεκέμβριο του 1881, περίοδο κατά την οποία κανένα από τα πρώην Οθωμανικά σχολεία δεν λειτουργούσε. Επομένως τίθενται υπό αμφισβήτηση τα γραφόμενά του περί της λειτουργίας των σχολείων αυτών κατά την προαναφερθείσα περίοδο. Πιθανόν να αναφέρεται στην κατάσταση που επικρατούσε πριν την απελευθέρωση. Τα νέα Οθωμανικά σχολεία στη Λάρισα συστάθηκαν στις 16 Ιουνίου 1882 (ΦΕΚ 53/Α/23-6-1882).
[6]. Σύμφωνα με την τότε νομοθεσία κάθε απόστρατος αξιωματικός για να απουσιάσει στην αλλοδαπή έπρεπε να έχει την άδεια της Πολιτείας. Η άδεια αυτή χορηγήθηκε τρεις φορές. Στις 4 Μαΐου 1883 για ένα χρόνο (ΦΕΚ 185/Α/7-5-1883), στις 29 Μαρτίου 1884 για δύο χρόνια (ΦΕΚ 126/Α/2-4-1884) και στις 4 Μαΐου 1886 για άλλα δύο χρόνια (ΦΕΚ 110/Α/5-5-1886).
[7]. Γεννήθηκε το 1845. Σπούδασε ιατρική στην Αθήνα και μετεκπαιδεύτηκε στο Βερολίνο. Κατά τη διάρκεια του Γαλλοπρωσικού πολέμου (1870-1871) του δόθηκε άδεια από την Ελληνική Κυβέρνηση (22 Νοεμβρίου 1870) να εργαστεί σε νοσοκομεία του Πρωσικού στρατού (ΦΕΚ 41/Α/9-12-1870). Μετά το τέλος του πολέμου εγκαταστάθηκε στη Χίο. Του επιτράπηκε να φέρει το παράσημο του Πολέμου 1870-1871 που του είχε απονείμει ο αυτοκράτορας της Γερμανίας (ΦΕΚ 58/Α/20-11-1873).
[8]. Παντρεύτηκε τον ρώσο διπλωμάτη Kopecky και έλαβε τη ρωσική υπηκοότητα.
[9]. Γεννήθηκε στη Λαμία το 1850 και το 1872 εγκαταστάθηκε στο Gardelegen της Γερμανίας. Το 1877 αποποιήθηκε την Ελληνική εθνικότητα (ΦΕΚ 4/Α/14-1-1878).
[10]. Γεννήθηκε στη Λαμία στις 27 Φεβρουαρίου 1852. Το 1871 παντρεύτηκε γόνο της οικογένειας Βούλγαρη και προικίσθηκε από το Μετοχικό Ταμείο Στρατού με το ποσό των 2.031,63 δρχ. (ΦΕΚ 15/Α/4-5-1871). Απεβίωσε σε ηλικία 26 ετών (1878) στην Αθήνα.
[11]. Γεννήθηκε στη Λαμία το 1853. Σπούδασε ιατρική και εγκαταστάθηκε στη Μυρσίνη της Τουρκίας. Ήρθε σε ρήξη με τον Γερμανό πρόξενο της πόλης Χρίστμανς και καταδιώχθηκε ποικιλοτρόπως. Το 1900 με ενέργειες του αδελφού του Όθωνα, ο οποίος διατηρούσε φιλίες με τον προαναφερθέντα πρόξενο κλείστηκε στο Δρομοκαΐτειο φρενοκομείο της Αθήνας. Δέκα τέσσερις μήνες αργότερα δραπέτευσε με τη βοήθεια της αδελφής του Αμαλίας Kopecky. Βλ. Εμπρός (Αθήνα), φ. 1782 (13 Οκτωβρίου 1901), φ. 1784 (15 Οκτωβρίου 1901) και φ. 1785 (16 Οκτωβρίου 1901). .
[12]. Παντρεύτηκε γόνο της οικογένειας Trinks.