Είχε φωτισμένους και διαπρεπείς διδασκάλους και προσείλκυε πολλούς μαθητές από κάθε περιοχή του ελληνισμού. Αυτό οφειλόταν στο γεγονός ότι στον Τύρναβο, σε αντίθεση με τη Λάρισα, η παρουσία οθωμανικού πληθυσμού ήταν μικρή και ο εκάστοτε μητροπολίτης Λαρίσης προτιμούσε να αποφεύγει τη Λάρισα και να παραμένει στα Τρίκαλα και τον Τύρναβο. Λογικό ήταν όταν τη μητρόπολη ποίμαναν ιεράρχες με βαθειά μόρφωση και παιδεία, η Σχολή του Τυρνάβου να προστατεύεται από τον μητροπολίτη και να γνωρίζει περιόδους ακμής. Επίσης ένας άλλος λόγος της αγαθής φήμης που διέθετε η σχολή ήταν και η καλή οικονομική κατάσταση των χριστιανών κατοίκων τη συγκεκριμένη περίοδο, συγκρινόμενη με άλλες περιοχές. Η κατεργασία βαμβακερών και μάλλινων υφασμάτων, η βαφή και η εμπορία τους μέχρι την Κεντρική Ευρώπη δημιουργούσε οικονομικά οφέλη, τα οποία έδιναν τη δυνατότητα στους προύχοντες του Τυρνάβου να στελεχώνουν τη Σχολή τους με μορφωμένους δασκάλους.
Η Σχολή του Τυρνάβου ήταν από τις παλαιότερες του ελληνικού χώρου. Οι πρώτες μαρτυρίες ανάγονται στα μέσα του 17ου αι. Η αίγλη της όμως απογειώνεται κατά την παρουσία του μητροπολίτου Παρθενίου (1688-1720;) στον θρόνο της Λαρίσης[1]. Ο Παρθένιος ήταν από τους ελάχιστους λόγιους ποιμενάρχες της εποχής του. Δική του ήταν η πρωτοβουλία να αναβαθμίσει την «εν υπνώσει» Σχολή του Τυρνάβου και να την εμπλουτίσει με ένα αξιόλογο αριθμό διδασκάλων (κληρικών και λαϊκών). Στην προσπάθειά του αυτή προσκαλεί στα μέσα της τελευταίας δεκαετίας του 17ου αιώνα στον Τύρναβο ως Σχολάρχη τον Κύπριο Μάρκο Πορφυρόπουλο, διδάσκαλο με σπουδαία διδακτική ικανότητα. Την περίοδο αυτή ο Αλέξανδρος Ελλάδιος ο Λαρισαίος (1686- ; ), συγγενής του Παρθενίου, βρισκόταν σε ηλικία μαθήσεως και μια πιθανή φοίτηση στη Σχολή αυτή δεν μπορεί εύκολα να αποκλεισθεί[2].
Αρχές του 1700 στη θέση του Μάρκου Πορφυροπούλου που αποχώρησε, καλείται από τον μητροπολίτη Παρθένιο Β΄ να διδάξει στη Σχολή του Τυρνάβου φιλοσοφία και ρητορική ο διδάσκαλος Αναστάσιος Παπαβασιλόπουλος. Ο Αναστάσιος γεννήθηκε στα Ιωάννινα γύρω στα 1670. «Ανήκεν εις την αριστοκρατικήν τάξιν […] λογιώτατος εν διδασκάλοις και ευγενέστατος εν άρχουσιν»[3].Ο παππούς του Αναστασίου από την μητέρα του ονομαζόταν Μήτρος. Είχε έναν γιο και δύο κόρες. Ο γιος Μιχαήλ έγινε ο μετέπειτα μητροπολίτης Αθηνών Μελέτιος Μήτρου, ενώ η μία από τις κόρες του παντρεύτηκε τον κατόπιν ιερέα Βασίλειο, πατέρα του Αναστασίου. Επομένως ο Αθηνών Μελέτιος (1661-1714) ήταν θείος του (αδελφός της μητέρας του). Ο Μελέτιος μας είναι γνωστός από το πλούσιο συγγραφικό του έργο και κυρίως από την Γεωγραφία του[4]. Επί πλέον είναι γνωστό ότι ήταν φιλικά διακείμενος με τον μητροπολίτη Λαρίσης Παρθένιο. Επομένως, πιθανόν η πρόσκληση του Αναστασίου Παπαβασιλόπουλου στη Σχολή του Τυρνάβου να οφείλεται και στην γνωριμία των δύο αρχιερέων.
Τα κοινά γράμματα διδάχθηκε στα Ιωάννινα. Αργότερα μετέβη στην Κωνσταντινούπολη
όπου φοίτησε στην Πατριαρχική Ακαδημία, ενώ το Πατριαρχείο του απένειμε το οφίκιο του Ιεροκήρυκος του Οικουμενικού θρόνου. Το επόμενο βήμα ήταν η μετάβασή του στην Ιταλία και μάλιστα στην Βενετία και την Πάδοβα. Η διαδρομή αυτή, Κωνσταντινούπολη–Πάδοβα– Βενετία ήταν συνηθισμένη την περίοδο εκείνη, ίσως και αναγκαία, σε όσους χαρισματικούς μαθητές είχαν την επιθυμία να ακολουθήσουν ανώτερες σπουδές και να εντρυφήσουν σε βάθος στην Λατινική γλώσσα. Επιστρέφοντας από την Ιταλία ο Αναστάσιος, πλούσιος σε σοφία και γνώση, προσλαμβάνεται το 1696 ως διδάσκαλος στη Σχολή των Σερρών, όπου διαμένει μέχρι το 1700[5].
Το 1701 ο Σχολή του Τυρνάβου προσκαλεί στη θέση του Μάρκου Πορφυρόπουλου «…τον πολύνΑναστάσιον Παπαβασιλόπουλον των εξ Ιωαννίνων, άνδρα σοφόν και παπαιδευμένον εν τε τη φιλοσοφία και ιερά θεολογία, ρήτορα και ιεροκήρυκα ειδήμονα». Αναλαμβάνει Σχολάρχης και εδώ βρίσκει πρόσφορο έδαφος για να ξεδιπλώσει τις διδακτικές του αρετές. Έχει προστάτες της Σχολής ισχυρά και φιλόδοξα άτομα, σχετική οικονομική άνεση, απόλυτη ελευθερία στη διάδοση των γνώσεων και των ιδεών του, πολλούς μαθητές διψασμένους για μάθηση και μια αξιοπρεπή βιβλιοθήκη. Η κύρια απασχόληση του Αναστασίου Παπαβασιλόπουλου στη Σχολή του Τυρνάβου ήταν η διδασκαλία: «διδάσκομεν μαθήματα εν τη σχολή τη εν κωμοπόλει Τυρνάβω συσταθείση […] γεωμετρικά, ρητορικά και γραμματικά» αναφέρει σε μια επιστολή του. Οι μαθητές του, με τις πλούσιες πνευματικές γνώσεις που αποκόμιζαν από την Σχολή, εξελίσσονταν σε σπουδαίους λόγιους, πολλοί δε απ’ αυτούς διορίσθηκαν διδάσκαλοι σε διάφορες σχολές, ενώ άλλοι ακολούθησαν τον εκκλησιαστικό κλάδο.
Το έργο όμως που σφράγισε τη διδασκαλία του στη Σχολή του Τυρνάβου είναι η «Λευχειμονούσα Ρητορική»[6]. Κυκλοφορούσε σε χειρόγραφη μορφή μεταξύ μαθητών και φίλων. Μερικά εξ αυτών των χειρογράφων έχουν διασωθεί μέχρι και σήμερα, ένα δε κατέχει και ο γράφων. Η ρητορική γενικά θεωρείτο για τον πνευματικό περίγυρο της περιόδου εκείνης απαραίτητο εφόδιο κάθε καλλιεργημένου ανθρώπου, ιδιαίτερα όταν κάποιος προοριζόταν να διδάξει σε Σχολή ή να κηρύξει «από άμβωνος». Το έργο αυτό είχε μεγάλη απήχηση όχι μόνον στην εποχή του, αλλά και πολύ αργότερα.Η κυκλοφορία αυτού του χειρογράφου χαιρετίσθηκε από τον πνευματικό κόσμο της εποχής με πολύ επαινετικά λόγια τόσο για τον ίδιο, όσο και για τον μητροπολίτη Παρθένιο, ο οποίος υπήρξε η κινητήριος δύναμη αυτής της καρποφορίας. Γι’ αυτό και ο Αναστάσιος αφιερώνει το 1702 το σύγγραμμά του: «Τω πανιερωτάτω και λογιωτάτω μητροπολίτη της αγιωτάτης μητροπόλεως Λαρίσσης κυρίω κυρίω παρθενίω, υπερτίμω και εξάρχω δευτέρας Θετταλίας και πάσης Ελλάδος».
Στο φύλλο 2ατου χειρογράφου υπάρχει έμμετρο επίγραμμα του Ιακώβου του Κυπρίου, μαθητή του Αναστασίου στη Σχολή, το οποίο μας πληροφορεί ότι ο Τύρναβος και όλη η Θεσσαλία απέκτησε ένα νεόδμητο γυμνάσιο με μεγάλη ακτινοβολία. Προφανώς πρόκειται για την αναφερθείσα ανανέωση που έκανε στη Σχολή του Τυρνάβου ο μητροπολίτης Παρθένιος, ώστε να αναβαθμισθεί ποιοτικά.
Στον Τύρναβο παρέμεινε ο Αναστάσιος μέχρι το 1705 ή 1706. Ο επόμενος σταθμός του ήταν τα Ιωάννινα όπου παρέμεινε μέχρι το 1723. Εν συνεχεία προσκλήθηκε στην Καστοριά, όπου δίδαξε μέχρι το 1726 ή 1728. Τελευταίος σταθμός τη διδασκαλικής του πορείας ήταν το Φροντιστήριον της Τρίκκης (Τρικάλων), όπου παρέμεινε μέχρι το 1750.
Ο Αναστάσιος Παπαβασιλόπουλος κατέλειπε και άλλα έργα, τα περισσότερα των οποίων προορίζονταν για χρήση από τους μαθητές του. Από τα χειρόγραφα αυτά έργα του που έχουν διασωθεί, δεν υπάρχει καμία μαρτυρία ότι κάποια εξ αυτών έχουν οδηγηθεί στο τυπογραφείο. Επομένως δεν έχει εντοπισθεί μέχρι σήμερα κανένα έντυπο βιβλίο του μεγάλου αυτού διδασκάλου
Πολλά από τα βιογραφικά και εργογραφικά στοιχεία του μας διαφεύγουν. Όσα γνωρίζουμε προέρχονται από έμμεσες πηγές. Αγνοούμε λ. χ. αν ο Αναστάσιος ήταν έγγαμος, που απέθανε και πότε. Απλώς συμβατικά ως έτος θανάτου του αναφέρεται περίπου το 1750, αφού μετά την χρονολογία αυτή δεν έχουμε πληροφορίες ή χειρόγραφα δημοσιεύματά του.
[1]. Βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Η Σχολή του Τυρνάβου και ο μητροπολίτης Λαρίσης Παρθένιος, εφ. «Ελευθερία», ένθετο «Πολιτισμός», φύλλο της 19ης Σεπτεμβρίου 2004.
[2]. Το 1714 ο Μάρκος Πορφυρόπουλος έγραψε μια πολύ θερμή επιστολή στον Αλέξανδρο Ελλάδιο ο οποίος βρισκόταν στην Γερμανία, σχετικά με το υψηλό μορφωτικό επίπεδο των Ελλήνων λογίων της εποχής τους. Η επιστολή υποδηλώνει γνωριμία μεταξύ διδασκάλου και μαθητού, η οποία δεν αποκλείεται να αναπτύχθηκε στον Τύρναβο.
[3]. Βλέπε: ΕυλόγιοςΚουρίλας μητροπολίτης Κορυτσάς, Αναστάσιος Παπαβασιλόπουλος Ιωαννίτης, περ. Ηπειρωτική Εστία, τόμ. 3 (1954) σελ. 765-780.
[4].Το τετράτομο γεωγραφικό έργο του με τίτλο «Γεωγραφία Παλαιά και Νέα» εκδόθηκε στη Βενετία το 1728 και ήταν το πρώτο εκτεταμένο γεωγραφικό έργο της νεώτερης εποχής στα ελληνικά. Γνώρισε ιδιαίτερη διάδοση στους Έλληνες της διασποράς και πολλά τοπωνύμια της Χάρτας του Ρήγα (1797) στηρίχτηκαν στο έργο του Μελετίου.
[5]. Βλέπε: Χατζής Ιωάννης, Αναστάσιος Παπαβασιλόπουλος (c. 1670 – c. 1750). Βιβλιογραφία – Εργογραφία. Διδακτορική διατριβή. Αγρίνιο (2014) σελ. 52-53.
[6]. Λευχειμονούσα, εκ του λευχείμων που σημαίνει είμαι λευκός, λευκοφόρος, ασπροφορεμένος. Βλέπε: Γαζής Άνθιμος, Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης τρίτομον, τόμ. Β΄, Βιέννη (1836)2, σελ. 319. Ο πλήρης τίτλος του είναι: «Λευχειμονούσα ρητορική, είτουν Αφθονίου προγυμνάσματα εκ της λατίνων ανθολογηθέντα φωνής και εν ελληνική διαλέκτω υποστρωθέντα, σπουδή και πόνω Αναστασίου παπ: βασιλοπούλου του εξ Ιωαννίνων, εν τη κωμοπόλει Τυρνάβω διατρίβοντος. Χάριν των υπ’ αυτού διδασκομένων πρωτοπείρων μαθητών».