Άτομα που ξεκινούν νωρίς το πρωί αλλά δεν γνωρίζουν σχεδόν σε καμία των περιπτώσεων ούτε πότε θα φτάσουν στην εργασία τους, μα ούτε πότε θα επιστρέψουν στη Λάρισα. Κι ενώ όλα στην αρχή της λειτουργίας του προαστιακού έδειχναν πως κυλούσαν άψογα, πλέον η έγκαιρη άφιξη και αναχώρηση ενός τρένου αποτελεί το λιγότερο «είδηση».
Τα παραπάνω περιγράφει με ιδιαίτερο τρόπο ένας καθηγητής που επικοινώνησε με την «Ε» για να γνωστοποιήσει το πρόβλημα, μήπως και ευαισθητοποιηθεί κάποιος από την ιταλική πλέον εταιρεία για να δοθεί μια λύση.
Ο χημικός Παναγιώτης Λ. όπως περιγράφει στην «Ε» ανήκει σε μια από τις πολυπληθείς «φυλές» του προαστιακού Λάρισας- Θεσσαλονίκης. Είναι αναπληρωτής εκπαιδευτικός, υπηρετεί σε Λύκειο Λεπτοκαρυάς Πιερίας και μετακινείται καθημερινά μαζί με εκατοντάδες συναδέλφους του και άλλους εργαζόμενους, από Λάρισα προς Θεσσαλονίκη με τον προαστιακό σιδηρόδρομο. Όλοι αυτοί οι εκπαιδευτικοί, όπως περιγράφει ο Λαρισαίος καθηγητής, καλύπτουν θέσεις σε σχολεία μιας περιοχής που περιλαμβάνει Πιερία, Ημαθία, Πέλλα και Θεσσαλονίκη. Η επιλογή τους συνδέεται άμεσα με τη δυνατότητα μετακίνησης με το τρένο.
Ταυτόχρονα μάλιστα αγόρασαν και κάρτες μηνιαίες, τριμηνιαίες με βάση την παραπάνω δυνατότητα και τον αναγκαίο για τις επαγγελματικές, οικογενειακές και άλλες υποχρεώσεις, προγραμματισμό.
«Την επιλογή του τρένου την κάναμε για την ασφάλεια, τη σιγουριά και φυσικά για οικονομικούς λόγους. Ήταν κάτι πάνω στο οποίο βασιζόμασταν...».
Σύμφωνα με τον ίδιο ο προαστιακός όταν ξεκίνησε πριν αρκετά χρόνια αποτέλεσε ένα αξιόπιστο και ασφαλές μέσο μετακίνησης. Δυστυχώς αυτό τείνει να μετατραπεί σε μια ανάμνηση.
«Συγκεκριμένα από τις αρχές Σεπτέμβρη που μπορώ τουλάχιστον εγώ να επιβεβαιώσω, ξεκινά μια απίστευτη ταλαιπωρία. Συνεχείς πολύωρες
καθυστερήσεις συρμών μέχρι και δύο ώρες, πλήρης ανατροπή των δρομολογίων και de facto κατάργηση αρκετών από αυτά με τα αντίστοιχα αποτελέσματα στον οποιονδήποτε προγραμματισμό» λέει ο Παναγιώτης Λ. και τονίζει πως στην αρχή υπήρχαν καθυστερήσεις μόνο στην επιστροφή με τα μεσημεριανά - απογευματινά. Τώρα τελευταία όμως σημειώνονται καθυστερήσεις και στα πρωινά δρομολόγια και εξηγεί τι σημαίνει αυτό. «Ένας εργαζόμενος σε άλλη πόλη, όταν μάλιστα έχει οικογένεια με μικρά παιδιά, ξυπνάει ώρες νωρίτερα. Για παράδειγμα κάποιος που εργάζεται σε σχολείο στην Πιερία παίρνει το τρένο των 7.30. Ξυπνάει από τις 6 τουλάχιστον. Αν εργάζεται όμως ακόμα πιο βόρεια στην Ημαθία ή στη Θεσσαλονίκη, φεύγει με το προηγούμενο». Και ευτυχώς, οι εκπαιδευτικοί στη Λεπτοκαρυά έχουν το σχολείο απέναντι από τον σιδηροδρομικό σταθμό. Τι γίνεται όμως με κείνους που πρέπει να συντονίσουν κι άλλο μέσο για τη μετακίνησή τους ως το σχολείο; «Αν είναι μακριά το σχολείο κι έχεις κανονίσει να σε παίρνει κάποιος άλλος συνάδελφος που έχει αυτοκίνητο, εκεί ανατρέπεται πλήρως το πρόγραμμά σου». Κι αφού κουτσά – στραβά φτάνουν στα σχολεία καθυστερημένοι, κάποια στιγμή έρχεται και η ώρα της επιστροφής.
«Εκεί η καθυστέρηση είναι μεγάλη. Μιλάμε για ώρες και ο προγραμματισμός πάει περίπατο. Μητέρες με μικρά παιδιά δεν γνωρίζουν τι ώρα θα γυρίσουν πίσω. Άνθρωποι που έχουν κανονίσει ραντεβού και υποχρεώσεις στη Λάρισα δεν ξέρουν αν θα φανούν συνεπείς. Είναι σκέτη ταλαιπωρία» λέει και προσθέτει πως πέρα από επαγγελματικές συνέπειες, υπάρχουν άνθρωποι που ταξιδεύουν για λόγους υγείας και πολλές φορές χάνουν και το ραντεβού τους ακόμη και για σοβαρές καταστάσεις.
Υποστηρίζει πως έχουν απευθυνθεί επανειλημμένως στην αρμόδια εταιρεία και πως αυτό που εισπράττουν είναι «από αδιαφορία έως κοροϊδία» καθώς «κάθε εβδομάδα και μέρα ακούμε και κάτι διαφορετικό, μηχανική βλάβη, μετακίνηση συρμών στην Αθήνα, προτεραιότητα άλλου δρομολογίου, μέχρι και τους Ρομά κατηγόρησαν για κλοπή καλωδίων».
Διευκρινίζει ότι χρησιμοποιούνται πλέον τις περισσότερες φορές παλιοί συρμοί σε αντικατάσταση των πιο σύγχρονων που διατίθονταν παλιότερα και υπογραμμίζει ότι σε γραπτά παράπονα μέχρι τώρα δεν έχουν λάβει καμία απάντηση.
«Η κατάσταση αυτή παγιώνεται σε σημείο που να αποτελεί είδηση αν το τρένο φύγει στην ώρα του και όχι με καθυστέρηση, οδηγώντας και τον σιδηρόδρομο σε πλήρη απαξίωση παρά τις «λαμπρές» διακηρύξεις μετά το ξεπούλημά του» καταλήγει ο αγανακτισμένος Λαρισαίος. Και σίγουρα δεν είναι ο μόνος...
Του Κώστα Γκιάστα