Όλα έγιναν στο πλαίσιο της μεταπτυχιακής τους εργασίας για το μάθημα της «Ανάπλασης και αναγέννησης παλιών βιομηχανικών συγκροτημάτων και περιοχών», του τμήματος Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Τα αποτελέσματα της εργασίας τους προκάλεσαν το ενδιαφέρον του Συλλόγου Φίλων Σιδηροδρόμων ο οποίος θα διοργανώσει σχετική ημερίδα τον Σεπτέμβρη στην οποία θα κληθεί και η δημοτική αρχή.
«Από τα ναυπηγεία της Σύρου μέχρι τις καπναποθήκες της Καβάλας και της Ξάνθης και από τα ελαιοτριβεία της Μυτιλήνης μέχρι τα βυρσοδεψεία της Άμφισσας και το Νεώριο της Σύρου, ο ελληνικός βιομηχανικός και προβιομηχανικός πολιτισμός έχει τη δική του ιστορία. Τίποτε όμως δεν αντιπροσωπεύει πληρέστερα την προσδοκία για ανάπτυξη και πρόοδο που επέφερε η ανάπτυξη του σιδηροδρόμου στον ελλαδικό χώρο» μας λένε καθώς αρχίζουν να αναλύουν τις σκέψεις τους. «Τα τρένα που συνέδεσαν τον θεσσαλικό χώρο με την υπόλοιπη ελληνική επικράτεια και τον κόσμο έφεραν μια σειρά από αλλαγές, όχι μόνο στη σχέση του ανθρώπου με τον χώρο και τον χρόνο αλλά και στις κοινωνικές εξελίξεις, καθώς μαζί με τους ανθρώπους και τα εμπορεύματα μετέφεραν στην – πρόσφατα τότε – απελευθερωμένη Θεσσαλία αλλά και την υπόλοιπη Ελλάδα τον απόηχο νέων ιδεών και αντιλήψεων όπως αυτές διαμορφώνονταν στην προηγμένη Εσπερία».
Τα δύο νεαρά και φιλόδοξα κορίτσια, δείχνουν τα σχέδια τους επί... χάρτου. «Η επανάχρηση της έκτασης του «Θεσσαλικού» σταθμού της Λάρισας μπορεί να είναι αναγκαία για πολεοδομικούς λόγους, η διάσωση και η αναστήλωση των κτιρίων του όμως αποτελεί ένα φόρο τιμής για τις υπηρεσίες που προσέφερε το δίκτυο των Σιδηροδρόμων Θεσσαλίας και την ουσιαστική συμβολή του στην εξέλιξη και ανάπτυξη της περιοχής. Η πρόταση επανάχρησης που αναπτύσσουμε διαμορφώθηκε με αρχιτεκτονικά και πολεοδομικά κριτήρια αλλά κυρίως με σεβασμό στην ιστορία του Θεσσαλικού».
ΤΑ ΚΤΙΡΙΑ
«Το φαινόμενο της επανάχρησης των βιομηχανικών κτιρίων αποτελεί σημαντικό κομμάτι για την ίδια την αρχιτεκτονική αλλά και μια καλή ευκαιρία για πολεοδομικές, κυκλοφοριακές και αστικές παρεμβάσεις» η άποψή τους μας κεντρίζει το ενδιαφέρον και ζητάμε να μας εξηγήσουν τι προτείνουν και πού.
Σύμφωνα λοιπόν με την έρευνά τους, «η συνολική περιφραγμένη έκταση του πρώην «Θεσσαλικού» σταθμού είναι γύρω στα 56 στρ. και εντός αυτής υπάρχουν τα κτίρια του παλιού σταθμού, του παλιού τελωνείου, της αποθήκης υλικών, της αγροτικής αποθήκης και τα κτίρια στο δυτικό άκρο της έκτασης τα οποία χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα από τον ΟΣΕ για τις ανάγκες του σιδηροδρομικού δικτύου της περιοχής σαν μηχανουργία, αμαξοστάσια και αποθήκες . Ακόμα, πίσω από τα κτίρια του σταθμού και της αγροτικής αποθήκης υπάρχει ορθογώνια βάση από οπλισμένο σκυρόδεμα ύψους 1,50μ και με εμβαδόν 1840 τ.μ. στην οποία τοποθετούνταν σιδηροδρομικές γραμμές. Το κτίριο του σταθμού υπέστη σοβαρή βλάβη από τον σεισμό του 1957 με αποτέλεσμα να καθαιρεθεί ο όροφος του και να συνεχίσει να λειτουργεί το ισόγειο τμήμα του σαν κοιτώνες προσωπικού και στη συνέχεια σαν αποθηκευτικός χώρος. Τα κτίρια του σταθμού και του τελωνείου σήμερα δεν έχουν καμία χρήση όπως και το μεγαλύτερο μέρος της αποθήκης υλικών. Η πρώην αγροτική αποθήκη σήμερα ενοικιάζεται σε κατάστημα ηλεκτρολογικού εξοπλισμού που το χρησιμοποιεί επίσης σαν αποθήκη».
Όσον αφορά στο ιδιοκτησιακό καθεστώς εξηγούν πως «η έκταση σήμερα ανήκει στη ΓΑΙΑΟΣΕ Α.Ε., η οποία, είναι επιχείρηση δημόσιας ωφέλειας, με μέτοχο το Ελληνικό Δημόσιο (τουλάχιστον έως τη στιγμή που γράφεται η παρούσα εργασία) και δραστηριοποιείται στο χώρο της ανάπτυξης και διαχείρισης της σιδηροδρομικής ακίνητης περιουσίας. Το κτίριο των αγροτικών αποθηκών είναι παραχωρημένο κατά χρήση στον Γεωργικό Συνεταιρισμό Λάρισας, ο οποίος σήμερα τελεί υπό καθεστώς εκκαθάρισης. Τα κτίρια στο δυτικό άκρο της έκτασης χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες του σύγχρονου σιδηροδρομικού σταθμού της Λάρισας, ως αποθήκες και μηχανουργία».
ΠΡΟΤΑΣΗ
Πάμε τώρα στο δια ταύτα. Στην πρόταση. «Το κτίριο του παλιού σταθμού και το κτίριο αγροτικών αποθηκών να συνδεθούν λειτουργικά και να διαμορφωθούν σε μουσειακό χώρο, ώστε να δημιουργήσουν συμπληρωματικά με το γειτονικό Λαογραφικό Μουσείο, μια γειτονιά μουσείων. Το κτίριο του παλιού τελωνείου να στεγάσει ένα συνεδριακό κέντρο, δύο εκθεσιακούς χώρους και μια μουσική σκηνή. Το διώροφο κτίριο της αποθήκης υλικών να μετατραπεί σε καφετέρια και εστιατόριο ώστε να διατηρείται ζωντανή η περιοχή καθ’ όλη τη διάρκεια της μέρας μέχρι το βράδυ. Η τσιμεντένια ορθογώνια βάση να διαμορφωθεί ένα μέρος της σε ένα υπαίθριο αμφιθέατρο στραμμένο προς το κτίριο του παλιού σταθμού και στην υπόλοιπη να διαμορφωθούν χώροι για υπαίθρια παιχνίδια (όπως π.χ. μια μεγάλη σκακιέρα). Προτείνεται η διαμόρφωση παιδικής χαράς ανάμεσα στον χώρο του τελωνείου και της καφετέριας καθώς και η διαμόρφωση υπαίθριου εκθεσιακού χώρου και υπαίθριου συναυλιακού χώρου».
ΣΤΟΧΟΣ – ΕΣΟΔΑ
Οι δύο επιστήμονες μας ανέλυσαν και τους στόχους: «Το σύνολο των κτιρίων, μαζί με τους χώρους εστίασης και ψυχαγωγίας έχουν σαν στόχο να γίνουν πόλος έλξης για τους κατοίκους των γύρω περιοχών - οι οποίες στερούνται παρόμοιους χώρους -, για τους κατοίκους ολόκληρης της πόλης ως ένας νέος χώρος συνάντησης και για τους ταξιδιώτες του σιδηροδρομικού σταθμού ως ένας ευχάριστος και καλαίσθητος χώρος αναμονής. Τα έσοδα από τη λειτουργία των νέων χώρων θα προέρχονται από την πώληση των εισιτηρίων του μουσείου, την παραχώρηση με ενοικίαση των εκθεσιακών, συνεδριακών χώρων και του υπαίθριου συναυλιακού χώρου καθώς και την ενοικίαση σε ιδιώτες των κλειστών χώρων εστίασης και αναψυχής. Με τη νέα αυτή χρήση των χώρων δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας. Για τη λειτουργία του μουσείου χρειάζονται υπάλληλοι-ξεναγοί, φύλακες και διοικητικό προσωπικό, το οποίο θα είναι υπεύθυνο και για τη διαχείριση των εκθεσιακών και συνεδριακών χώρων. Για την περιποίηση της φύτευσης στους ακάλυπτους χώρους θα χρειαστούν κηπουροί αλλά και άτομα για την καθημερινή καθαριότητα όλων αυτών των χώρων. Οι ιδιωτικές επιχειρήσεις που θα εγκατασταθούν στο χώρο θα απασχολούν επίσης σερβιτόρους, μπάρμαν, σεφ, μάγειρες, υπεύθυνους κρατήσεων, λαντζιέρηδες κτλ.».
ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ
Καλά ακούγονται όλα αυτά. Τι γίνεται όμως με το σπουδαιότερο; Τα χρήματα. Πού θα μπορούν να βρεθούν σε μια τόσο δύσκολη εποχή; Ρωτάμε για να μας απαντήσουν και σ’ αυτό: «Η ΓΑΙΑΟΣΕ Α.Ε. ως ιδιοκτήτρια εταιρία μπορεί να αναζητήσει χρηματοδότηση για την αποκατάσταση και νέα λειτουργία των κτιρίων μέσω ευρωπαϊκών προγραμμάτων όπως το JESSICA. Για τη μείωση του κόστους ανακατασκευής των κτιρίων, της κατασκευής των νέων χώρων αλλά και την ανάπλαση των υπαίθριων χώρων, μπορεί να ακολουθηθεί το επενδυτικό μοντέλο που χρησιμοποιήθηκε στην επανάχρηση άλλων εγκαταλελειμμένων βιομηχανικών χώρων όπως για παράδειγμα το συγκρότημα Τσαλαπάτα στον Βόλο, όπου στην κατασκευάστρια εταιρία έναντι μέρους της αμοιβής παραχωρείται η διαχείριση και εκμετάλλευση κάποιων χώρων» καταλήγουν.
Στο νότιο άκρο της Λάρισας
Όταν κατασκευάστηκε ο σταθμός της Λάρισας, η πόλη εκτινόταν από τον ποταμό Πηνειό έως τη σημερινή οδό Ηρώων Πολυτεχνείου όπου ήταν τότε τα τείχη της πόλης. Ο σταθμός κατασκευάστηκε στο νότιο άκρο της πόλης λίγο έξω από την «πύλη του Φαρσάλου» στο παλαιό τείχος της. Το 1908 απέναντι από τον σταθμό των Θ.Σ. από τη βόρεια πλευρά των γραμμών, κατασκευάστηκε ο σταθμός της γραμμής Αθήνας – Θεσσαλονίκης των Σ.Ε.Κ. στη θέση του οποίου βρίσκεται σήμερα ο σύγχρονος σιδηροδρομικός σταθμός της πόλης. Σήμερα η πόλη έχει επεκταθεί κυρίως προς το νότο και ο σταθμός πλέον βρίσκεται σε κεντρικό σημείο της. Οι σιδηροδρομικές γραμμές διχοτομούν την πόλη δημιουργώντας ασυνέχειες στον αστικό ιστό ενώ οι εγκαταστάσεις του παλιού σταθμού των Θ.Σ. αποτελούν σήμερα αστικό κενό. Τα παραπάνω παρατηρούν μεταξύ άλλων οι δύο επιστήμονες.
Ο ρόλος του Ντε Κίρικο
Ο σχεδιασμός του ιδιαίτερου κτιρίου του σιδηροδρομικού σταθμού της Λάρισας θεωρείται ότι ακολούθησε τη νεοκλασική τυπολογία και έναν πειθαρχημένο σχεδιασμό στις κλασικές μορφές, που εκφράζει τη μνημειακότητα και την αξιοπιστία της έντονα γραφικής αρχιτεκτονικής. Το κτίριο σχεδιάστηκε το 1882 εποχή που κυριαρχούσε ο ορθολογισμός στη σύνθεση, στη λειτουργική και στη μορφολογική διάσταση των κτιρίων. Η ανάδειξη των όγκων με τα κατακόρυφα ανοίγματα και την εξέχουσα δίρριχτη στέγη με τον πλούσιο ξύλινο διάκοσμο στο περίγραμμά της χάριζαν μια μοναδική ομοιογένεια και ισορροπία στο κτίριο, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα και το ταλέντο του σχεδιαστή μηχανικού Εβαρίστο Ντε Κίρικο.