Προκειμένου να γίνει κατανοητή η κρισιμότητα της κατάστασης στην οποία βρίσκεται το περιβάλλον και οι κίνδυνοι που δημιουργούνται για τον ίδιο τον πλανήτη, θεωρείται χρήσιμο να αναφερθούν μερικές γενικές διαπιστώσεις που αποδέχεται η μεγάλη πλειοψηφία των επιστημόνων. Μέχρι και τα μέσα του 20ού αιώνα (περί το 1950) ο πλανήτης θεωρείται ότι βρισκόταν στην εποχή του «Ολόκαινου», μία γεωλογική περίοδο που άρχισε πριν από 11.000 έτη περίπου, στη διάρκεια των οποίων τα χαρακτηριστικά του κλίματος παρέμεναν κατά μ.ό. σταθερά. Από το 1950 και μετά τα κλιματικά δεδομένα παρουσιάζουν μεγάλες μεταβολές, που προκλήθηκαν κυρίως από την ανθρώπινη δραστηριότητα. Έτσι, σιγά-σιγά άρχισε να γίνεται -ανεπίσημα έστω- αποδεκτό ότι από την ημερομηνία αυτήν εισερχόμαστε σε μια νέα περίοδο με σαφώς διαφορετικά κλιματικά χαρακτηριστικά, που ονομάζεται «Ανθρωπόκαινος», λόγω της καθοριστικής συμβολής στη δημιουργία της του ανθρώπου.
Ο αγώνας σήμερα της ανθρωπότητας είναι να συγκρατηθεί η κατάσταση του κλίματος, που υπήρχε στην Ολόκαινο περίοδο, διότι διαφορετικά, εάν συνεχιστεί η σημερινή τάση, τα αποτελέσματα θα γίνουν μη αντιστρεπτά, θέτοντας σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα της ανθρώπινης ανάπτυξης. Αυτό για να επιτευχθεί -σύμφωνα με τις απόψεις της επιστημονικής κοινότητας-, δεν πρέπει να ξεπεραστούν ποσοτικά εννέα πλανητικά όρια (planetary boundaries), τα οποία είναι (αναφ. 1) τα εξής:
1) Η κλιματική αλλαγή, 2) ο ρυθμός απώλειας της βιοποικιλότητας, 3) ο κύκλος του αζώτου (και του φωσφόρου), 4) η μείωση της στρώσης του όζοντος, 5) η οξίνιση των ωκεανών, 6) η χρήση του γλυκού νερού, 7) οι αλλαγές στις χρήσεις Γης, 8) η αύξηση του αεροζόλ στην ατμόσφαιρα και 9) η οργανική ρύπανση. Εάν επιτευχθεί ο στόχος να διατηρηθούν τα πλανητικά όρια εντός των επιθυμητών τιμών, θα μπορούσε να αποτραπούν μεγάλες περιβαλλοντικές αλλαγές, που μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα της ανθρώπινης ανάπτυξης. Σήμερα, δυστυχώς, λόγω της υποβάθμισης της σημασίας τους, έχουν ξεπεραστεί 6 από τα 9 όρια (τα 1,2,3,6,7,9) και μόνο τα υπόλοιπα 3 (τα 4, 5 και 8) παραμένουν εντός ασφαλών ορίων (αναφ. 2). Αυτό σημαίνει ότι εάν συνεχιστεί η πορεία αυτή, από το «Ολόκαινο» θα περάσουμε οριστικά στο «Ανθρωπόκαινο», θέτοντας σε κίνδυνο την ίδια την ανθρώπινη ανάπτυξη.
Μία προσεκτική παρατήρηση δείχνει ότι όλα τα πλανητικά όρια που έχουν υπερβεί τις επιθυμητές τιμές ασφαλείας σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με τη Γη και τη διαχείρισή της, την ερημοποίηση, που προκαλείται από την ανθρώπινη δραστηριότητα και την υποβάθμισης της Γης και την ξηρασία. Η Γη, δηλαδή το έδαφος, το νερό και η βιοποικιλότητα, αποτελεί το θεμέλιο των κοινωνιών και των οικονομιών. Περισσότερο από το μισό του ετήσιου παγκόσμιου ΑΕΠ, δηλαδή περίπου 44 τρισεκατομμύρια δολάρια, προέρχεται από τους πόρους Γης. Την ίδια στιγμή εκτιμάται ότι η παγκόσμια ετήσια οικονομική απώλεια από την υποβάθμιση της γης ανέρχεται σε 6.3-10.6 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Για τους λόγους αυτούς, η σημασία της αποκατάστασης της Γης και η περαιτέρω διαχείρισή της με μεθόδους που θα επιτύχουν την ουδετερότητα στην υποβάθμισή της (Land Degradation Neutrality), είναι τελείως απαραίτητη και αποτελεί το κεντρικό σλόγκαν της φετινής Ημέρας του Περιβάλλοντος.
Κακή διαχείριση της Γης σε ξηρές και ημίξηρες περιοχές οδηγεί σε ερημοποίηση. Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ (αναφ. 3), το 41.3% του πλανήτη καλύπτεται από ξηρή γη, από την οποία έρημοι είναι το 7% περίπου, ενώ το υπόλοιπο είναι Γη που χρησιμοποιείται για γεωργία και κτηνοτροφία. Σημειώνεται ότι το 44% των καλλιεργούμενων εκτάσεων είναι μη αρδευόμενες. Ο πληθυσμός που κατοικεί σε ξηρές περιοχές ανέρχεται σε 2.1 δισ., από τους οποίους περισσότερο από 1 δισεκατομμύριο είναι πολύ φτωχοί με το μικρότερο κατά κεφαλή εισόδημα και τη μεγαλύτερη βρεφική θνησιμότητα. Το μεγαλύτερο πρόβλημα στις περιοχές αυτές είναι η έλλειψη νερού. Το νερό που αντιστοιχεί σε κάθε άνθρωπο στις εν λόγω περιοχές είναι περίπου το μισό από το απαραίτητο για μια καλή ποιότητα ζωής (1.300 κ.μ. έναντι 2.000 κ.μ.). Από έλλειψη νερού υποφέρουν σήμερα περί τα 2 δισ. άνθρωποι, οι περισσότεροι από τους οποίους κατοικούν σε ξηρές περιοχές. Σύμφωνα με τις προβλέψεις, μέχρι το 2030 ο μισός παγκόσμιος πληθυσμός θα αντιμετωπίσει έντονη έλλειψη νερού, γεγονός που θα οδηγήσει σε σημαντική μετανάστευση. Όλα αυτά είναι μερικά από τα παραδείγματα που αναδεικνύουν το μέγεθος και την ένταση της ξηρασίας και την αναγκαιότητα λήψης μέτρων για την αύξηση της ανθεκτικότητας σε αυτή.
Στην Ευρώπη οι κύριες αιτίες υποβάθμισης της Γης είναι η διάβρωση του εδάφους, η αλάτωση, η συμπύκνωση των εδαφών και η απώλεια οργανικής ουσίας. Οι εκτάσεις γης που απειλούνται σήμερα σε διάφορο βαθμό από υποβάθμιση είναι τεράστιες ανερχόμενες σε 200 εκατ. ha γεωργικές εκτάσεις και 110 εκατ. ha καλλιεργούμενες εκτάσεις (αναφ. 4). Στην Ελλάδα, δυστυχώς, το φαινόμενο έχει εντονότερη μορφή λόγω της μεγαλύτερης διάβρωσης των εδαφών, η οποία εκτιμάται σε 4.2 τον./ha, όταν η μέση τιμή στην Ευρώπη 2.4 τον./ha. Στη Θεσσαλία, δυστυχώς, τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα, αφού η διάβρωση εκτιμάται σε 3.5 τον./ha, όταν το όριο για αειφορία είναι 1-1.4 τον./ha.
Με δεδομένο ότι οι επιπτώσεις στο περιβάλλον δεν μπορούν να εγκλεισθούν στα γεωγραφικά όρια των χωρών, η αντιμετώπισή τους απαιτεί εκτός από εθνικές δεσμεύσεις και διακρατικές ενέργειες που υλοποιούνται μέσω διεθνών συμφωνιών και συμβάσεων. Το 2021 ορίστηκε από τον ΟΗΕ ως η αρχή της δεκαετίας για την πλήρη αποκατάσταση των οικοσυστημάτων. Μία τέτοια σημαντική σύμβαση είναι η Σύμβαση για την Καταπολέμηση της Ερημοποίησης (UNCCD), η οποία έχει υπογραφεί και από την Ελλάδα από το 2009.
Προσπαθώντας να συνδέσει κανένας τα παραπάνω και το μήνυμα της φετινής Παγκόσμιας Ημέρας για το Περιβάλλον με όσα συμβαίνουν στη χώρα μας και στην περιοχή μας, διερωτάται σε ποιον βαθμό είμαστε ευαισθητοποιημένοι για τα ζητήματα αυτά. Η απάντηση δεν είναι δυστυχώς ενθαρρυντική. Όπως αναφέραμε πολλές φορές μέχρι τώρα, η χώρα μας αγνοεί σχεδόν πλήρως τις υποχρεώσεις για τη Σύμβαση κατά της Ερημοποίησης, ενώ δεν εφαρμόζει την απόφαση για επίτευξη μέχρι το 2030 της ουδετερότητας για την υποβάθμιση της Γης (LDN), για να αναφερθούν δύο ενδεικτικά παραδείγματα.
Στη Θεσσαλία, η Γη, η οποία πρέπει να αποκατασταθεί πλήρως μέχρι το 2030 σύμφωνα με τις διεθνείς αποφάσεις, δεν έχει γίνει ακόμη ούτε καν μια καταγραφή των υποβαθμισμένων γαιών και εδαφών από τις καταστροφικές πλημμύρες του προηγούμενου έτους, με μία έστω αναγνωριστική εδαφολογική μελέτη, όπως συνέβη πολύ σωστά, με το φυτικό και ζωικό κεφάλαιο. Αλήθεια, το έγγειο κεφάλαιο τι θέση έχει στα μάτια των «αρμοδίων» για τη γεωργική παραγωγή; Είναι ή όχι (βασικός) συντελεστής της; Διερωτόμαστε εάν πρόκειται για άγνοια ή αγνόηση. Δυστυχώς, όποια και εάν είναι η απάντηση, τα αποτελέσματα είναι το ίδιο άσχημα.
Αναφορές: 1. Johan Rockstrφm et al. 2009. A safe operating space for humanity. http://tinyurl.com/boundariesblog.
2. Richardson et al., Sci. Adv. 9, eadh2458.
3. https://www.un.org/en/events/desertification_decade/whynow.shtml.
4. Prăvălie et al. 2024. https://doi.org/ 10.1038/s41467-024-48252-x.