Με αφορμή την εκδήλωση στο σημερινό κείμενό μας θα ασχοληθούμε με τις εντυπώσεις που αποκόμισαν διαχρονικά διαπρεπείς προσωπικότητες της ελληνικής και παγκόσμιας ιστορίας από την επίσκεψη-προσκύνημα που έκαναν στα Τέμπη. Η Κοιλάδα αυτή συνδυάζει αρμονικά το περιβαλλοντολογικό κάλλος, με την μυθολογία και την ιστορία σε μια διαδρομή αιώνων. Το γεγονός αυτό την καθιστούσε αυτόματα πόλο έλξεως κάθε ευαίσθητου ανθρώπου. Από τους πρώτους ακόμα επισκέπτες έχουν διασωθεί καταγραφές με ενθουσιαστικές εντυπώσεις από τη γραφική αυτή περιοχή. Θα αναφερθούμε επιλεκτικά σε ορισμένους απ’ όσους κατά καιρούς προσκύνησαν την ιερότητα του χώρου και μάλιστα θα παραθέσουμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα από τις εντυπώσεις τους ακριβώς όπως τις κατέγραψαν.
—Από τη ρωμαϊκή περίοδο έχουμε προσωπικές καταγραφές από τον Ρωμαίο ιστορικό Τίτο Λίβιο, από τον Λατίνο συγγραφέα Κλαύδιο Αιλιανό στις αρχές του 3ου μ. Χ. αιώνα, αλλά και άλλους συγγραφείς όπως ο Στράβων, ο Οράτιος, ο Βιργίλιος, ο Οβίδιος, ο Θεόκριτος, ο Λουκανός. Όλοι αυτοί επαναλαμβάνουν, είτε σε πεζό είτε σε ποιητικό λόγο, την ειδυλλιακή ατμόσφαιρα της περιοχής.
—Κατά τη βυζαντινή περίοδο αναφέρεται στα Τέμπη ο ιστοριογράφος του Ιουστινιανού Προκόπιος τον 6ο αι., ενώ αργότερα τον 12ο αι. ο λόγιος μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ευστάθιος, καταγράφει την επικρατούσα εκδοχή για τον τρόπο δημιουργίας της Κοιλάδας των Τεμπών: «Ο Πηνειός, ο νυν Σαλαμβρίας καλούμενος, την Όσσαν του Ολύμπου απέρρηξε (διαχώρησε), διό και Αράξης εκλήθη ποτέ και ο Πηνειός, ότε σεισμώ τα Τέμπη τα Θετταλικάραγέντα, διέστησαν».
Ακολούθησαν τα χρόνια της τουρκοκρατίας. Το κύμα των περιηγητών προς τα Τέμπη αυξήθηκε, γιατί η αναγέννηση στη Δύση είχε φέρει σημαντική πολιτιστική αφύπνιση και είχε προάγει την πνευματική ανάπτυξη στα γράμματα και στις επιστήμες. Μέσα απ’ αυτή την ανάπτυξη οι κάτοικοί της ανακάλυψαν τους αρχαίους πολιτισμούς της ανατολής. Επόμενο ήταν ο δρόμος προς την Ελλάδα, τη σπουδαιότερη χώρα του αρχαίου μνημειακού πλούτου, να γίνει το όνειρο πολλών μορφωμένων και πνευματικά ανήσυχων Ευρωπαίων, ιδιαίτερα εκείνων που τους οδηγούσε στη χώρα μας η φλογερή τους ελληνολατρία. Η παρουσία τους στην περιοχή ουσιαστικά ήταν ένα προσκύνημα και πάνω απ’ όλα ένα ταξίδι στη μνήμη, την ιστορία της Κοιλάδας και τους μύθους που την περιέβαλαν.
—Το 1545 ο Nicolai Gerbelius γράφει: «Καθώς τον Πηνειό διαπλέουν πλοία όλη σχεδόν την ημέρα, οι άνθρωποι προστατευμένοι από τα πυκνά φυλλώματα, ταξιδεύουν σε πολύ ευχάριστη σκιά. Περνούν πολύ ώρα δίπλα στον Πηνειό ποταμό, συχνά πανηγυρίζουν, διασκεδάζουν και επιτελούν τα ιερά τους καθήκοντα».
—Ο Ολλανδός ζωγράφος και χαρτογράφος Abraham Ortelius έγραψε το 1595 ότι: «Στα Τέμπη η φύση σκόρπισε σπάταλα όλα της τα δώρα: ορεινούς όγκους, πλαγιές, γκρεμούς, ανάβρες γάργαρες και δροσερές, οι οποίες πιδακίζουν από τις βραχότρυπες, χλωρίδα πολυποίκιλη με αμέτρητες τις αποχρώσεις του πράσινου, δένδρα πανύψηλα και αιωνόβια και στο μέσον ένα ποτάμι μυθικό, που κυλάει τα θολά νερά του ήρεμα, αθόρυβα και ασταμάτητα».
—Οι Δημητριείς, δηλ. ο Γρηγόριος Κωνσταντάς και ο Δανιήλ Φιλιππίδης αναφέρουν το 1791 ότι: «Ο Πηνειός είναι αρκετά μεγάλος, ώστε να είναι πλευστός και με μικρά καΐκια. Όμως οι καταρράκτες οπού έχει αναμεταξύ εις τα Τέμπη και εις τη Λάρισσα, τον εμποδίζουν».
—Ο δικός μας Ιωάννης Οικονόμος Λογιώτατος ο Λαρισσαίος, το 1817 είναι λυρικότατος: «Οι όχθοι του Πηνειού μέσα στην Κοιλάδα… καταπρασινίζουν χειμώνα και καλοκαίρι από δάφνες, δια τούτο οι ποιηταί είχον πλάσει τον μύθον ότι η Δάφνη ήτον θυγατέρα αυτού του ποταμού, πως ο Απόλλων λαβαίνωντας εις αυτήν έρωτα, ηθέλησε με το στανιόν να την πιάσει, όθεν και αυτή επαρακάλεσε τον πατέρα της και την εμεταμόρφωσεν εις αυτό το δέντρον, οπού φυλάγει πάντοτε την παρθενίαν του».
—Ο συγγραφέας από την Κρήτη Ελευθέριος Γαρδέλης το 1909 επιστρατεύει τα πιο εκφραστικά επίθετα για να περιγράψει τα Τέμπη: «Οι βαθύσκιοι υψηλοί και υδροχαρείς πλάτανοι, αναπαυόμενοι παρά τας όχθας του Πηνειού και πέριξ της οδού πυκνότατοι, συναρμόζουσιν έκπαγλον και βαρύτιμον ελληνικόν τάπητα καταπράσινον, ομηρικόν Ελένης κέντημα περίτεχνον, αδιαπέραστον υπό των ηλιακών ακτίνων».
—Ο Αγγλος δημοσιογράφος Kinnaird Rose επισημαίνει το 1897 τη διαχρονική ιστορικότητά της: «Την Κοιλάδα των Τεμπών οι ενθουσιώδεις λάτρεις της την θεωρούν ως την ωραιότερη κοιλάδα του κόσμου. Στις υψηλές κορυφές και από τις δύο όχθες του Πηνειού βρίσκονται ερείπια αρχαίων φρουρίων. Μέσα από αυτή τη στενή κοιλάδα ο Πομπήιος διέφυγε στη θάλασσα, μετά την ήττα του από τον Καίσαρα στα Φάρσαλα».
—Το 1896 ο συγγραφέας Γεώργιος Παρασκευόπουλος αποθεώνει την ομορφιά του τοπίου της Κοιλάδας με μια ρομαντική διάθεση: «Ποταμός, βουνά, πουλιά, είναι τα θέλγητρα των Τεμπών. Ο Πηνειός, οι υψηρεφείς (κάθετοι) και ως να στέκονται εις μονομαχίαν απέναντι αλλήλων βράχοι, και τα αηδόνια. Μουσική κελαρύζοντος νερού, μουσική από πουλιά, αρμονία από χρώματα. Μεγαλείο φύσεως εκπλήσσον».
—Ο Χρήστος Ζαλοκώστας (1894-1975) στο «Περιβόλι των Θεών» αναφέρει ότι «στα νερά του πίστευαν οι αρχαίοι ότι διαλυόταν η λέπρα, γι’ αυτό οι λεπροί ερχόταν εδώ και δοκίμαζαν να περάσουν τα Τέμπη κολυμπώντας αντίθετα στη ροή του Πηνειού, για να αφήσουν τη βρώμα τους προς τα πίσω».
—Ο Κώστας Ουράνης στα «Ταξίδια» ονειροπολεί τη ζωή των αρχαίων Ελλήνων στα Τέμπη: «Εδώ η φύση έχει συγκεντρώσει όλα τα θέλγητρα. Την ονειρεύονταν σαν μια διαμονή αντάξια των αρχαίων θεών και τους φαντάζονταν σαν να κατεβαίνουν από τις απότομες πλαγιές του Ολύμπου, για να αναπαυθούν στη δροσιά της Κοιλάδας, ενώ οι νύμφες του Πηνειού τους έθελγαν με τα τραγούδια τους».
—Ο Αγγλος γιατρός Henry Holland το 1812 μας περιγράφει το ανατολικό άκρο της Κοιλάδας όπου βρισκόταν η μεγάλη τουρκική γέφυρα: «Αφήνοντας το φαράγγι των Τεμπών και κατεβαίνοντας στην πεδιάδα, περάσαμε στη βόρεια όχθη του ποταμού με ένα πορθμείο με άλογα, ένα υποκατάστατο της γέφυρας, η οποία βρίσκεται μισό μίλι πιο κάτω, και που γκρεμίσθηκε πριν από δύο χρόνια από μια χειμωνιάτικη πλημμύρα». Στο οδοιπορικό του Holland λοιπόν έχουμε μια άμεση μαρτυρία για την καταστροφή του πετρογέφυρου του Πηνειού στην περιοχή του Ομολίου το 1810.
—Ο Πρώσος βαρόνος Ottovon Stackelberg επισκέφθηκε τα Τέμπη το 1811 και φιλοτέχνησε ορισμένες θαυμάσιες λιθογραφίες. Σημειώνει: «Μια θεία δύναμη είχε χωρίσει τα δυο βουνά στην πιο μακρινή αρχαιότητα και ο γειτονικός λαός ερχόταν να προσφέρει θυσίες και να κάψει λιβάνι, τιμώντας τους θεούς και να τους ευχαριστήσει που έδωσαν πέρασμα στα νερά του Πηνειού».
—Ο Γάλλος πρόξενος στην αυλή του Αλή πασά Francois Pouqueville περί το 1812 επισκέφθηκε την περιοχή και έγραψε: «Στο άκουσμα του ονόματος της Κοιλάδας των Τεμπών στο νου μας συρρέει μια πληθώρα ευχάριστων αναμνήσεων από τη μυθολογία. Η δροσιά και τα γραφικά τοπία της ήταν τόσο ξακουστά, ώστε να την προβάλλουν οι ποιητές σαν ένα πρότυπο μαγευτικής κοιλάδας».
—Το 1895 ο επίσκοπος Πλαταμώνος Αμβρόσιος, ένας βαθιά μορφωμένος ιεράρχης, αναφέρει πως: «Ουδεμία αμφιβολία υπάρχει ότι οι προ Χριστού πρόγονοι ημών, εκ των Τεμπών τούτων ενεπνεύσθησαν και ωρίσαντο ως τόπον της κατοικίας των θεών αυτών τον υψαύχενα Όλυμπον».
—Ο αββάς Βαρθολομαίος το 1787 στο «Νέο Αναχάρσι» θαυμάζει τη φυσική ομορφιά των Τεμπών με επιγραμματικό τρόπο και αποφαίνεται: «Αλλού η τέχνη βιάζεται να μιμηθεί την φύσιν, εδώ στα Τέμπη δύναταί τις να ειπή ότι ή φύσις αγωνίζεται να μιμηθεί την τέχνην».
—Ο γνωστός Jacob Fallmerayer (1790-1861) είναι ποιητικότατος όταν περιγράφει τα Τέμπη: «Κάτασπρα σύννεφα κατρακυλούν από τις βουνοκορφές και ψηλά στο σκοτεινό χάσμα πλαταγίζει τα φτερά του με κρωξίματα ο ολυμπίσιος αετός. Μόνο δύο ή τρεις ώρες περνούν οι ακτίνες του ήλιου τον χειμώνα το κομμάτι αυτό της κοιλάδας».
—Ο Νικόλαος Μάγνης το 1860 στην «Τοπογραφία της Θεσσαλίας» αναφέρει: «Εις την δεξιάν όχθην αυτού είναι στενή και χειροποίητος οδός, δια της οποίας μόλις διέρχεται μία άμαξα, η δε αριστερά όχθη είναι διόλου άβατος».
—Ο Ιωάννης Λεονάρδος από τα Αμπελάκια περιγράφει το 1836 μια ειδυλλιακή σκηνή εορτής των αρχαίων μέσα στην Κοιλάδα των Τεμπών: «Οι παλαιοί Θεσσαλοί εώρταζον εδώ κάθε χρόνον μίαν τοπικήν εορτήν εις ανάμνησιν της εποχής του σεισμού, καθ’ ην τα νερά διέσχισαν την διάβασιν των Τεμπών… Εις αυτόν τον καιρόν της εορτής οι πολίται της Γόννου, Ομόλης και άλλων γειτνιαζουσών πόλεων, έφθανον κατά διαδοχήν εις την Κοιλάδα. Ο ποταμός ήτον γεμάτος από βάρκας, αι οποίαι άνω και κάτω έπλεον αδιακόπως. Εις τα δάση εστέκοντο ετοιμασμέναι».
—O Γάλλος ιεράρχης Francois Fenelon, εκφράζει το 1694 την επιθυμία να πορευθεί προς την Κοιλάδα των Τεμπών, αναλαμβάνοντας μια ιερή αποστολή και έχοντας σαν όραμα την αναγέννηση της Ελλάδας από τα δεινά των Οθωμανών. Γράφει: «Φεύγω για τα Τέμπη, πλημμυρισμένος από τον ιερό εκείνο ενθουσιασμό, όπου το όσιο και το βέβηλο συμπλέουν με τη χάρη. Αναχωρώ, σχεδόν πετάω! …Μπροστά μου ανοίγεται όλη η Ελλάδα».