Στην κατηγορία αυτών των ιστορικών τεκμηρίων ανήκουν ασφαλώς και οι σφραγίδες. Από τα πολύ παλιά χρόνια οι σφραγίδες αποτελούσαν χρηστικά αντικείμενα στη ζωή του ανθρώπου και πρωτοεμφανίστηκαν στον πολιτισμό της Μεσοποταμίας. Χρησιμοποιούνται διαχρονικά για να επισημοποιήσουν τη γνησιότητα σε πρωτότυπα έγγραφα και μαζί με την υπογραφή αποτελούν στοιχεία με βαρύνουσα νομική ισχύ. Οι σφραγίδες είναι απαραίτητες και στη σημερινή μας εποχή για πολλές υπηρεσίες, δημόσιες ή ιδιωτικές, για να συνοδεύουν την αλληλογραφία και να επικυρώνουν τα έγγραφά τους. Η επιφάνεια των σφραγίδων είναι ανάγλυφη και όταν εμποτίζεται με χρώμα, αφήνει στο χαρτί έκτυπη την παράσταση που έχει σκαλιστεί.
Στο σημερινό μας σημείωμα θα περιγράψουμε μια σπάνια και ιστορική σφραγίδα από τα Αμπελάκια, ακριβές αντίγραφο της οποίας δημοσιεύεται. Ανήκε στην περίφημη Ελληνική Σχολή της περιώνυμης κωμόπολης, είναι του 18ου αιώνα, παριστάνει το ακριβές εκτύπωμά της, δημοσιευόμενο για πρώτη φορά και ήταν γνωστή μέχρι σήμερα μόνον από περιγραφές και πρόχειρα σχέδια[1]. Η σφραγίδα αυτή έχει σχήμα ελαφρά ελλειψοειδές. Περιφερειακά φέρει την επιγραφή: «+ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΑΜΠΕΛΑΚΙΩΝ ΤΩΝ ΕΠΙ ΤΩΝ ΘΕΤΤΑΛΙΚΩΝ ΤΕΜΠΩΝ. ΑΨΜΘ» με κεφαλαία γεμιστά γράμματα, ασύμμετρα σκαλισμένα. Στο κέντρο της απεικονίζεται αετός με ανοικτά φτερά, να συγκρατεί με το στόμα του κλάδο ελαίας, ενώ με τα γαμψά νύχια των ποδιών του συγκρατεί στεφάνι με λουλούδια. Η χρονολογία αναγράφεται με κεφαλαία ελληνικά γράμματα, όπως συνηθιζόταν την περίοδο εκείνη: ΑΨΜΘ, δηλαδή 1749. Καλλιτεχνικά η σφραγίδα έχει πολλές αρετές στην παράσταση του αετού, στα γράμματα όμως υστερεί πολύ η αισθητική της γραμματοσειράς της και απουσιάζει η συμμετρικότητα.
Προφανώς η χρονολογία αυτή πρέπει να οριοθετεί την έναρξη λειτουργίας της περίφημης Σχολής των Αμπελακίων[2]. Υπάρχει όμως η μαρτυρία του Δ. Τσοποτού, ο οποίος αναφέρει ότι η έναρξη της Σχολής των Αμπελακίων τοποθετείται λίγα χρόνια νωρίτερα, στα 1737[3]. Αν πάρουμε την πρώτη εκδοχή ως σωστή, κατά το 1749 επίσκοπος Πλαταμώνος και Λυκοστομίου ήταν ο Νεόφυτος (1725-1762)[4]. Τον διαδέχθηκε ο περίφημος Διονύσιος Μιχαήλ (1763-1794), λόγιος και υποστηρικτής των γραμμάτων. Ήδη από το 1677 είχε μεταφερθεί η έδρα της επισκοπής από τον οικιστικά παρηκμασμένο Πλαταμώνα στα Αμπελάκια και οι γνωριμίες του Διονυσίου με εξέχουσες μορφές λογίων της εποχής, τους προσείλκυσε να διδάξουν στη Σχολή της αναπτυσσόμενης κωμόπολης του Κισσάβου. Η Ελληνική Σχολή συνέχισε την ανοδική της πορεία και μετά τον θάνατο του επισκόπου Διονυσίου (1793 ή 1794), και με την παρουσία ως Σχολάρχη του εκ Μηλεών Πηλίου ιεροδιακόνου Γρηγορίου Κωνσταντά (1796-1803) και επιφανών λογίων ως καθηγητών της (Ιωνάς Σπαρμιώτης, Ζήσης Κάβρας, Σπυρίδων Ασάνης, Κωνσταντίνος Κούμας και άλλοι), έφθασε στο απόγειο της εκπαιδευτικής δράσης της. Ήταν η περίοδος που τα Αμπελάκια, με την περίφημη Συντροφία (Συνεταιρισμός) είχαν γίνει ξακουστά στην Ευρώπη για την παραγωγή και την ανεξίτηλη βαφή των κόκκινων νημάτων τους.
Η σφραγίδα αυτή διατηρήθηκε εν χρήσει στη Σχολή των Αμπελακίων και πέραν του 1879, αφού χρησιμοποιήθηκε από τη Μανιάρειο Σχολή τουλάχιστον κατά τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας της. Σε επιστολή που απηύθυνε την 10η Οκτωβρίου 1879 ο επίσκοπος Πλαταμώνος Αμβρόσιος Κασσάρας[5] προς τον Λεωνίδα Κουτσοδόντη, υπάλληλο στο υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας στη Σύρο και διαχειριστή της διαθήκης του Αδαμαντίου Μάνιαρη, υπάρχει και το εκτύπωμα της παλιάς σφραγίδας της Ελληνικής Σχολής. Ο Αμβρόσιος του ζητά να προβεί προς όφελος της Σχολής σε δύο ενέργειες. Γράφει: «Πρώτον παρακαλώ να διατάξητε όπως μας έρχηται εις το γραφείον της εφορίας [της Μανιαρείου Σχολής] και η εφημερίς των Αθηνών «Τηλέγραφος», ως εκ του οποίου κατόπιν θα αποκτήσωμεν και δικαίωμα ίνα καταχωρώμεν παν ότι αφορά την Σχολήν και δεύτερον ίνα μας σταλή μια ετέρα σφραγίς, καλή, κυκλική και καλώς γεγλυμμένη, ει δυνατόν ομοιόμορφος με την κάτωθεν εναποτυπουμένην αρχαίαν, ήτις να κηρυχθή και η επίσημος σφραγίς του καταστήματος. Φρονώ δε ότι πρέπει να φέρη κύκλω και τας εξής λέξεις: Η Ελληνική Μανιάρειος Σχολή Αμπελακίων των επί των Θεσσαλικών Τεμπών. αωοθ (=1879)». Επομένως η διαφορά της νέας σφραγίδας με την παλιά βρίσκεται στην χρονολογία: αωοθ’, δηλαδή 1879 και στην αναφορά της Μανιαρείου. Η κεντρική παράστασή της με τον αετό, υποκρύπτει προφανώς κάποιον συμβολισμό. Ο αετός αποτελεί σύμβολο ισχύος, βασιλείας και αντιπροσωπεύει την πνευματική αρχή του ανθρώπου, ο κλάδος ελιάς παριστάνει σύμβολο ειρήνης και νίκης και το στεφάνι με τα λουλούδια που συγκρατεί με τα γαμψά νύχια των ποδιών του υποδηλώνει ότι ετοιμάζεται να το προσφέρει στους ικανούς μαθητές ως κότινον νίκης.
Η τύχη της σφραγίδας αυτής αγνοείται. Στην αλληλογραφία Αμβροσίου Κασσάρα και Λεωνίδα Κουτσοδόντη δεν εντοπίζεται σε κανένα σημείο ότι η ενέργεια να κατασκευασθεί μια νέα σφραγίδα στα πρότυπα της πρώτης, με την προσθήκη των νεώτερων στοιχείων που αναφέρθηκαν, τελικά δεν ευοδώθηκε. Όμως στην πτυχιακή εργασία της Ευφημίας Καραμανέ για τα Αμπελάκια, αναφέρεται ότι «Η σφραγίδα της Μανιαρείου Σχολής απεικόνιζε στη μέση μία γλαύκα, κάτω από αυτή είχε το έτος ιδρύσεως 1873 και γύρω τις λέξεις «Μανιάρειος Σχολή»[6]. Δηλ. η σφραγίδα της Μανιαρείου Σχολής είχε στο κέντρο της μια γλαύκα (κουκουβάγια), η οποία ταυτίζεται με τη σοφία και αποτελούσε το σύμβολο της θεάς Αθηνάς. Στο κάτω μέρος είχε τη χρονολογία 1873, έτος έναρξης των εργασιών οικοδόμησης της Σχολής και κυκλικά τις λέξεις «Μανιάρειος Σχολή».
Πιστεύεται ότι η παλιά σφραγίδα της Ελληνικής Σχολής Αμπελακίων θα πρέπει να περιήλθε στη δικαιοδοσία του επισκόπου Πλαταμώνος, αφού το αποτύπωμά της βρέθηκε σε επιστολή του Αμβροσίου. Με την μετακίνησή του στην Μητρόπολη Λαρίσης λογικά θα πρέπει να την πήρε μαζί του και έκτοτε αγνοείται η τύχη της.
--------------------
[1] Το αποτύπωμα της σφραγίδας της Σχολής των Αμπελακίων που δημοσιεύει ο Ηλίας Γεωργίου στο βιβλίο του «Ιστορία και Συνεταιρισμός των Αμπελακίων», Αθήναι (1951) σελ. 107 είναι χαρακτική αντιγραφή της πρωτότυπης, με τις σχετικές ατέλειές της. Η δημοσιευόμενη αποτελεί αποτύπωμα της γνήσιας σφραγίδας, η οποία βρισκόταν στα χέρια του επισκόπου Πλαταμώνος Αμβροσίου.
[2] Παπαδημητρίου Νόννα, Η επισκοπή Πλαταμώνος και Λυκοστομίου, Αθήναι (2007) σελ. 211-212. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι η Ελληνική Σχολή των Αμπελακίων είχε ήδη αρχίσει τη λειτουργία της πριν την άφιξη του επόμενου επισκόπου, του Διονυσίου Μιχαήλ στα Αμπελάκια, υπάρχει μάλιστα και η πληροφορία ότι και ο ίδιος ο Διονύσιος μαθήτευσε στην εν λόγω Σχολή.
[3] Τσοποτός Δημήτριος. Γη και Γεωργοί της Θεσσαλίας κατά την Τουρκοκρατία, Αθήναι (1912) σελ.147.
[4] Παπαδημητρίου Νόννα, ό. π. σελ. 189.
[5] Ο Αμβρόσιος Κασσάρας (1844-1910), το 1877 μετατέθηκε στην επισκοπή Πλαταμώνος που είχε τότε έδρα τη Ραψάνη. Η καταστροφή του κτιρίου της επισκοπής στη Ραψάνη κατά τη Θεσσαλική επανάσταση του 1878, η προοπτική λειτουργίας της Μανιαρείου Σχολής και η ύπαρξη επισκοπικού κτιρίου στα Αμπελάκια, τον δελέασαν να μεταφέρει το 1879 την έδρα της επισκοπής στην ξακουστή κωμόπολη. Ως γνωστόν, το 1900 ο Αμβρόσιος ανέλαβε τα ηνία της μητροπόλεως Λαρίσης, στην οποία προσαρτήθηκε και η επισκοπή Πλαταμώνος.
[6] Καραμανέ Ευφημία. Αμπελάκια Θεσσαλίας. Ιστορία και Συνεταιρισμός των Αμπελακίων. Πτυχιακή εργασία. Βόλος (2005) σελ. 105.