Ήταν ο χώρος μεταξύ του Αρναούτ μαχαλά (συνοικία Αγ. Αθανασίου) και γέφυρας. Με τη σημερινή οριοθέτηση της Λάρισας, τα Σάλια τοποθετούνται περίπου στην περιοχή μεταξύ του υπαίθριου parking που βρίσκεται στην οδό Καλλιθέας και του κτιρίου του Τεχνικού Επιμελητηρίου. Η ονομασία αυτή αναφέρεται και από τον ποιητή Σωτήρη Σκίπη, καθώς το πατρικό του σπίτι βρισκόταν λίγα μέτρα πιο κάτω, στο σημείο όπου σήμερα έχει διανοιχθεί η οδός η οποία φέρει το όνομα του ποιητή. Ήταν η αγαπημένη του περιοχή στις όχθες του Πηνειού και όταν ήταν μικρός τα παιχνίδια με τους φίλους του γίνονταν σ’ αυτό το σημείο, ενώ αργότερα κάθε φορά που επισκεπτόταν τη Λάρισα βάδιζε μόνος και αυτό του πρόσφερε έμπνευση.
Η ονομασία Σάλια ήταν γνωστή από την περίοδο της τουρκοκρατίας και έχει σχέση με τη μεταφορά ξυλείας από τις δυτικές περιοχές της Θεσσαλίας μέσω της ροής των υδάτων του Πηνειού ποταμού μέχρι την περιοχή της Λάρισας. Με απλό τρόπο και εκμεταλλευόμενοι την κίνηση του νερού, έμπειροι και δεξιοτέχνες υλοτόμοι οδηγούσαν τεράστιες ποσότητες (ντάνες) τεμαχισμένων κορμών από την περιοχή της Πίνδου.
Ο τρόπος του ταξιδιού αυτού της ξυλείας παρουσιάζει ενδιαφέρον γιατί γινόταν σε μια χρονική περίοδο όπου οι μεταφορές δεν ήταν εύκολες.
Η ροή του νερού στην κοίτη του Πηνειού, του μεγαλύτερου ποταμού της Θεσσαλίας, χρησιμοποιήθηκε σε ολόκληρη τη διαδρομή του μέχρι και τη Λάρισα. Οι μεγάλοι κορμοί των δένδρων από τα δάση που βρίσκονταν κατά μήκος του, τεμαχίζονταν και μεταφέρονταν με τα ζώα μέχρι τις όχθες του Πηνειού, σε καθορισμένα σημεία. Εκεί δένονταν με τριχιές ή σιδερένια άγκιστρα και σχηματιζόταν μια σχεδία. Πάνω της δεν τοποθετούσαν μόνο τα ξύλα αγκιστρωμένα, αλλά και επέβαιναν και άνδρες που τα συνόδευαν. Με τον ίδιο τρόπο δημιουργούσαν πολλές σχεδίες και όταν αποφασιζόταν η μεταφορά, έπλεαν όλες μαζί, έχοντας κάποια απόσταση η μία από την άλλη και δημιουργούνταν μια αληθινή νηοπομπή. Η μεταφορά γινόταν συνήθως άνοιξη και φθινόπωρο, γιατί η ροή του νερού ήταν τότε κάπως σταθερή και η στάθμη του ανεβασμένη. Βέβαια ο τρόπος αυτός ήταν αρκετά δύσκολος και επικίνδυνος.
Κατά την πορεία τους μέσα στο ποτάμι η ορμητικότητα του νερού σε ορισμένα σημεία και οι πολλές και μεγάλες καμπύλες που χαρακτηρίζουν την πορεία του Πηνειού στον θεσσαλικό κάμπο, οδηγούσαν τις σχεδίες σε συγκρούσεις και σε πολλές προσαράξεις στις όχθες. Γι’ αυτό οι άνθρωποι που υπήρχαν σε κάθε σχεδία ήταν νέοι και δυνατοί ξυλοκόποι, που κρατούσαν μακριά ξύλινα κοντάρια, τα οποία βύθιζαν στον πυθμένα της κοίτης του ποταμού για να δώσουν επιτάχυνση στη σχεδία ή τα ακουμπούσαν στις όχθες για να αποφεύγουν την πρόσκρουση. Οι σχεδίες που μετέφεραν τους κορμούς των δένδρων σε σωρούς σφιχτά στερεωμένους ονομάζονταν «σάλια», ενώ οι ξυλοκόποι που τα συνόδευαν ήταν γνωστοί σαν «σαλτζήδες» [1].
Οι σχεδίες που είχαν στοιβαγμένους τους κορμούς των δένδρων οδηγούνταν τελικά μετά από το μεγάλο ταξίδι, σε μια αποβάθρα η οποία ήταν πρόχειρα κατασκευασμένη στη δεξιά όχθη του Πηνειού, λίγο πριν τη μεγάλη πέτρινη γέφυρα της Λάρισας. Η μεγαλύτερη ποσότητα ξύλου έφθανε στην πόλη μας γιατί εδώ υπήρχε η εντονότερη ζήτηση, τόσο τοπικά όσο και στη γύρω περιοχή. Ουσιαστικά η αποβάθρα ήταν ένα μικρό λιμανάκι, μακριά από την κεντρική ροή του νερού, για να μπορούν να λιμνάζουν οι κορμοί των δένδρων και να μην παρασύρονται.
Εκεί οι σαλτζήδες έσερναν τους κορμούς με άγκιστρα έξω από το νερό και τους αποθήκευαν σε μια υπαίθρια παραπήνεια έκταση, όπως διακρίνεται και στη φωτογραφία, όπου γινόταν η αρχική προεργασία της ξυλείας σε διάφορες μορφές, ανάλογα με τις παραγγελίες.
Έπειτα με διπλόκαρρα μεταφερόταν η ξυλεία είτε στο Ξυλοπάζαρο [2] της Λάρισας είτε και σε μακρινότερες αποστάσεις. Από την παρουσία της αποβάθρας στην οποία κατέληγε το ταξίδι των υλοτόμων με τις σχεδίες (τα σάλια) και από το γεγονός ότι οι περισσότεροι υλοτόμοι (σαλτζήδες) κατοικούσαν σ’ αυτή την περιοχή, η τοποθεσία αυτή έμεινε γνωστή ως Σάλια μέχρι τα τελευταία χρόνια. Μάλιστα εξακολουθούν να υπάρχουν μέχρι και σήμερα στη Λάρισα οικογένειες με το όνομα Σαλτζής, οι οποίες κατοικούσαν στην περιοχή του Αρναούτ μαχαλά (συνοικία του Αγ. Αθανασίου).
Τη δεκαετία του 1930 άρχισαν να διαμορφώνονται αμαξιτοί δρόμοι στο εσωτερικό του θεσσαλικού χώρου και ο αρχέγονος αυτός τρόπος μεταφοράς της ξυλείας σταμάτησε οριστικά.
———————————————————
[1]. Ρούσκας Γιάννης, Ο αργυροδίνης Πηνειός, Αθήνα, σελ. 67-69.
[2]. Το Ξυλοπάζαρο ήταν κεντρική περιοχή της Λάρισας, της οποίας τα στενά όρια μπορεί να οριοθετηθούν κατά προσέγγιση μεταξύ των σημερινών οδών Παπαναστασίου-Βενιζέλου-Απόλλωνος-Κύπρου. Σ’ αυτό υπήρχαν τα καταστήματα στα οποία γινόταν η επεξεργασία και η εμπορία του ξύλου.