Πολλοί λόγοι υπήρξαν που έγινε άλλη μια φορά αυτό-θυσιαστική αντιμετώπιση των πραγμάτων. Τα μέγιστα συνετέλεσε ως αφορμή ότι το Γ’ Ράιχ είχε στραφεί εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης από τις 22 Ιουνίου του 1941. Οι Έλληνες κομμουνιστές γνώριζαν ότι δεν είχαν μέλλον, αφού και στην Ελλάδα μόλις ήλθαν οι κατακτητές τους εκτελούσαν. Οπωσδήποτε και η τριπλή κατοχή της χώρας μας με τα εγκλήματα που γίνονταν, την ανυπαρξία τάξεως, κράτους, επέβαλλαν την Αντίσταση.
Το μεγάλο ζήτημα είναι γιατί κυριάρχησε το ΕΑΜ στην καθολική αντίσταση του ελληνικού λαού σε μεγάλο μέρος της ελληνικής υπαίθρου, παρασύροντας και άλλους που δεν είχαν ίδια πολιτική ιδεολογία. Θα ιδρυθούν κι άλλες οργανώσεις που ανήκαν σε άλλους πολιτικούς χώρους, με πιο σημαντικό το ΕΔΕΣ με δεδομένο ότι η πολιτική διαίρεση, δεν επέτρεπε συνεργασίες. Έτσι λειτούργησε σε γενικές γραμμές η Αντίσταση στην ξηρά και θάλασσα, ενώ ο στρατός, στην ουσία φιλοβασιλικός μετά τις εκκαθαρίσεις που έγιναν, πολεμούσε στο εξωτερικό (Αφρική, Ιταλία).
Κάθε θεωρία όμως, κάθε πρόθεση, κρίνεται από το αποτέλεσμα, την πράξη. Έτσι λοιπόν αν δεν είχε ιδρυθεί και εξαπλωθεί ο ΕΛ.ΑΣ. (16 Φεβρουαρίου 1942) θα μιλούσαμε για το ΕΑΜ όπως για τις άλλες μικρότερες οργανώσεις. Οπότε το ερώτημα μετατοπίζεται στο τι ήταν ακριβώς ο ΕΛ.ΑΣ. Με βάση επιστημονικές έρευνες είναι αποδεδειγμένο ότι στο σύνολο των αντιστασιακών του ΕΛΑΣ το 10% ήταν στελέχη του ΚΚΕ. Ήταν όμως οι πιο αξιόμαχοι, πιο οργανωτικοί. Αλλά για τις εκκολαπτόμενες πολεμικές επιχειρήσεις κλήθηκαν έμπειροι αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων, με πιο γνωστό τον στρατηγό Στέφανο Σαράφη, εκ Τρικάλων.
Η συνέχεια βέβαια έδειξε και τη σκοτεινή πλευρά της Αντίστασης που είναι ο πρώτος Εμφύλιος. Μερικοί λένε ότι ο διχασμός άρχισε από τότε που ο Μεταξάς έβαζε τους κομμουνιστές στη φυλακή. Ο Εμφύλιος που παίχθηκε στην περίοδο της Κατοχής έχει πολλά άλλα αίτια, αλλά προφανώς υπήρχε έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των εμπλεκομένων, μαξιμαλιστική διάθεση για τη συνέχεια όπως ήδη διαφαινόταν ότι ο τερματισμός του Ευρωπαϊκού Πολέμου (1943 συνθηκολόγηση της Ιταλίας) δεν θα αργούσε. Ο ΕΛ.ΑΣ., όπως και όλοι οι άλλοι, από το 1943-44 θα είχε ουσιαστική πολεμική συμμετοχή.
Ο διχασμός για την ερμηνεία της Αντίστασης συνεχίσθηκε και μετά τον Πόλεμο. Οι απόψεις κυμάνθηκαν ανάλογα με τις τότε πολιτικές εξελίξεις. Πάντως χωρίζεται σε δύο περιόδους, όπως έχουν αποφανθεί ειδικοί στο θέμα. Μέχρι το 1974 αποτέλεσε έναν ‘μύθο’ (ή προπαγανδιστική υπερβολή), αυτό που λέμε σήμερα Αφήγημα, όπου αποδείχθηκε ο φανατισμός ή έστω η μονομέρεια της Δεξιάς που με νύχια και δόντια εξοβέλισε τους Έλληνες κομμουνιστές. Ήταν αποτέλεσμα προπαγάνδας και ελάχιστοι όπως ο Ευ. Τοσίτσας Αβέρωφ έγραψαν για την Κατοχή -για Αντίσταση δεν γινόταν τότε λόγος- με πιο μειλίχιο βλέμμα. Μετά το 1974 η Αντίσταση αποτέλεσε έναν ‘μύθο’, εκ μέρους στελεχών της Αριστεράς σε όλες της αποχρώσεις της, με έξαρση του ρόλου της σε σημείο ποιητικής υπερβολής, αφήγηση όμως που οδηγούσε σε μονομέρεια. Ήταν επόμενο ίσως, και θα έλεγα θεμιτό, μεταξύ τους τα παλαιά στελέχη να θυμηθούν τα νιάτα τους που άλλοι από αντιπαλότητα τους στέρησαν. Το μεγάλο λάθος της προ του 1974 κατάστασης ήταν ότι ισοπέδωσε την προσφορά τους, την αγνόησε και τη θεώρησε κριτήριο ενοχής για τον Εμφύλιο, την τελική αναμέτρηση.
Ούτε το ένα ούτε το άλλο αφήγημα, νομίζω, ανταποκρίνεται 100% στα πράγματα. Η επιστημονική θεώρηση του θέματος με την ανακάλυψη πλείστων αρχείων σε Ελλάδα και εξωτερικό δίνει νέες διαστάσεις, αλλά τώρα πλέον η ψυχραιμία των Ιστορικών δεν έχει να κάνει με τις παλαιές δημόσιες τοποθετήσεις, κατάλληλες για γιορτές και φεστιβάλ.
Οι αντιστασιακοί που γνώρισα δεν ήθελαν τίποτα άλλο παρά να εξαίρεται η υπαρξιακή πλευρά της Αντίστασης, η απόφαση του λαού να σταθεί αξιοπρεπώς απέναντι στην τριπλή κατάκτηση, συνεχίζοντας τον σύσσωμο αγώνα που άρχισε στις 28 Οκτωβρίου 1940, και ότι ήταν τιμή τους ότι συμμετείχαν ως απλά μέλη. Πλην εξαιρέσεων δεν επιδίωξαν αυτοπροβολή του ιδίων ή των συγγενών τους. Φυσικά όσοι αυθόρμητοι περιέγραψαν επιχειρήσεις που συμμετείχαν, κάτι πολύτιμο μια και αρχεία λίγα σώθηκαν, αντιμετωπίζουν τέτοια θέματα μη έχοντας συνολική εικόνα του θέματος. Δεν έκαναν ιδιαίτερα κατορθώματα, πέρα από δολιοφθορές ή μικρές μάχες. Επιτελικές ενέργειες, όπως στον Γοργοπόταμο, μόνον με συνεργασία με Άγγλους που ενίσχυαν την Αντίσταση επιτεύχθηκαν.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η Αντίσταση είχε συμβολικό χαρακτήρα, όπως υποστηρίχθηκε. Ο εχθρός είχε έναν φόβο, δεν έσφιγγε τη μέγγενη περισσότερο, π.χ. αποφυγή ταπεινώσεων του λαού, απόσυρση του σχεδίου μεταφοράς Ελλήνων εργατών στα εργοστάσια της Γερμανίας, κοκ.
Του Σταύρου Γουλούλη