Επί τουρκοκρατίας και μέχρι το 1905 στον συγκεκριμένο χώρο υπήρχε ένα απλό ισόγειο κτίσμα με μικρά σιδερόφρακτα παράθυρα, το οποίο στέγαζε τις ποινικές φυλακές της Λάρισας. Το οίκημα των φυλακών, καθώς και μερικά διπλανά καταστήματα τα οποία ήταν ιδιοκτησία του, ο Χατζημέτος τα κατεδάφισε και στη θέση τους οικοδόμησε ένα μεγαλοπρεπέστατο για την εικόνα της Λάρισας της εποχής, διώροφο μέγαρο που κάλυπτε ολόκληρο τον χώρο της γωνίας. Ήταν ένα κτίριο κομψό, με σπουδαία αρχιτεκτονικά στοιχεία, το οποίο είχε πρόσοψη προς την πλατεία. Το 1906 ο ιδιοκτήτης Μεχμέτ Χατζημέτος ενοικίασε τον επάνω όροφο του νεόδμητου κτιρίου για πέντε χρόνια στον λεσχάρχη[2] Ιωάννη Ασλάνη, με τη βασική προϋπόθεση να χρησιμοποιήσει τον χώρο αποκλειστικά και μόνον ως λέσχη και να τον εμπλουτίσει με έπιπλα αξίας. Ο Ιωάννης Ασλάνης ήταν ένας δραστήριος, προοδευτικός και πανέξυπνος επιχειρηματίας ο οποίος διέθεσε άφθονα χρήματα για να φέρει στη Λάρισα τον κοσμοπολίτικο αέρα της ελληνικής πρωτεύουσας. Οι χώροι της Λέσχης ήταν πολυτελέστατοι, με βαρύτιμους κρυστάλλινους πολυελαίους, πολυτελέστατα βιεννέζικα έπιπλα, πολύχρωμα περσικά χαλιά, βελούδινες κουρτίνες και ακριβά σερβίτσια. Στη λέσχη αυτή φιλοξενούσε κάθε είδους κοσμικές εκδηλώσεις, οι οποίες συγκέντρωναν την ανώτερη κοινωνία της πόλης, καθώς και Τούρκους μπέηδες, οι οποίοι είχαν την οικονομική δυνατότητα να την επισκέπτονται τακτικά. Έχουν εντοπισθεί διαφημιστικές καταχωρήσεις σε εφημερίδες της περιόδου εκείνης, από τις οποίες πληροφορούμαστε ότι χρησιμοποιήθηκε ως ψυχαγωγικό κέντρο με μουσική και χορευτικά συγκροτήματα από το εξωτερικό, ως αίθουσα χορευτικών εκδηλώσεων, θεατρικών παραστάσεων, διαλέξεων, κοντσέρτων, ως χαρτοπαικτική λέσχη, κλπ. Τελικά η σπουδαία προσωπικότητά του ταύτισε την ονομασία της Λέσχης με το επίθετό του.
Ο Ασλάνης θεωρείται ως ένας από τους πρώτους που ανέδειξαν πολιτιστικά τη Λάρισα και συνέβαλαν ώστε να αποβάλει την τουρκική χροιά της. Ήταν ευφυής και φιλοπρόοδος επιχειρηματίας. Πρώτος αυτός στις 21 Ιουνίου 1907 παρουσίασε «…εν τω νέω ψυχαγωγικώ κέντρω (Πλατεία Θέμιδος) μέγα διπλούν αμερικανόν κινηματογράφον τελειοτάτου συστήματος, πρωτοφανής δια την Ελλάδα» έγραφε η εφημερίδα «Μικρά». Επίσης το καλοκαίρι του 1909 χρησιμοποιώντας δική του ηλεκτροπαραγωγική μηχανή, φώτισε για πρώτη φορά την περιοχή της Κεντρικής πλατείας, όπου είχε αναπτύξει τραπεζοκαθίσματα. Και τα δύο αυτά γεγονότα είχαν προκαλέσει μεγάλη αίσθηση στους κατοίκους της Λάρισας, οι οποίοι από περιέργεια είχαν κατακλύσει την πλατεία και περιεργάζονταν τη νέα εφεύρεση των κινούμενων εικόνων και με δέος έβλεπαν επίσης για πρώτη φορά τον ηλεκτρικό φωτισμό στην πόλη. Η προσπάθειά του αυτή τον ανέδειξε σε προοδευτικό άτομο το οποίο συνέβαλε στην κοινωνική πρόοδο μιας πόλης που είχε αρχίσει σταδιακά να εξελίσσεται και να προοδεύει.
Ο Ιωάννης Ασλάνης λειτούργησε τη Λέσχη μέχρι το 1919. Η ονομασία αυτή όμως έμεινε για πολλά χρόνια στη συνείδηση των Λαρισαίων, αν και αμέσως μετά ο όροφος χρησιμοποιήθηκε και για άλλους σκοπούς. Αρχικά στεγάσθηκε το Ξενοδοχείον Ύπνου «Μεγάλη Βρετανία» με επιχειρηματία τον Βασίλειο Μίχο. Αργότερα το κτίριο περιήλθε στην κατηγορία των ανταλλαξίμων και πέρασε ιδιοκτησιακά στο δημόσιο. Το 1935 παραχωρήθηκε στο Υπουργείο Στρατιωτικών για να στεγάσει τη Λέσχη Αξιωματικών Φρουράς Λαρίσης.
Το ισόγειο του μεγάρου Χατζημέτου διέθετε πολλά καταστήματα. Προπολεμικά, από την πλευρά της οδού Φιλελλήνων είχε κατάστημα εγχώριων προϊόντων ο πλούσιος Εβραίος έμπορος Μουσόν Αβραάμ. Στην ημικυκλική γωνία του κτιρίου υπήρχε το Καπνοπωλείο των αδελφών Μπαλταδώρου. Στη συνέχεια επί της οδού Αλεξάνδρας (Κύπρου) βρίσκονταν καταστήματα τα οποία κατά διαστήματα άλλαζαν χρήσεις. Μετά την κυρία είσοδο του ξενοδοχείου τον υπόλοιπο χώρο καταλάμβανε το ιστορικό καφενείο του Δημητρίου Μπόκοτα, στο οποίο σύχναζαν ως επί το πλείστον οι νυκτόβιοι, οι αρτεργάτες οι οποίοι έπαιρναν τον καφέ τους τις πολύ πρωινές ώρες και οι αμαξάδες που είχαν σταθμευμένα τα αμάξια τους στην απέναντι πλευρά του δρόμου. Στο βάθος του καφενείου αυτού υπήρχε ιδιαίτερη αίθουσα στην οποία είχαν εγκατασταθεί τα πρώτα μπιλιάρδα.
Όπως διακρίνεται και στη φωτογραφία, αρχιτεκτονικά το μέγαρο αυτό αποτελούσε ένα θαυμάσιο δείγμα εκλεπτυσμένης νεοκλασικής αισθητικής. Ο κάτω όροφος είχε τυπικά διαμορφωθεί σε μια σειρά καταστημάτων με μεγάλα ανοίγματα που μόλις διακρίνονται. Η αξεπέραστη όμως ομορφιά του κτιρίου επικεντρωνόταν στον επάνω όροφο και κυρίως στην πρόσοψη η οποία έβλεπε προς την πλατεία και η οποία πάνω στη σκεπή κατέληγε σε επιμελημένο τοξωτό αέτωμα. Ολόκληρο το οικοδόμημα είχε προσαρμοσθεί σε μια ιδιότυπη μορφή γωνιακού κτίσματος, όπου οι δύο πλευρές δημιουργούσαν στη γωνία έναν κυλινδρικό όγκο, ο οποίος γινόταν περισσότερο εμφανής στον επάνω όροφο. Ψηλά, στο ύψος της σκεπής, ο όγκος αυτός κατέληγε σε οξυκόρυφο τρούλο από φολιδωτά γκρι μεταλλικά στοιχεία.
-----------------------------------------------------------------
[1]. Ο Μεχμέτ Εφέντης Χατζημέτος ήταν ένας πλούσιος μουσουλμάνος επιχειρηματίας και γαιοκτήμονας της Λάρισας, με πολλά ακίνητα μέσα στην πόλη και τεράστιες γαιοκτησίες. Παρέμεινε στη Λάρισα μετά την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας και για κάποιο διάστημα υπήρξε και μουφτής. Το κονάκι του ήταν τεράστιο και καταλάμβανε μια μεγάλη έκταση στη γωνία των σημερινών οδών Λάμπρου Κατσώνη και 23ης Οκτωβρίου.
[2]. Η συμβολαιογραφική πράξη μισθώσεως της Λέσχης που έγινε από τον συμβολαιογράφο Αγαθάγγελο Ιωαννίδη στις 12 Ιουλίου 1906 αναφέρει τον Ιωάννη Ασλάνη με την επαγγελματική ιδιότητα του λεσχάρχη, δηλ. επιχειρηματία κοσμικής λέσχης. Με την ίδια ιδιότητα αναφέρεται και σε εφημερίδα της εποχής: “…μετά πολλής επιτυχίας διεξήχθη την νύκτα της παρελθούσης Κυριακής ο υπέρ της Λέσχης μας δοθείς εν τη αιθούση αυτής μέγας χορός, υπό τας περιποιήσεις του λεσχάρχου Ιωάν. Ασλάνη και του λοιπού προσωπικού του…», εφ. «Μικρά», Λάρισα, φύλλο της 21ης Φεβρουαρίου 1907. Το ενοικιαστήριο υπάρχει στα Γ.Α.Κ. Λάρισας και φέρει τον αριθμό 34810. Φωτοαντίγραφό του με προμήθευσε ο φίλος Θανάσης Μπετχαβές.
Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com