Ο καλλιτέχνης μια μέρα του 1945, λίγους μήνες μετά την απελευθέρωση από τους Γερμανούς, στάθηκε χαμηλά στα σκαλοπάτια του Αγίου Αχιλλίου, τα οποία οδηγούσαν από τον αύλειο χώρο του ναού στην δεξιά όχθη του Πηνειού. Εκεί έστρεψε το βλέμμα του προς τα νοτιοδυτικά της Λάρισας και κατέγραψε ό,τι έβλεπε.
Στο κάτω επίπεδο από αριστερά διακρίνεται ο παρόχθιος δρόμος, αδιαμόρφωτος ακόμα, να διασχίζεται από ορισμένα άτομα και δεξιότερα η κοίτη του ποταμού με ελάχιστο νερό. Ήδη από το 1939 είχε αρχίσει η κατασκευή από την Εταιρεία Henry Boot & Sons Ltd της ανακουφιστικής κοίτης στον δρόμο προς την Γιάννουλη και η ροή στην παλιά κοίτη είχε περιορισθεί. Πίσω καταγράφεται σε όλη την έκτασή της η μεγάλη γέφυρα του Πηνειού, έτσι όπως λαβώθηκε από τις φωτιές του πολέμου. Είναι γνωστό ότι τον Απρίλιο του 1941 ανατινάχθηκε από φίλιες δυνάμεις για να εμποδιστεί η προώθηση του Γερμανικού στρατού και τον Οκτώβριο του 1944 από τους Γερμανούς κατά την οπισθοχώρησή τους. Δύο μόνον τόξα έχουν παραμείνει ακέραια από την παλιά μεγάλη λίθινη εννιάτοξη γέφυρα που είχε κτισθεί στις αρχές του 16ου αιώνα από τον Χασάν μπέη. Τα υπόλοιπα έχουν αντικατασταθεί από πρόχειρη κατασκευή με ξύλινους δοκούς, γιατί τότε ήταν η μοναδική πρόσβαση στην πόλη από τον δρόμο του Τυρνάβου και η συγκοινωνία έπρεπε να συνεχισθεί απρόσκοπτα.. Η κίνηση πάνω στο οδόστρωμα είναι αραιή. Μια άμαξα, πεζοί και ζώα κινούνται και προς τις δύο κατευθύνσεις, ενώ ένα αυτοκίνητο είναι έξω από τη γέφυρα, στην αρχή της οδού Μακεδονίας (σήμερα Βενιζέλου), με κατεύθυνση προς την πόλη.
Στο επάνω τμήμα της εικόνας από αριστερά παρατηρούμε μια υπερυψωμένη τετράγωνη περιοχή με δένδρα. Είναι η θέση όπου μέχρι το 1908 υπήρχε το σπουδαιότερο τζαμί της Λάρισας του Χασάν μπέη. Μετά την κατεδάφισή του ο χώρος δενδροφυτεύτηκε, και στο μέρος αυτό αναπτύχθηκε ένα υπαίθριο καφενεδάκι, από το οποίο η θέα προς τον Όλυμπο, τον θεσσαλικό κάμπο και το Αλκαζάρ ήταν φανταστική. Το όνομα του κέντρου ήταν «Πευκάκια» προφανώς από τα πολλά πεύκα που υπήρχαν στο πλάτωμα του γήλοφου, ενώ μπροστά του εκτείνεται η οδός Καλλιθέας παράλληλα με την δεξιά όχθη του Πηνειού. Στη συνέχεια εκτείνεται η περιοχή Σάλια[1] και πιο κάτω ο Αρναούτ μαχαλάς (συνοικία Αγίου Αθανασίου). Στο βάθος, πίσω από μια σειρά λεύκες διακρίνεται η κορυφή του Υδατόπυργου και στο άκρο δεξιά ένα μέρος από την συνοικία Πέρα μαχαλάς.
Το σχέδιο αυτό του Γιολδάση μας προσφέρει μια πραγματική αναπαράσταση της Λάρισας όπως ήταν το 1945, 72 χρόνια πριν και αποτελεί ένα δείγμα της απαράμιλλης τέχνης του. Ο Δημήτριος Γιολδάσης καταγόταν από την Σαμαρίνα και γεννήθηκε στο Βούνεσι (σήμερα Μορφοβούνι) Καρδίτσας το 1897, σημαδιακή για την Θεσσαλία χρονολογία. Το 1914 γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα και φοίτησε στα τμήματα ζωγραφικής και γλυπτικής. Αποφοίτησε το 1921. Για 12 χρόνια δίδαξε το μάθημα των Τεχνικών σε γυμνάσια της Καρδίτσας, ενώ συγχρόνως ταξίδευε και ζωγράφιζε συνεχώς. Τα έργα του παρουσιάσθηκαν σε πολλές ατομικές εκθέσεις σε μεγάλες πόλεις της χώρας μας και συμμετείχε σε πολλές ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Καθώς είναι γνήσιο τέκνο του θεσσαλικού χώρου, έχει αποτυπώσει στα έργα του πολλά προσωπικά νεανικά βιώματα των ανθρώπων με τους οποίους συναναστράφηκε και τα οποία προέρχονται κυρίως από την αγροτική ζωή. Παρουσιάζουν πλούσια θεματογραφία, κυρίως τοπία και εικόνες από την καθημερινή ζωή στο επαρχιακό περιβάλλον που έζησε μικρός. Δεν υστέρησε όμως και σε άλλους τομείς, όπως η γλυπτική, η αγιογραφία και το ψηφιδωτό. Μια επί πλέον ιδιαιτερότητα της τέχνης του ήταν τα πορτραίτα, τα οποία απέδιδε με τον δικό του χαρακτηριστικό τρόπο.
Στην χαρακτική επιδόθηκε από τα πρώτα του χρόνια. Τα χάραζε και τα τύπωνε σε μηχάνημα που χρησιμοποιούσε αποκλειστικά ο ίδιος ο καλλιτέχνης. Ένα δείγμα της τέχνης του στη χαρακτική αποτελεί και η σημερινή εικόνα που παρουσιάζουμε.
Έργα του βρίσκονται σε συλλογές μεγάλων ιδρυμάτων, όπως η Εθνική Πινακοθήκη, η Εθνική Τράπεζα και σε πολλές ιδιωτικές συλλογές κυρίως στις μεγάλες θεσσαλικές πόλεις (Λάρισα, Βόλος, Καρδίτσα, Τρίκαλα), αλλά και στο εξωτερικό. Στην Δημοτική Πινακοθήκη της Λάρισας Γ. Ι. Κατσίγρα υπάρχει μια ιδιαίτερα μεγάλη συλλογή έργων του τα οποία φθάνουν περίπου τα 60 και αποτελούν ένα βασικό εικαστικό υλικό το οποίο εκπροσωπεί όλες τις εκφραστικές τάσεις του καλλιτέχνη.
Πέθανε τον Φεβρουάριο του 1993 σε μεγάλη ηλικία και άφησε σαν παρακαταθήκη ένα πλούσιο ζωγραφικό έργο, μέσα στο οποίο μπορεί κανείς να θαυμάσει και πολλά έργα που αφορούν την Λάρισα και την περιοχή της. Από την άποψη αυτή μπορεί κάλλιστα να σταθεί δίπλα στον άλλο σπουδαίο ζωγράφο της Λάρισας Αγήνορα Αστεριάδη, με τον οποίο εξ’ άλλου ήταν και συνομήλικοι.
-------------------------------------------------
[1]. Σάλια ήταν η περιοχή όπου συγκεντρώνονταν στις όχθες του Πηνειού οι τεράστιες ντάνες ξυλείας, οι οποίες ταξίδευαν από την Δυτική Θεσσαλία και την Ήπειρο με την δύναμη της ροής του Πηνειού και των παραποτάμων του. Στο σημείο αυτό η ξυλεία έβγαινε στη στεριά και διαμοιράζονταν στα καταστήματα του Ξυλοπάζαρου και σε άλλες πόλεις και κωμοπόλεις του νομού. Οι εργάτες οι επιφορτισμένοι με την δουλειά αυτή ονομάζονταν Σαλτζήδες, επίθετο γνωστό στη Λάρισα του 20ου αιώνα.
Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com