Αλλά ας τα πάρουμε τα γεγονότα από την αρχή. Έπειτα από τον πόλεμο που μας κήρυξε η φασιστική Ιταλία στις 28 Οκτωβρίου 1940, ο ενεργός ανδρικός πληθυσμός της χώρας μας βρέθηκε με το όπλο στο χέρι στα βουνά της Αλβανίας. Στις πολεμικές επιχειρήσεις που ακολούθησαν η Λάρισα αποτέλεσε βασικό στόχο των ιταλικών αεροπορικών επιδρομών λόγω του στρατιωτικού αεροδρομίου και των μεγάλων στρατιωτικών εγκαταστάσεων που διέθετε. Επειδή οι επιδρομές αυτές ήταν πολύ συχνές, είχαν τοποθετηθεί σειρήνες σε καίρια σημεία μέσα στην πόλη για να ειδοποιούν τον κόσμο ότι έρχονται εχθρικές «επισκέψεις» και αντιαεροπορικά καταφύγια είχαν κατασκευασθεί σε πολλές περιοχές. Απ’ όλες αυτές τις ιταλικές επιδρομές δεν μπορεί να σβηστεί εύκολα από τη μνήμη της τοπικής ιστορίας ο ανηλεής βομβαρδισμός που υπέστη η πόλη στις 21 Δεκεμβρίου του 1940. Για κάποιο λόγο οι σειρήνες δεν μπόρεσαν να ειδοποιήσουν τον κόσμο και ο ιταλικός βομβαρδισμός βρήκε τους κατοίκους στο δρόμο και στις δουλειές. Δεκάδες οι νεκροί και οι καταστροφές ανυπολόγιστες. Έπειτα απ’ αυτό, οι περισσότερες οικογένειες που ο προστάτης τους πολεμούσε στα βουνά της Αλβανίας, εγκατέλειψαν την πόλη και εγκαταστάθηκαν σε πιο ασφαλή κοντινά μέρη (Αγιά, Συκούριο, Ραψάνη, κλπ).
Και ενώ οι από αέρος ιταλικές επισκέψεις συνεχίζονταν, στις 5 και 53΄ το πρωί της 1ης Μαρτίου του 1941, ημέρα Σάββατο, παραμονή της Κυριακής των Απόκρεω, ισχυρός σεισμός μεγέθους 6,3 βαθμών της κλίμακας Richter, που συνοδευόταν από έναν υπόκωφο θόρυβο, συγκλόνισε συθέμελα τη Λάρισα. Καθώς την ώρα αυτή οι κάτοικοι ήταν στα κρεβάτια τους, ξύπνησαν σαστισμένοι και οι περισσότεροι πίστεψαν ότι ήταν και πάλι ένας από τους συνηθισμένους βομβαρδισμούς, και ότι η αντιαεροπορική άμυνα απλώς δεν πρόλαβε να ενεργοποιήσει τις σειρήνες. Όμως η υπόκωφη βοή άλλα υποδήλωνε. Χαμένοι στο σκοτάδι, όσοι πρόλαβαν άρχισαν ημίγυμνοι να εγκαταλείπουν τα σπίτια τους και βγαίνοντας στους δρόμους αντίκρισαν μέσα στο αχνό πρωινό φως του Μαρτίου μια ολοκληρωτική καταστροφή. Από τα γκρεμισμένα κτίρια ακούγονταν συνεχώς φωνές απελπισίας, εκκλήσεις για βοήθεια και κραυγές πόνου. Δυστυχώς στα ερείπια μιας πολυβομβαρδισμένης πόλεως, ήρθαν να προστεθούν και τα ερείπια από τον Εγκέλαδο. Με το ξημέρωμα έφθασε και η στρατιωτική βοήθεια για να συνδράμει τους κατοίκους, που πάσχιζαν να απεγκλωβίσουν μέσα από τα χαλάσματα ζωντανούς και νεκρούς. Ευτυχώς οι τελευταίοι δεν ήταν πολλοί αναλογικά με τις τεράστιες ζημιές, γιατί όπως αναφέρθηκε, αρκετοί είχαν ήδη εγκαταλείψει την πόλη. Εκκλησίες, δημόσια κτίρια, κατοικίες, Τράπεζες, καταστήματα είχαν καταρρεύσει ή είχαν πληγωθεί ανεπανόρθωτα.
Ο ανταποκριτής μιας αθηναϊκής εφημερίδας μετέδιδε: «Γεγονός είναι ότι εκ των 6.000 περίπου οικιών της Λαρίσης ποσοστόν 80% κατέστη άχρηστον …Μεταξύ εκείνων που κατέρρευσαν είναι κτίρια Τραπεζών, το Δικαστικόν μέγαρον, η στρατιωτική λέσχη (Λέσχη Ασλάνη), τα ξενοδοχεία «Στέμμα» και «Πανελλήνιον», η εκκλησία του Αγίου Αχιλλίου, τα γραφεία του Β΄ Σώματος Στρατού (Αρχοντικό Σκαλιώρα), το Αρσάκειον, τα νοσοκομεία, οι δύο μιναρέδες[1] οι οποίοι διετηρούντο δια λόγους ιστορικούς, το κωδωνοστάσιον του Αγίου Νικολάου…»[2].
Την επομένη 2 Μαρτίου, Κυριακή των Απόκρεω, κατά το μεσημέρι «Η εχθρική αεροπορία, εν γνώσει ότι την προηγουμένην ημέραν η Λάρισα είχεν υποστεί τρομακτικάς καταστροφάς, με αρκετά θύματα εκ του σεισμού και καθ’ ήν ώραν το έδαφος εσείετο υπό των κατ΄ εξακολούθησιν σεισμικών δονήσεων και υπήρχον χιλιάδες άστεγοι γυναίκες και παιδιά, εβομβάρδισεν επί μίαν ολόκληρον ώραν δια σμήνους βομβαρδιστικών αεροπλάνων την πληγείσαν ταύτην πόλιν. Κατά την διάρκειαν του βομβαρδισμού διεκόπη το έργον της διασώσεως των υπό τα ερείπια θυμάτων εκ των σεισμών»[3]. Η άνανδρη αυτή πράξη των Ιταλών καταδικάστηκε διεθνώς για την μικροψυχία της.
Μετά τον σεισμό και τον νέο βομβαρδισμό, το ρεύμα της φυγής των Λαρισαίων είχε πάρει τη μορφή εγκατάλειψης της πόλεως. Την Μεγάλη Εβδομάδα γερμανικά αεροπλάνα έβαλαν και πάλι στο στόχο και βομβάρδισαν τη Λάρισα και όταν παραμονές του Πάσχα τα γερμανικά στρατεύματα έμπαιναν στην ανοχύρωτη πόλη, τη βρήκαν ερειπωμένη και έρημη από κατοίκους. Ήταν μια καλή ευκαιρία να την λεηλατήσουν…
Τελικά οι καταστροφές οι οποίες συνέβησαν τον Μάρτιο του 1941 πιστεύεται ότι επέφεραν μεταπολεμικά την ριζική αλλοίωση της φυσιογνωμίας της Λάρισας.
Η σημερινή φωτογραφία απεικονίζει το φαρμακείο του Αγαμέμνονα Αστεριάδη, το οποίο βρισκόταν στην βόρεια πλευρά της κεντρικής πλατείας[4], όπως είχε καταντήσει μετά τον σεισμό και τους βομβαρδισμούς του 1941. Η σπάνια αυτή φωτογραφία προέρχεται από το αρχείο του Άγγελου Αβδανά.
-------------------------------
[1]. Εννοεί τον μιναρέ του Γενή τζαμί στην πλατεία του Δημοτικού Ωδείου και τον μιναρέ του Μπουρμαλί τζαμί εκεί όπου στεγάζεται σήμερα ο κινηματογράφος «Βικτώρια».
[2]. Βλέπε: εφ. «Ελεύθερον Βήμα» Αθηνών, φύλλο της 3ης Μαρτίου 1941.
[3]. Ανακοίνωση του υφυπουργείου Δημοσίας Ασφαλείας, με ημερομηνία 2 Μαρτίου 1941.
[4]. Βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Το Φαρμακείο Κων. Αστεριάδη Στη Λάρισα. Ιστορικά τεκμήρια, εφ, «Ελευθερία», ένθετο «Πολιτισμός», φύλλο της 22ας Δεκεμβρίου 2011.
* Από τον Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com