Ήταν ο «Σταθμός του Θεσσαλικού» όπως τον έλεγαν οι παλιοί Λαρισαίοι, σε αντιδιαστολή με την γραμμή Αθηνών – Λαρίσης – Θεσσαλονίκης -Ειδομένης, που τον ονόμαζαν «Σταθμό Διεθνούς». Είναι ζωγραφισμένη με μολύβι από τον συντοπίτη ζωγράφο Αγήνορα Αστεριάδη το 1940, πριν από τον μεγάλο σεισμό. Έχει σχεδιασθεί από την πλατεία που βρισκόταν μπροστά από την είσοδο του Σταθμού, στο κέντρο της οποίας υπήρχε ευρύς στρογγυλός δενδρόφυτος χώρος, τον οποίο οι άμαξες περιέτρεχαν κυκλικά. Βρισκόταν νότια του Σταθμού του Διεθνούς, πίσω από το Τελωνείο και απέναντι από το κτίριο του Λαογραφικού Μουσείου, από το οποίο χωρίζεται με ψηλό μαντρότοιχο.
Όπως θα δούμε, η κατασκευή του Σταθμού του Θεσσαλικού προηγήθηκε 20 περίπου χρόνια του Σταθμού του Διεθνούς. Πολύ νωρίς μετά την απελευθέρωση, στις 11 Σεπτεμβρίου 1881, υπογράφτηκε η σύμβαση για την κατασκευή σιδηροδρομικής γραμμής Λαρίσης-Βόλου. Εκ μέρους του κράτους την είχε υπογράψει ο υπουργός Εσωτερικών Ν. Παπαμιχαλόπουλος, ενώ εκ μέρους του εργολήπτη ο Evaristo de Chirico[1], με χρηματοδότη τον Θεόδωρο Μαυρομιχάλη, πλούσιο Έλληνα τραπεζίτη της Κωνσταντινουπόλεως. Αμέσως μετά την υπογραφή της σύμβασης κατέφθασε στη Θεσσαλία ομάδα τεχνικών για την εκπόνηση των κατασκευαστικών μελετών. Στις 28 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου πραγματοποιήθηκε στη Λάρισα η επίσημη έναρξη των έργων. Η τελετή έγινε λίγο μετά την «πύλη της Φαρσάλου», κοντά στο αρχαίο τείχος της πόλεως. Στο σημείο της τελετής είχε στηθεί μεγάλη σκηνή, σημαιοστολισμένη, η οποία θα φιλοξενούσε τους εκπροσώπους των θρησκευτικών, πολιτικών και στρατιωτικών αρχών, τους επικεφαλής των κατασκευαστικών έργων, εργατοτεχνίτες και πλήθος κόσμου. Ο αγιασμός τελέσθηκε από τον μητροπολίτη Λαρίσης Νεόφυτο μέσα σε εορταστική ατμόσφαιρα. Ευχές για την ευοίωνη πορεία των έργων απηύθυναν μεταξύ των άλλων ο Μουφτής της Λάρισας Μεχμέτ Εμίν Εφέντης και ο Ραβίνος Σιμών Πεσά, ενώ η στρατιωτική μπάντα ανέκρουσε τον εθνικό ύμνο και έπαιζε διάφορα εμβατήρια. Στη συνέχεια ο Βέλγος μηχανικός A. Hennebert προσκάλεσε τους επισήμους να εγκαινιάσουν το έργο, σκάβοντας συμβολικά με μια σκαπάνη το έδαφος, μέσα σε ενθουσιώδεις ζητωκραυγές. Τέλος προσφέρθηκαν στους παρευρισκομένους ποτά, γλυκίσματα, φρούτα και σαμπάνια[2].
Η σιδηροδρομική γραμμή άρχισε να στρώνεται κατά τα τέλη του 1882 από τον Βόλο και ολοκληρώθηκε στη Λάρισα τον Ιούλιο του 1883. Το πλάτος μεταξύ των σιδηροτροχιών ήταν ένα μέτρο. Τα εγκαίνια της γραμμής έγιναν στις 22 Απριλίου 1884. Ξεκίνησε η τελετή από τον σταθμό του Βόλου, παρουσία του Βασιλιά Γεωργίου Α΄, μελών της βασιλικής οικογενείας, του υπουργού Εσωτερικών Κ. Λομβάρδου, τοπικών επισήμων, τραπεζιτών, δημοσιογράφων και επίλεκτων μελών της αθηναϊκής κοινωνίας, προσκεκλημένων του Θ. Μαυροκορδάτου. Μετά την τελετή όλοι οι προσκεκλημένοι επιβιβάσθηκαν στην αμαξοστοιχία και σε 2 ώρες και 20 λεπτά έφθασαν στη Λάρισα. Η άφιξή της χαιρετίσθηκε από κανονιοβολισμούς. Τους επισήμους υποδέχθηκαν στον σταθμό οι τοπικές αρχές και πλήθος κόσμου ενώ η στρατιωτική μπάντα παιάνιζε διάφορα εμβατήρια. Στη διαδρομή από τον σιδηροδρομικό σταθμό μέχρι και τα βασιλικά ανάκτορα, που βρισκόταν ως γνωστόν στην περιοχή του σημερινού Δημοτικού Ωδείου, είχε παραταχθεί στρατός που απέδιδε τιμές. Αργά το μεσημέρι οι πολυάριθμοι προσκεκλημένοι παρακάθισαν σε γεύμα που παρέθεσε ο Θεόδ. Μαυροκορδάτος σε μια αίθουσα των ανακτόρων η οποία είχε διακοσμηθεί κατάλληλα. Κατά τη διάρκεια του γεύματος, μέσα σε ατμόσφαιρα γενικού ενθουσιασμού έγιναν οι τυπικές προπόσεις και εκφράσθηκαν ευχές για την ομαλή πορεία του έργου. Οι εφημερίδες της εποχής όμως κατηγόρησαν τον Μαυροκορδάτο ότι παρέλειψε να προσκαλέσει στο γεύμα και ορισμένα άλλα σπουδαία πρόσωπα, μεταξύ των οποίων και τους αγωνιστές του επαναστατικού αγώνα της Θεσσαλίας, ενώ αντίθετα είχε προσκαλέσει «ομογενείς και άλλους ανθρώπους, λείχοντας μέχρι της χθες τα κράσπεδα των Τούρκων πασάδων»[3].
Η κατασκευή των κτιριακών εγκαταστάσεων των σταθμών άρχισε τον Μάρτιο του 1883, υπό την επίβλεψη του εργολάβου Θ. Πετρόχειλου. Το κτίριο του σταθμού στη Λάρισα ήταν πανομοιότυπο με το αντίστοιχο του Βόλου. Επειδή το τελευταίο διασώζεται και μάλιστα άριστα συντηρημένο, αντιλαμβάνεται κανείς την ομορφιά του σταθμού του Θεσσαλικού της Λάρισας. Αν και δεν ήταν πολύ μεγάλο σε μέγεθος, ήταν όμως εντυπωσιακό σαν κτίριο χάρη στην ιδιότυπη αρχιτεκτονική του, όπως διακρίνεται και στο δημοσιευόμενο χαρακτικό. Ήταν επίμηκες και στο μεγαλύτερο μέρος μονώροφο και μόνον το μεσαίο τμήμα του εμφάνιζε δεύτερο όροφο, ο οποίος στη στέγη κατέληγε σε τριγωνική μετώπη.
Ο σταθμός αυτός εξυπηρέτησε για πολλά χρόνια την συγκοινωνία και τις μεταφορές μεταξύ Λάρισας και Βόλου. Από τον σεισμό του 1941 οι φθορές του υπήρξαν ασήμαντες και επιδιορθώθηκαν άμεσα. Το 1955 οι Θεσσαλικοί Σιδηρόδρομοι κρατικοποιήθηκαν και συγχωνεύθηκαν με το ΣΕΚ (τον πρόδρομο του σημερινού ΟΣΕ). Ο σεισμός του 1957 κατέστρεψε τον επάνω όροφο, ο οποίος γκρεμίσθηκε και το όλο κτίσμα έγινε εξ ολοκλήρου ισόγειο και καλύφθηκε με νέα στέγη. Το 1960 οι ΣΕΚ διαπλάτυναν την στενή γραμμή, την εναρμόνισαν με τα διεθνή πρότυπα και την συνέδεσαν με την γραμμή Αθηνών Λαρίσης. Έτσι ο Σταθμός του Θεσσαλικού εγκαταλείφθηκε. Σήμερα διατηρείται το ισόγειο κτίσμα, τα ανοίγματα του οποίου έχουν αποφραχθεί με τσιμεντόλιθους. Αν επισκεφθεί κανείς την περιοχή θα αντικρύσει θαμμένα στη βλάστηση και στα χώματα απομεινάρια της παλιάς γραμμής και διάσπαρτα ερείπια από το κτίριο, μια εικόνα προκλητικής εγκατάλειψης[4].
--------------------------------------------------------
[1]. Ο μηχανικός Evaristo de Chirico ήταν ο πατέρας του μεγάλου Ιταλού ζωγράφου Giorgio de Chirico, ο οποίος γεννήθηκε στον Βόλο το 1888.
[2]. Ανδρουλιδάκης Κώστας, Οι Θεσσαλικοί Σιδηρόδρομοι (1881-1955), Μουσείο Φωτογραφίας «Χρήστου Καλεμκερή» Δήμου Καλαμαριάς, (2002) σελ. 44.
[3]. Ανδρουλιδάκης Κώστας, ό. π., σελ. 60.
[4[. Ρηγόπουλος Ε., Στόχος να «ξαναγεννηθεί» ο σταθμός του Θεσσαλικού, εφ. «Ελευθερία», φύλλο της 2ας Δεκεμβρίου 2009.