Του Χαράλαμπου Βόγια
Η Μάχη της Κοιλάδας των Τεμπών ή όπως και την ονομάζουν ως τη Μάχη του Φαραγγιού του Πηνειού, ήταν βασικά, μια μάχη «οπισθοφυλακής» που δόθηκε από τα στρατεύματα των Αυστραλών και Νεοζηλανδών, εναντίον των Γερμανών κατακτητών , από της 17 έως 18 Απριλίου, του 1941, κατά τη διάρκεια της αποτυχημένης εκστρατείας, των Βρετανών, στην Ελλάδα. Η Λάρισα ήταν μια ζωτικής σημασίας διασταύρωση στην οποία διάφορα οδικά και σιδηροδρομικά δίκτυα συνέκλιναν και μέσω της οποίας η δυνάμεις της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, τον Απρίλιο του 1941, υποχωρούσαν από τη Βόρεια Ελλάδα και έπρεπε να περάσουν από τη Λάρισα. Προκειμένου να προστατευτεί η Λάρισα, για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, ως κομβικό σημείο που ήταν, για φυγή προς νότο, αποφασίστηκε οργάνωση σημείου αμύνης, στη δυτική έξοδο της κοιλάδας των Τεμπών, στο σημείο εξόδου από της σήραγγες του σιδηρόδρομου και σε οδόφραγμα του αμαξωτού δρόμου, κοντά στο χωριό Τέμπη. Στην αυτές τις θέσεις έσπευσε η 16η Ταξιαρχία της Αυστραλίας υπό τον Ταξίαρχο 'Τούμπη' Αλεν και τον Συνταγματάρχη Φ.Ο. Χίλτον, με το 2/2Τάγμα, αλλά και το 21ο τάγμα της Νέας Ζηλανδίας, του Αντισυνταγματάρχη Ν.Λ. Μάκυ, για να εμποδίσουν τις γερμανικές δυνάμεις, να περάσουν μέσα από το φαράγγι.
Στην περιοχή αυτή, στις 17 Απριλίου, 1941, επικρατούσε γενικά συννεφιά και έπεφτε βροχή, που δυσκόλευε να προχωρήσει προς τα Τέμπη η 2ηγερμανική Μεραρχία των Πάντσερ, κατά μήκος της ακτής από τον Πλαταμώνα, όπως και το γερμανικό τάγμα της 6ης Ορεινής Μεραρχίας, που κινούνταν προς τα νότια, πάνω από τους πρόποδες του Ολύμπου, προς Γόννους, κοντά στη δυτική έξοδο του φαραγγιού. Και οι δύο γερμανικές ομάδες έλαβαν διαταγές κατά τη διάρκεια της 17 Απριλίου να εισβάλουν στη Λάρισα πριν την «W - Force». Η 2η Μεραρχία Πάντσερ ξεκίνησε χωματουργικές εργασίες και ανατινάξεις, με σκοπό τη βελτίωση της πρόσβασης προς την ανατολική είσοδο της κοιλάδας των Τεμπών. Η κορυφαία γερμανική μεραρχία τεθωρακισμένων είχε πάρα πολύ δύσκολη κατάβαση σε αυτό το σημείο. Χρειάστηκε πολύς χρόνος, με τις ερπύστριες να κόβονται στα στενά μονοπάτια, για να φτάσουν, νωρίς το απόγευμα, στο κάτω μέρος της ράχης, στην ανατολική είσοδο της κοιλάδας. Δεδομένου, στη θέση αυτή, είχαν καταστραφεί όλες οι γέφυρες, από το Μηχανικό, μαζί με τη σιδηροδρομική γέφυρα. Τα γερμανικά τεθωρακισμένα, του 1ου Τάγματος, του 3ου Συντάγματος, του φον Ντέκερ, προχώρησαν κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής, οδηγώντας τα τανκς, επάνω στις ράγες. Στα μισά περίπου του σιδηροδρόμου, κατά μήκος του φαραγγιού, τα τανκς βρήκαν το δρόμο τους μπλοκαρισμένο, στις δύο ανατιναγμένες σήραγγες και η προώθηση των τανκς σταμάτησε. Οι Γερμανοί έμειναν και «εντελώς» από εφόδια. Αυτό το πρόβλημα, λύθηκε μόνο εν μέρει, από τη ρίψη εφοδίων από τα γερμανικά αεροσκάφη και εφοδιασμό μέσω θαλάσσης, από κάποια μικρά σκάφη, ανοικτά των ακτών ανατολικά του Ολύμπου.
Το αυστραλιανό 2/2 Τάγμα έφθασε εκείνο το βράδυ και πήρε μια θέση κοντά στην έξοδο του φαραγγιού και πιο πίσω κοντά στους Γόννους, για να αποτρέψει μια επίθεση, η οποία θα ερχόταν από τη 6η Ορεινή Μεραρχία. Το αυστραλιανό 2/3 Τάγμα έφθασε πριν από την αυγή και πήρε θέση κοντά στο 2/2 Τάγμα. Εν τω μεταξύ, ελαφρώς προς τα δυτικά, γύρω στο μεσημέρι, της 17 Απριλίου η προφυλακή του κορυφαίου γερμανικού τάγματος, της 6ης Ορεινής Μεραρχίας (3ο Τάγμα, 143ο Σύνταγμα), άρχισε να φτάνει στους Γόννους. Ο Γερμανός Ταξίαρχος Φ. Σέρνερ, διέταξε το υπόλοιπο του 3ου Τάγματος, να σπεύσει με μεγαλύτερη ταχύτητα, για να κτυπήσει το φαράγγι από τα δυτικά. Μετά από μια σύντομη ανάπαυση, στις 15.00, το υπόλοιπο του 143ου Συντάγματος συνέχιζε την εξαντλητική ανάβαση του. Οι Νεοζηλανδοί κρατούσαν το φαράγγι στο οδόφραγμα, κοντά στο χωριό Τέμπη και τις υψηλές περιοχές, στις πλαγιές του Κισσάβου, ενώ οι Αυστραλοί είχαν την περιοχή πέρα από το χωριό Τέμπη, στη δυτική έξοδο του φαραγγιού, κοντά στην έξοδο του σιδηρόδρομου και στην πεδιάδα πίσω. Τα στρατεύματα στα Τέμπη, διατάχθηκαν να πολεμήσουν μέχρι τέλους, και με τη διαταγή του Ταξίαρχου Κλόους, τους ΑΝΖΑΚ, που ήταν: "εάν είναι απαραίτητο να αμύνονται μέχρι εξόντωσης", και να κρατηθούν τουλάχιστον μέχρι τις 19Απριλίου.Το 21η Τάγμα είχε ένα θλιβερό οπλοστάσιο, των τεσσάρων αντιαρματικών πυροβόλων όπλων και δύο όλμους. Οι όλμοι ήταν εκτός λειτουργίας, μετά τη μάχη στο Πλαταμώνα. Το πρώτο γερμανικό τανκ δυσκολεύτηκε να φτάσει, μέχρι το φαράγγι και προσεβλήθη από το πυροβολικό στις 5 το απόγευμα στις 17 Απριλίου. Στη συνέχεια, μια γερμανική περίπολος με ποδηλάτες, έφτασε στην σήραγγα, προκαλώντας μια μικρή εμπλοκή όπλων. Χωρίς να γίνει αντιληπτή, η 2η Μεραρχία Πάντσερ, βρήκε πέρασμα στο φουσκωμένο ποτάμι, και κατάφερε να περάσουν πέντε τανκς, βυθισμένα μέχρι τον πυργίσκων. Τα τρία κατάφεραν να περάσουν στην απέναντι όχθη και τα δυο βούλιαξαν, στο βυθό του Πηνειού . Τα γερμανικά ορεινά στρατεύματα, είχαν επίσης καταφέρει να παρακάμψουν την κοιλάδα, κατεβαίνοντας προς τους Γόννους, από τα μονοπάτια του Νότιου Ολύμπου, στα δυτικά της κοιλάδας, κοντά στους Αυστραλούς. Το πρωί της 18 Απριλίου, ήταν σαφές, ότι ο εχθρός είχε σημειώσει πρόοδο για να απειλήσει τις περισσότερες από τις αμυντικές μονάδες, των σύμμαχων. Στους Γόννους ξέσπασαν πυροβολισμοί, που εξαπλωθήκαν γρήγορα. Οι μονάδες των Νεοζηλανδών, στο οδόφραγμα του δρόμου, διπλά στο χωριό Τέμπη, αντιμετώπισαν βαριά γερμανική επίθεση και για κάποια στιγμή βρέθηκαν περικυκλωμένοι. "Η κοιλάδα γέμισε με το «βρυχηθμό των ορμητικών οβίδων, οι εκρήξεις από όλμους και το κροτάλισμα των αυτομάτων όπλων ακουγόταν επαναλαμβανόμενα ως ηχώ από τα βράχια». Ένας Νεοζηλανδός, έγραψε: «Οι αρχαίοι Έλληνες Θεοί που κατοικούσαν στον Όλυμπο, μπορεί να έχουν εμπλακεί στην αυτήν τη μάχη». Το γερμανικό πεζικό επιχείρησε να διασχίσει το ποτάμι, με τα τανκς να κινούνται δυτικά και να τους ακολουθεί πεζικό. Το χωριό Τέμπη βομβαρδίστηκε και επιχειρήθηκαν περεταίρω διαβάσεις, όμως ηττήθηκαν από το πυροβολικό.Τελικά τα τανκς υποστήριξαν τα στρατεύματα διέλευσης. Στο μεταξύ, τα αντιαρματικά κατέστρεψαν δύο τανκς, όμως το γερμανικό πεζικό πέρασε πάνω από την κατεστραμμένη σιδηροδρομική γέφυρα και η άμυνα άρχισε να καταρρέει. Οι Γερμανοί ξεκίνησαν μια διττή επίθεση, λίγο μετά το πρωί, της 18ης Απριλίου. Τα γερμανικά στρατεύματα, επιτέθηκαν κατά μήκος του φαραγγιού, ενώ δύο συντάγματα της Ορεινής Μεραρχίας, προχώρησαν, σε επίθεση από τα βόρεια. Μέχρι το μεσημέρι, οι Νεοζηλανδοί, παραδόθηκαν και αποσύρθηκαν σε διάσπαρτα μέρη. Μετά, μια ανάπαυλα, οι Γερμανοί ανανέωσαν την επίθεσή τους, το απόγευμα. Επιθέσεις από την απέναντι όχθη του ποταμού αποκρούστηκαν, αλλά η αποφασιστική κίνηση των γερμανικών τανκς, ανάγκασε την πρόωρη αποχώρηση του 2 / 3ου Τάγματος και επέφερε κατάρρευση του 2 / 2ου Τάγματος. Μετά από τις 18:00 το τάγμα αποσύρθηκε, με τα γερμανικά στρατεύματα να τους καταδιώκουν. Μετά την κατάληψη των Τεμπών, από τους Γερμανούς το 2 / 3ο Τάγμα, ένας Λόχος του 2 / 2ου Τάγματος και μια ομάδα διαφόρων άλλων διασκορπισμένων νωρίτερα Αυστραλών και Νεοζηλανδών, πολέμησαν ως μια κινητή οπισθοφυλακή, μερικές φορές μάχονταν, σχεδόν εξ επαφής, με τα γερμανικά τανκς. Με την αυγή, αυτή η δύναμη, είχε διασκορπιστεί και υπερκεράστηκε από τους Γερμανούς, αλλά τα στρατεύματα της βρετανικής κοινοπολιτείας, αποχώρησαν πια από τη Λάρισα. Ο κύριος σκοπός της Μάχης των Τεμπών έχει επιτευχθεί στο ακέριο. Τα θύματα της αυστραλέζικης Ταξιαρχίαςήταν 80 νεκροί και τραυματίες. Οι Νεοζηλανδοί έχασαν 4 άτομα και οι Γερμανοί 140 άνδρες. Οι διασωθέντες Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί διασκορπίστηκαν στα βουνά και ελληνικά χωριά, με πολλούς να αποχωρήσουν από την Ελλάδα μέσω θαλάσσης. Θα ήταν ευχής έργο, να τιμήσουμε τα θύματα αυτής της μάχης, που θυσιαστήκαν, μακριά από τις πατρίδες τους, οι οποίες βρίσκονται στον αντίποδα της γης, με ένα μνημείο στα Τέμπη. Οι Αυστραλοί και οι Νεοζηλανδοί, θα παρομοίαζαν αυτήν τη μάχη, με μάχη της Καλλίπολης και αναγνώριζαν, ότι η Μάχη των Τεμπών τιμάται εδώ, θα έσπευδαν να επισκεφτούν τα μέρη μας, όπως το κάνουν σε τόσους άλλους τόπους.