Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com
Από τις αρχές του 19ου αιώνα, όταν η Λάρισα άρχισε σταδιακά να εποικίζεται από χριστιανικό πληθυσμό, ο οποίος ήταν εγκατεστημένος πιο πριν σε ορεινές περιοχές από τον φόβο των Οθωμανών κατακτητών, οι συνοικίες στις οποίες είχαν συγκεντρωθεί ήταν περίπου έξη. Μία απ’ αυτές ήταν ο Πέρα μαχαλάς. Πολλοί πιστεύουν ότι η εν λόγω συνοικία είναι σχετικά νέα. Όμως υπάρχουν έμμεσες αναφορές για την παρουσία της από τα μέσα του 17ου αι. και άμεσες από τις αρχές του 18ουαιώνακαι μετά.
--Πρώτη έμμεση αναφορά της συνοικίας γίνεται το 1648 από τον Τούρκο ιστορικό και γεωγράφο Χατζή Κάλφα (1648-1687) στη μελέτη του «Ρούμελη και Βοσνία»[1], όπου αναφέρει ότι το ¼ της Λάρισας βρισκόταν πέρα από το ποτάμι και υπονοεί φυσικά την συνοικία Πέρα μαχαλά.
--Ο Αγιοταφίτης ιερομόναχος Ιουστίνος την αναφέρει σε ενθύμησή του με ημερομηνία 28 Φεβρουαρίου 1729, περιγράφοντας μια μεγάλη πλημμύρα που έπληξε την περιοχή της Λάρισας[2].
--Ο Κώστας Σπανός θεωρεί ότι η συνοικία της Αγίας Παρασκευής της Λάρισας, η οποία αναφέρεται σε κατάστιχο του έτους 1750 και βρίσκεται στην Μονή Μεταμορφώσεως των Μετεώρων, ταυτίζεται με τον Πέρα Μαχαλά.
--Επίσης στον Κώδικα 1472 της Μητροπόλεως Λαρίσης εντοπίζεται έγγραφο του 1775, το οποίο υπογράφει μεταξύ άλλων και ο «Ιωάννης ιερεύς από πέρα μαχαλέ»[3].
--Το 1881 επισκέφθηκε τη Λάρισα ο Γερμανός ιατρός Bernard Ornsteinως επικεφαλής της υγειονομικής υπηρεσίας του στρατού κατάληψης της Θεσσαλίας και σε κάποια μελέτη του αναφέρει ότι «Δυτικά της γέφυρας του Πηνειού είναι η συνοικία που κατοικείται από Βλάχους[4], με άθλια καλντερίμια».
--Ο Μιχαήλ Γρηγορόπουλος περιγράφει το 1882 ορισμένες πόλεις της Θεσσαλίας και της Ηπείρου, τις οποίες επισκέφθηκε μετά την ενσωμάτωση των περιοχών αυτών στην Ελλάδα. Στην περιγραφή της Λάρισας αναφέρεται και στον Πέρα μαχαλά[5].
--Σαν μικρός σε μέγεθος συνοικισμός που ήταν ο Πέρα μαχαλάς και καθώς βρισκόταν στην αριστερή όχθη του Πηνειού, απέναντι από την κυρίως πόλη, δεν εντάχθηκε στο Α΄ Σχέδιο Πόλεως το οποίο εκπονήθηκε το 1883. Γι’ αυτό παρατηρούμε και σήμερα ακόμα, ότι το σημερινό ρυμοτομικό σχέδιο στην παλιά περιοχή της συνοικίας διατηρείται σχεδόν όπως ήταν κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας όσον αφορά τη δόμηση και τους δρόμους της.
Ο Πέρα μαχαλάς ήταν καθαρά μια συνοικία χριστιανική με ελληνικό όνομα. Η ονομασία Πέρα προήλθε από τον εντοπισμό της, που σημαίνει αντίπερα της πόλεως. Κάτι δηλαδή αντίστοιχο που συναντάμε και στην Κωνσταντινούπολη. Ως Πέραν είναι γνωστή η περιοχή πέρα από το Γαλατά και συναντάται στα οθωμανικά διοικητικά έγγραφα από τα τέλη του 15ου αιώνα.
Μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες υπήρχε στην περιοχή του Πέρα μαχαλά το ταφικό μνημείο του Χουρσίτ πασά[6]. Βρισκόταν κατά μήκος της αριστερής όχθης του Πηνειού, στις αρχές της οδού αρχιεπισκόπου Δωροθέου, λίγα μέτρα αριστερά μετά την έξοδο από τη γέφυρα. Είχε κατασκευασθεί στα 1822 μετά τον θάνατό του (αυτοκτονία;) και για ένα διάστημα είχε ξεχασθεί, αποκαλύφθηκε όμως τυχαία το 1891 και ταυτοποιήθηκε από τον Κων. Λιβανό, επίσημο διερμηνέα της τουρκικής γλώσσας στα ελληνικά δικαστήρια. Στους περιοίκους ήταν γνωστός ως «τάφος του πασά». Μεταπολεμικά από αδιαφορία και σύληση του οικοδομικού του υλικού, άρχισε να καταστρέφεται. Πάντως μέχρι το 1980 μπορούσε κανείς να διακρίνει τμήματα του τάφου του. Σήμερα δεν έχει παραμείνει τίποτα που να τον θυμίζει.
Οι συνοικίες Πέρα μαχαλάς και Ταμπάκικα και κατά δεύτερο λόγο ο Παράσχου μαχαλάς, επειδή υψομετρικά ήταν από τις χαμηλότερες συνοικίες της Λάρισας, κατά τις μεγάλες βροχοπτώσεις που υπερχείλιζε ο Πηνειός, κατακλύζονταν από νερά τα οποία επέφεραν όχι μόνον υλικές ζημιές, αλλά και θανάτους. Οι ενθυμήσεις που έχουν διασωθεί στα παράφυλλα των λειτουργικών βιβλίων των εκκλησιών από ολιγογράμματους ιερείς και μοναχούς, περιγράφουν συχνά τα καταστροφικά αυτά φαινόμενα στην περιοχή μας. Χαρακτηριστική είναι η περιγραφή του Ιωάννου Οικονόμου-Λογιωτάτου του Λαρισαίου[7].
«…γίνονται κάποτε μικροί κατακλυσμοί εις τούτο το μέρος τον χειμώνα, όταν η Σαλαμβριά ξεχειλίζει, από τον οποίον κατακλυσμόν πειράζεται πολύ και ο Πέρα Μαχαλάς της Λαρίσσης…». Το φαινόμενο αυτό προβλημάτιζε για χρόνια τις τοπικές αρχές, οι οποίες πριν ακόμη γίνουν τα αντιπλημμυρικά έργα, προσπαθούσαν με προσωρινά μέτρα να αντιμετωπίζουν τις καταστροφές. Διαβάζουμε σε εφημερίδα της Λάρισας του 1919: «…υπεβλήθησαν χθες εις την Νομαρχίαν μελέται της επισκευής των σφαγείων, της αποξηράνσεως του έλους Πέρα Μαχαλά και της επισκευής δύο οδών εν τη συνοικία «Πέρα Μαχαλά», αι οποίαι άμα βρέχει μεταβάλλονται εις λίμνας και είναι εντελώς αδιάβατοι»[8].
Η φωτογραφία η οποία συνοδεύει το κείμενο αποτυπώνει την πλημμύρα του 1901 και τον Πέρα Μαχαλά. Η συνοικία είναι μικρή σε έκταση και περιορίζεται στον χώρο αριστερά του δρόμου που οδηγεί στη Γιάννουλη. Μετά το καφωδείον «Απόλλων» και τα σπίτια που φαίνονται αριστερά, βρισκόταν το ταφικό μνημείο του Χουρσίτ πασά, πιο πέρα ο ναός του Αγίου Χαραλάμπους είναι υπό κατασκευήν (δεν έχει ολοκληρωθεί ο τρούλος), πίσω διαγράφονται οι τεράστιες πλημμυρισμένες εκτάσεις, ενώ στον χώρο του Αλκαζάρ το μνημείο των πεσόντων αξιωματικών του πολέμου του 1897 και η προτομή του Κρυστάλλη δεν έχουν ακόμα κατασκευασθεί.
(Συνεχίζεται)
[1]. Εκδόθηκε στη Βιέννη το 1812, μεταφρασμένο στα γερμανικά με τον τίτλο «Rumeliund Bosna». Βλέπε: Θεόδωρος Παλιούγκας, Η Θεσσαλία στο γεωγραφικό έργο του Χατζή Κάλφα (1648), Πρακτικά του 3ου Συνεδρίου Λαρισαϊκών Σπουδών (8-9 Απριλίου 1995) με θέμα «Η Λάρισα και η περιοχή της από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα», Λάρισα (1997) σελ. 129-144.
[2]. Αναφέρει μεταξύ άλλων: «... Ενθύμησις όταν κατέβασεν η Σαλαμπριά και έπνιξε την Λάρισα, τον Πέρα Μαχαλάν, τον Ταπακίδων Μαχαλά και Αρναούτ Μαχαλά και άλλα χωρία…». Βλέπε: Επαμεινώνδας Φαρμακίδης, Η Λάρισα. Από των Μυθολογικών χρόνων μέχρι της προσαρτήσεως αυτής εις την Ελλάδα (1881), Βόλος (1926) σελ. 206, υποσημ. 1.
[3]. Βλέπε: Επαμεινώνδας Φαρμακίδης, ό. π., σελ. 273.
[4].Στα νεώτερα χρόνια η συνοικία αυτή είναι γνωστή ως Βλαχομαχαλάς. Είναι η πρώτη μαρτυρία που έχουμε για την παρουσία βλαχόφωνου πληθυσμού στον Πέρα Μαχαλά. Πότε κατοικήθηκε η συνοικία από Βλάχους δεν είναι γνωστό. Ίσως έπειτα από τα ρυθμιστικά διατάγματα(Tanzimat) του 1839 και 1856των Οθωμανών, μετά τα οποία χριστιανικοί πληθυσμοί από τα χωριά της Πίνδου άρχισαν να εγκαθίστανται στη Λάρισα. Βλέπε: Νίκος Ζδάνης, Η Λάρισα κατά τον Ornstein, αμέσως μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους, Πρακτικά του 1ου Συνεδρίου Λαρισαϊκών Σπουδών (9-10 Μαρτίου 1991), Λάρισα (1992) σελ. 213.
[5]. Γράφει σχετικά: «... έχει και μικρόν τινα συνοικισμόν επί της αριστεράς όχθης, πέραν μαχαλάν καλούμενον, ένθα εισί και ευτελή τινα καφενεία υπό τα πυκνά φυλλώματα υψιτενών λευκών, και παρά τον ήρεμον ρουν του ποταμού…». Βλέπε: Μιχαήλ Σ. Γρηγορόπουλος, Περιήγησις εν Ελλάδι, ήτοι περιγραφή των επισημοτέρων πόλεων του Ελληνικού Βασιλείου, συμπεριλαμβανομένων και των ηπειροθεσσαλικών Άρτης, Λαρίσσης, Τρικάλων, Τυρνάβου και Βώλου, Αθήνησιν (1882) σελ. 99.
[6]. Ο Χουρσίτ πασάς διορίσθηκε τον Νοέμβριο του 1820 διοικητής της Πελοποννήσου και δύο μήνες μετά, στις 6 Ιανουαρίου του 1821, αναχώρησε για τα Ιωάννινα προκειμένου να καταστείλει την ανταρσία του Αλή πασά της Ηπείρου. Έναν χρόνο αργότερα, τον Ιανουάριο του 1822, κατόρθωσε να τον συλλάβει και να στείλει το κεφάλι του δώρο στον Σουλτάνο. Όμως ο Χουρσίτ πασάς που βρισκόταν τότε στη Λάρισα, κατηγορήθηκε και για απροθυμία να βοηθήσει τον Δράμαλη στα Δερβενάκια και για την κατακράτηση μεγάλου μέρους της περιουσίας του Αλή πασά. Περιέπεσε υπό την δυσμένεια του Σουλτάνου Μαχμούτ και θεωρώντας βέβαιη την τιμωρία του λέγεται ότι αυτοκτόνησε στις 30 Νοεμβρίου 1822 με δηλητήριο. Η κηδεία του έγινε στην πόλη μας με επισημότητα, σύμφωνα με τις οδηγίες που είχε δώσει εν ζωή και ενταφιάσθηκε στη συνοικία Πέρα μαχαλά. Λίγες ημέρες μετά τον θάνατό του οι απεσταλμένοι του Σουλτάνου έφθασαν στη Λάρισα, ξέθαψαν το πτώμα, απέκοψαν το κεφάλι του και το μετέφεραν στην Κωνσταντινούπολη. Βλέπε: Επαμεινώνδας Φαρμακίδης, ό. π., σελ. 225-226 και κυρίως: Θεόδωρος Παλιούγκας, Η Λάρισα κατά την Τουρκοκρατία (1423-1881), τομ. Β΄, Κατερίνη (2007) σελ. 580-586
[7]. Ιωάννης Οικονόμου-Λογιώτατος, Ιστορική Τοπογραφία της τωρινής Θεσσαλίας (1817), εισαγωγή-σχόλια-επιμέλεια Κώστας Σπανός, Λάρισα (2005) σελ. 47-49.
[8]. Εφ. «Μικρά», Λάρισα, φύλλο της 16ης Ιουνίου 1919.