Η κυβέρνηση κατάφερε να «περάσει» από τη Βουλή, χωρίς απώλειες, τον κρατικό προϋπολογισμό του 2009, αλλά είναι αμφίβολο αν θα μπορέσει να τον υλοποιήσει, καθώς μάλιστα όλες οι ενδείξεις και οι εκτιμήσεις των ειδικών επιμένουν πως η επόμενη χρονιά θα είναι εξαιρετικά δύσκολη από οικονομική και δημοσιονομική άποψη.
Ο νέος προϋπολογισμός δεν έχει, λένε οι οικονομικοί αναλυτές, σχέση με την οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα, τα βασικά οικονομικά του μεγέθη έχουν, ήδη, ανατραπεί από τις αρνητικές οικονομικές εξελίξεις, η δε ιεράρχηση των στόχων του έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις προτεραιότητες της κοινωνίας.
Και αυτό (πρέπει να) το γνωρίζει καλώς ο Κώστας Καραμανλής (ο οποίος έχει επιλέξει να μιλά για «υπευθυνότητα» για να κρύψει την, για λόγους εκλογικούς και μικροκομματικούς, αδυναμία της κυβερνήσεώς του να προσαρμοσθεί στις νέες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες) καθώς «βλέπει» (στις δημοσκοπήσεις) πως οι όποιες ανακοινώσεις ή πρωτοβουλίες του δεν πείθουν ούτε την ευρύτερη, αλλά ούτε καν την παραταξιακή κοινή γνώμη.
Κατέστη δε προφανές (κι αυτό αφορά την κυβέρνηση, αλλά και τη μείζονα αντιπολίτευση, η οποία επιζητεί, όπως τουλάχιστον διακηρύσσει, να διαδεχθεί τη ΝΔ στη διαχείριση της κυβερνητικής εξουσίας) από τη συζήτηση στη Βουλή επί του κρατικού προϋπολογισμού ότι η ελλαδική πολιτική τάξη λειτουργεί με όρους περασμένων δεκαετιών και κυρίως δεν αλλάζει τη ρουτίνα της, είτε γιατί δεν έχει λύσεις, είτε γιατί δεν θέλει να τις δει, για λόγους μικροκομματικής σκοπιμότητας.
Δεν είναι δε τυχαίο πως και το ΠΑΣΟΚ έχει επιλέξει τις φραστικές παροχές προς τους πολίτες, αν και γνωρίζει πως η κακή δημοσιονομική κατάσταση της χώρας δεν επιτρέπει τη χρηματοδότησή τους, τα δε μικρότερα κόμματα της αντιπολιτεύσεως έχουν υιοθετήσει μία αντικαπιταλιστική κριτική στην οικονομική πολιτική που εφαρμόζεται και στο οικονομικό σύστημα και δείχνουν να πιστεύουν ότι η σύγκρουση με τα μεγάλα συμφέροντα αρκεί για να λύσει τα βασικά προβλήματα της πενόμενης ελλαδικής κοινωνίας.
* Αλλαγές στην κυβέρνηση
Μέσα δε στο βαρύ αυτό κλίμα οι «γαλάζιοι» έχουν χάσει τον ύπνο τους, θέλουν δε να πιστεύουν πως με επικοινωνιακά τρικ (γιατί περί αυτού πρόκειται, αφού ουδείς μιλά για αλλαγή οικονομικής πολιτικής ή για αναθεώρηση του προϋπολογισμού και άσκηση κοινωνικής πολιτικής) όπως με έναν κυβερνητικό ανασχηματισμό, με εκκλήσεις για «εθνική συνεννόηση» και «υπευθυνότητα», αλλά (εδώ δε βρίσκεται και η αντίφαση) και με την καλλιέργεια κλίματος πολώσεως με το ΠΑΣΟΚ, θα μπορέσουν να βελτιώσουν την εικόνα της ΝΔ και της κυβερνήσεως.
Οι επικείμενες αλλαγές στην κυβέρνηση, που, εκτός απροόπτου, αναμένονται στις αρχές του νέου έτους, κυριαρχούν στις συζητήσεις υπουργών και βουλευτών και έχουν επισκιάσει κάθε άλλη συζήτηση σχετικά με τη χώρα, την κοινωνία και την οικονομία.
Όλοι και όλα στη «γαλάζια» παράταξη κινούνται στον αστερισμό του ανασχηματισμού, αναμένοντας τις τελικές αποφάσεις του πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή, στη δε Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ επικρατεί αναστάτωση και κυριολεκτικά οι «γαλάζιοι» βουλευτές είναι σε «αναμμένα κάρβουνα», αρκετοί δε φέρονται αποφασισμένοι να αντιδράσουν αν δεν συμπεριληφθούν στο νέο σχήμα…
Στα υπουργικά γραφεία, οι συνεργάτες των υπουργών είναι υπ’ ατμόν και έχουν παραλύσει τα πάντα, με αποτέλεσμα να γίνονται τα εντελώς απαραίτητα, η δε κατάσταση είναι κωμικοτραγική στο εσωτερικό της κυβερνήσεως και του κόμματος, καθώς μάλιστα υπουργοί αφήνουν να διαρρεύσουν οι επιθυμίες τους, αδιαφορώντας για το τι ακριβώς επιθυμεί ο πρωθυπουργός.
Αυτό δε το κλίμα έχει δημιουργήσει εσωτερικές, στο «γαλάζιο» στρατόπεδο, έριδες, με αποτέλεσμα τα υπουργικά «αλληλοκαρφώματα», ενώ σε όλες τις δημοσκοπήσεις η ΝΔ συνεχίζει την κατρακύλα, με το ΠΑΣΟΚ να έχει φτάσει τη διαφορά ακόμη και στις 6 μονάδες.
* Ο «μεγάλος συνασπισμός»
Όμως, αυτή η κατάσταση, αντί να δημιουργήσει θετικό κλίμα μεταξύ των ηγετικών στελεχών του ΠΑΣΟΚ, το έχει φέρει σε δύσκολη θέση, καθώς από το χώρο της μείζονος αντιπολιτεύσεως προέρχονται προτάσεις ακόμη και για κυβερνητική συνεργασία με τη ΝΔ, όπως προκύπτει από τις σχετικές «ιδέες» των Χρήστου Βερελή και Θόδωρου Πάγκαλου, «ιδέες» που κάθε άλλο παρά ως τυχαίες μπορούν να χαρακτηριστούν.
Πολλοί αναλυτές λένε πως αυτού του είδους οι προτάσεις από προβεβλημένα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, επί της ουσίας αποσκοπούν στην παρεμπόδιση του Γιώργου Α. Παπανδρέου να αναλάβει την πρωθυπουργία, αν και εφόσον το Κίνημα κερδίσει τις εκλογές και δη με αυτοδυναμία.
Σ’ αυτό δε το σκηνικό θα πρέπει να προστεθεί και μια πρόταση του πρώην Υπουργού του ΠΑΣΟΚ Αλέκου Παπαδόπουλου για προσφυγή της Ελλάδος σε διεθνείς οργανισμούς προκειμένου να ελεγχθεί η αξιοπιστία των βασικών οικονομικών μεγεθών και να προσδιοριστούν τα αναγκαία μέτρα προσαρμογής της οικονομίας.
Δηλαδή επί της ουσίας προτείνει την αυτοκατάργηση της ελλαδικής πολιτικής τάξεως και μάλιστα σε μία περίοδο κατά την οποία φαίνεται πως το ΠΑΣΟΚ αναπτύσσει μια πολιτική δυναμική επιστροφής στην εξουσία.
Ορισμένοι αναλυτές εκτιμούν ότι υπάρχει εσωτερικός διχασμός στο ΠΑΣΟΚ και αυτό το καθιστά εκλογικά ευάλωτο, παρά το προβάδισμα που του δίνουν οι περισσότερες δημοσκοπήσεις και συνεπώς οι ψηφοφόροι δύσκολα θα εμπιστευτούν ένα κόμμα εξουσίας, που βρίσκεται σε κατάσταση ακήρυκτου εσωκομματικού εμφυλίου (Γ. Κύρτσος).
Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι πριν τη διατύπωση των προτάσεων των κ.κ. Βερελή και Πάγκαλου (ο πρώτος ζήτησε να ανακοινώσει ο πρωθυπουργός συγκεκριμένη ημερομηνία εκλογών ως την άνοιξη και εν συνεχεία να οριστεί Υπουργός Οικονομίας κοινής αποδοχής ώστε να αποκατασταθεί η διεθνής αξιοπιστία της χώρας και ο δεύτερος πρότεινε τον ορισμό επίσης Υπουργών κοινής αποδοχής για τα υπουργεία Δημοσίας Τάξεως, Δικαιοσύνης και Οικονομίας) είχε προηγηθεί μια σιβυλλική δήλωση του προέδρου του ΣΕΒ Δημήτρη Δασκαλόπουλου, ο οποίος ομίλησε για την ανάγκη «ισχυρής διακυβέρνησης» και αυτό ερμηνεύθηκε ως υπαινιγμός για συγκυβέρνηση των δύο μεγάλων κομμάτων εξουσίας.
Δηλαδή για έναν «μεγάλο συνασπισμό» συγκυβερνήσεως ΝΔ - ΠΑΣΟΚ όπως στη Γερμανία με την Άγκελα Μέρκελ.
Ορισμένοι αναλυτές έκαναν λόγο (ανεξαρτήτως των προθέσεων των κ.κ. Πάγκαλου και Βερελή) για εν εξελίξει σχέδιο για την ποδηγέτηση των πολιτικών εξελίξεων, που θέλει να οδηγήσει στη συγκυβέρνηση των δύο μεγάλων κομμάτων εξουσίας, εκμεταλλευόμενο την οικονομική κρίση, σχέδιο, όμως, που δείχνει την αποδοκιμασία τόσο της ΝΔ, όσο και του ΠΑΣΟΚ.
Οι ίδιοι προσθέτουν σ’ αυτό το σενάριο και τον Κώστα Σημίτη, ο οποίος με την ομιλία του στη Βουλή για τον προϋπολογισμό υπαινίχθηκε ακόμη και προσφυγή στο ΔΝΤ, στο δε «Έθνος» δημοσιεύθηκε ρεπορτάζ από τη Νέα Υόρκη, σύμφωνα με το οποίο η Ουάσιγκτον «σπρώχνει» σε συγκυβέρνηση των δύο μεγάλων κομμάτων εξουσίας.
Η εφημερίδα «Παρόν» έγραψε πως είναι πιθανόν διάφοροι κύκλοι, που προωθούν τον «μεγάλο συνασπισμό» ΝΔ και ΠΑΣΟΚ να θέλουν τον Κώστα Σημίτη για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας, ή ακόμη να τον θέλουν για να διαδραματίσει κεντρικό ρόλο σε μια ενδεχόμενη συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, αν φυσικά υλοποιηθούν τελικά τα προαναφερθέντα σενάρια.
* Δεν συναινούν
Βέβαια σε αυτά τα σενάρια δεν συναινούν ούτε ο Κ. Καραμανλής ούτε ο Γ. Παπανδρέου, ο καθένας για τους δικούς του λόγους.
Ο Γιώργος Α. Παπανδρέου απέρριψε κάθε σκέψη για συγκυβέρνηση, λέγοντας ότι «τα πέντε χρόνια της κυβέρνησης απέδειξαν τις διαφορές που μας χωρίζουν από τη ΝΔ», ο δε Κώστας Καραμανλής τόνισε, απευθυνόμενος στον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ, ότι «οι σεναριογράφοι μεγάλων συνασπισμών κάθονται δίπλα σας».
«Όσοι αναζητούν παράταση της σημερινής κρίσης δεν θα τη βρουν σε μας. Όσοι ψάχνουν κολυμβήθρα του Σιλωάμ δεν θα τη βρουν στο ΠΑΣΟΚ», τόνισε ο Γιώργος Α. Παπανδρέου, ο δε Κώστας Καραμανλής εμφάνισε ισχυρή την κυβέρνησή του.
Σημειώνεται, πάντως, ότι «ακόμη και στην καλοπροαίρετη εκδοχή τους» (σ.σ. έτσι εκτίμησε η εφημερίδα «Τα Νέα») οι προτάσεις για συνεργασία ΠΑΣΟΚ και ΝΔ θα δημιουργήσουν πολύ περισσότερα προβλήματα από όσα θα λύσουν, όπως έδειξε και η πείρα του παρελθόντος.
Και αυτό γιατί στην Ελλάδα δεν υπάρχει κουλτούρα συνεργασίας και έτσι (ακόμη κι αν υποτεθεί ότι τα δύο μεγάλα κόμματα θα όφειλαν να συνεργαστούν, επί τη βάση συγκεκριμένων αρχών και προγράμματος, ώστε να μειωθούν οι επιπτώσεις από την οικονομική κρίση υπέρ των εργαζομένων) όπως έχει δείξει η ιστορική εμπειρία θα υπάρξει δυσκολία στη λήψη των αποφάσεων και θα δημιουργηθούν συνθήκες παραλυσίας.
Σύμφωνα, πάντως, με «Τα Νέα» μια συγκυβέρνηση θα αποτελέσει την αφορμή για ακόμα μεγαλύτερη απαξίωση των κομμάτων, καθώς θα θεωρηθεί ως συμφωνία χωρίς αρχές, ενός πολιτικού κατεστημένου που θέλει με κάθε τρόπο να διατηρήσει το σημερινό «στάτους κβο».
Όλα αυτά τα αρνητικά ακυρώνονται βέβαια στην περίπτωση μιας μεγάλης εθνικής ανάγκης, αν και κάτι τέτοιο δεν ισχύει σήμερα, έγραψαν «Τα Νέα».