Πήρα αφορμή να γράψω αυτές τις γραμμές από κάποια μητέρα που μάλωνε την κόρη της να μην τρώει πολύ, για να μην παχύνει, γιατί είχε την τάση να παχαίνει. Θυμήθηκα τα τέσσερα αδέρφια (δύο αδελφοί και δύο αδελφές) που έπασχαν από χρόνια αϋπνία. Ήταν γέροι και έμεναν όλοι μαζί γιατί κανείς τους δεν παντρεύτηκε.
Όλοι είχαν κάποιο λόγο πους τους προκάλεσε τη χρόνια αυπνία, εκτός από έναν, που είχε κι αυτός κατακόκκινα μάτια όπως οι άλλοι απ΄ την αϋπνία. Αυτός δεν είχε κανένα λόγο να μένει άυπνος. «Γιατί δεν σας κολλάει ο ύπνος εσάς;» τον ρώτησα. «Εγώ δεν κοιμάμαι» είπε γεμάτος ανησυχία « γιατί φοβάμαι μήπως δεν κοιμηθώ».
Θα μου πείτε, πιστεύω πως ο φόβος για το πάχος προκαλεί το πάχος; Πράγματι πιστεύω ότι γίνεται κανείς αυτό που φοβάται , γι’ αυτό θυμήθηκα τα τέσσερα άυπνα αδέρφια; Όντως γίνεται αυτό που φοβούμαστε. Σχεδόν το προκαλούμε οι ίδιοι. Το βοηθούμε να γίνει.
Θα έχετε ακούσει πολλούς υπέρβαρους που λένε ότι δεν τρώνε πολύ. Δεν τρώνε πολύ και παχαίνουν. Εννοούν ότι δεν θέλουν να τρώνε, ότι φοβούνται να τρώνε πολύ. Βρίζουν τον εαυτό τους που τρώει. Δεν θέλουν να τρώνε καθόλου. Κι ο φόβος τους για το φαγητό, τους κάνει να τρώνε περισσότερο απ΄ το κανονικό. Αυτό που μισούν, αυτό κάνουν. Μισούν το πολύ φαγητό και κάνουν αυτό που μισούν, τρώνε πολύ! Το μίσος είναι φόβος κι ο φόβος αντεστραμμένη επιθυμία!
Στην προκειμένη περίπτωση της ποσότητας, αλλά και της καταλληλότητας της τροφής υπάρχει λογική εξήγηση. Αν φοβερίζεις το παιδί σου ότι θα γίνει χροντρό για να το κάνεις να μην τρώει πολύ, θα το κάνεις να τρώει πολύ. Κανείς δεν μείωσε την ποσότητα της τροφής, από το φόβο και τη στενοχώρια ότι θα παχύνει, όταν έχει την τάση να παχαίνει.
Το ίδιο και όσον αφορά το τσιγάρο. Ο φόβος ότι βλάπτουμε την υγεία μας τρώγοντας ή καπνίζοντας μας σπρώχνει να τρώμε και να καπνίζουμε περισσότερο, για να ανακουφιστούμε απ΄ το άγχος και τη στενοχώρια που μας προκαλεί η σκέψη ή η κατηγορία ότι τρώμε ή καπνίζουμε πολύ. Μια φιλοσοφία που γνωρίζει την αντιφατικότητα αυτή του εαυτού μας και τη λαμβάνει υπόψη της, είναι η φιλοσοφία της «Παράδοξης Πρόθεσης». Με τη φιλοσοφία αυτή φερόμαστε στον εαυτό μας , όπως σε μικρά παιδιά. Αντί να του υποδεικνύουμε να αποφύγει κάτι, θυμίζοντάς του τις βλαβερές συνέπειές του, να τον παροτρύνουμε να κάνει ακριβώς το αντίθετο.
Κάποτε όταν περπατούσα μέσα σε κόσμο ,ένιωθα αστάθεια και ανισορροπία. Το είπα στο γιατρό, ο οποίος διέγνωσε ότι οφείλεται σε κάποια ψυχολογική αιτία και δεν είναι σύμπτωμα κάποιας σωματικής ασθένειας. «Μη δίνεις σημασία» είπε. Δεν θυμάμαι αν θεραπεύτηκα χάρις στη φιλοσοφία της «Παράδοξης Πρόθεσης» ή δεν έδωσα σημασία, όπως είπε ο γιατρός.
Ένα άλλο δυσάρεστο αίσθημα, με το ουροποιητικό σύστημα αυτή τη φορά, δεν θεραπεύεται δυστυχώς. (Προφανώς είναι της ηλικίας και δε γίνεται τίποτα). Το ουροποιητικό σύστημα , λοιπόν, μόλις αντιληφθεί ότι πλησιάζω στο σπίτι, μαζεύει τα ελατήρια, που συγκρατούν την ούρηση, σαν πλοίο που μαζεύει τις άγκυρες, κι αφήνει τα ούρα ελεύθερα, πριν φτάσω στην τουαλέττα.
Το ουροποιητικό δε δίνει δεκάρα για την ώρα, για το ότι για κάθε πράγμα υπάρχει καιρός. Ούτε νωρίτερα, ούτε αργότερα. «Καιρός παντί πράγματι»! Εδώ η παράδοξη πρόθεση δεν κάνει τίποτα. Το σύστημα δεν συγκρατιέται με τίποτα, εκτός αν το ξεγελάσεις αλλάζοντας κατεύθυνση , κάνοντας στροφή εκατόν ογδόντα μοιρών κι αντί να συνεχίσεις το δρόμο για το σπίτι, επιστρέψεις εκεί από όπου ήρθες! «Αυτό που μισώ αυτό κάνω. Υπάρχει στα μέλη του σώματός μου μια άλλη θέληση, αντίθετη στη θέλησή μου»( Απόστολος Παύλος). Εννοείται ότι αυτή η δυσαρμονία μέσα μας γίνεται αισθητή μόνο στο συνειδητό άνθρωπο, σ΄ αυτόν που ξέρει ότι υπάρχει μέσα του ένας άλλος άνθρωπος, ο εσωτερικός άνθρωπος. Ο μη σκεπτόμενος είναι ήσυχος στην άγνοιά του. Αντιφατικός είναι μόνο ο σκεπτόμενος, αυτός που προβληματίζεται, αμφιβάλλει και αγωνίζεται για να αποκτήσει την εσωτερική του ειρήνη.