Συνηθίζω, κάθε φορά που επισκέπτομαι μια περιοχή, να μοιράζομαι με τους αναγνώστες μου εντυπώσεις και αξιοσημείωτα. Αυτή τη φορά έχει σειρά ο Νομός Ευρυτανίας, ένας Νομός ορεινός, μικρός πληθυσμιακά και σχετικά απομονωμένος από τη λοιπή Ελλάδα.
Παρότι υπάρχει προκατάληψη σε βάρος της περιοχής αυτής, εν τούτοις κατά τη διάρκεια της παραμονής εκεί επί διήμερον, η μια ευχάριστη έκπληξη διαδεχόταν την άλλη.
Στο πήγαινε, ακολουθήσαμε με τη σύζυγό μου τη διαδρομή Λάρισα, Λαμία, Μακρακώμη, Τυμφρηστός, Καρπενήσι, για να καταλήξουμε, τελικά, στο μοναστήρι της Παναγιάς της Προυσιώτισσας. Μια διαδρομή ιδιαίτερα δύσκολη για τον οδηγό ενός αυτοκινήτου. Χρειαζόταν, γι΄ αυτό, ιδιαίτερη προσοχή στην οδήγηση, αφού ο δρόμος στενός και γεμάτος στροφές, σ’ ορισμένα σημεία μόλις και μετά βίας χωρούσε δύο αυτοκίνητα. Από το Καρπενήσι και μέχρι τον Προυσό, μια απόσταση 31 χιλιομέτρων, η διαδρομή δεν ήταν μόνο επικίνδυνη. ΄Ηταν μαγευτική συνάμα, αφού ακολουθούσε το ρεύμα μιας κοιλάδας, με θεόρατα βράχια δίπλα και πάνω από τα κεφάλια μας, με τα πλατάνια σχεδόν μόνιμους συνοδούς μας, και με αρκετούς ξενώνες και χωριά ένθεν κακείθεν της διαδρομής, πνιγμένα στο πράσινο. Όλα αυτά μαζί απέπνεαν, ομολογουμένως, μια άγρια ομορφιά, που ώρες-ώρες μας φόβιζε.
Θαυμαστή, οπωσδήποτε, η διαδρομή. Πιο θαυμαστό, ωστόσο, το μοναστήρι της Παναγιάς της Προυσιώτισσας, που επισκέπτονται κάθε χρόνο χιλιάδες λαού, και που αποτέλεσε για μας μια πραγματική αποκάλυψη. Με μια ιστορία 10 περίπου αιώνων, σ’ ένα υψόμετρο 800 περίπου μέτρων, με το καθολικό του Ναού κτισμένο και σκαλισμένο, κυριολεκτικά, μέσα στο βράχο, σε μια τοποθεσία, που περιβάλλεται ολούθε από απότομα βράχια, με τον ήλιο να ανατέλλει, αυτή την εποχή, μετά τις 8 και να δύει λίγο πριν τις 6 το απόγευμα, με τους ξενώνες σκαρφαλωμένους στην πλαγιά του βουνού, μ’ ένα μεγάλο ρολόι, σε πέτρινο πύργο στην κορυφή λοφίσκου, ακριβώς απέναντι απ’ το μοναστήρι, δεσπόζει στη γύρω περιοχή και κάτω απ’ τα λιγοστά σπίτια του Προυσού.
Φιλοξενηθήκαμε μια νύχτα στους ξενώνες του και ζήσαμε στις 16 Αυγούστου το βράδυ συγκλονιστικές στιγμές, παρακολουθώντας με κάθε λεπτομέρεια το πρόγραμμα της μονής. Πανσέληνος, λιγοστό φως μέσα και γύρω απ’ το ναό, βούισμα νερών στην κοιλάδα, ήχοι απ’ τα σήμαντρα και τις καμπάνες ώρα 5 το πρωί, μυσταγωγία και ψαλμωδίες μοναχών και λαϊκών, σε μια ταιριαστή αρμονία, δεν είναι κάτι συνηθισμένο. Ήταν αυτό, που ζήσαμε, μια από τις πιο σημαντικές ευχάριστες εκπλήξεις.
Οι ευχάριστες εκπλήξεις, όμως, δεν σταματούν εδώ. Το ίδιο το Καρπενήσι αποτελεί από μόνο του μια ευχάριστη έκπληξη για τον επισκέπτη. Η μικρή αλλά συμπαθητική αυτή πόλη είναι κτισμένη σε ορεινή περιοχή, περιστοιχίζεται από πολλές βουνοκορφές, καταπράσινες οι περισσότερες και γεμάτες από με χιονοδρομικά κέντρα, που τονώνουν τη ζωή κατά τη χειμερινή περίοδο.
Στην επιστροφή ακολουθήσαμε το δρομολόγιο: σήραγγα Τυμφρηστού, Φουρνά, Ρεντίνα, Σμόκοβο, Καρδίτσα, Λάρισα, για να προστεθεί άλλη μία ακόμη, ευχάριστη έκπληξη. Πρόκειται για μια διαδρομή αρκετών χιλιομέτρων πάνω στα Άγραφα, μέσα σε δάση με πανύψηλα δέντρα, κυρίως, ελάτης. Τόσο πολύ πράσινο, σε τόσο μεγάλη έκταση μέσα σε ελληνικό έδαφος, πρώτη φορά συνάντησα στη ζωή μου. Σκέτη μαγεία. Ένιωσα, μάλιστα, και αισθήματα ενοχής, μια που, όσες φορές επισκέφθηκα χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης, είχα να λέω για το πράσινό τους, που νόμιζα πως δεν το είχαμε εμείς στη χώρα μας.
Μετά την επίσκεψη αυτή στην Ευρυτανία διαπίστωσα, ότι η πατρίδα μας δεν είναι μόνο η χώρα του γαλάζιου και του φωτός. Υπάρχουν και περιοχές της πραγματικά στολίδια πρασίνου, που την κάνουν ομορφότερη και, που, ευτυχώς, έχουν γλιτώσει απ’ την ασυνειδησία και την απροσεξία συμπατριωτών μας και απ’ τη μανία των εμπρηστών και των οικοπεδοφάγων.
Σ’ όσους δεν έχουν επισκεφθεί ακόμα την Ευρυτανία, συνιστώ, ανεπιφύλακτα, να το πράξουν. Αξίζει τον κόπο.