Αγαπητή «Ελευθερία»,
Ο σχολιασμός ενός γεγονότος της επικαιαρότητος, από τον καθ’ ύλην συντάκτην, μπορεί να είναι επιτυχής και το αντίθετον. Καθημερινά δημοσιεύονται σχόλια, που χαίρεται να διαβάζει ο αναγνώστης, και σχόλια βαρετά και δυσνόητα, που δεν διαβάζονται.
Το χρονογράφημα είναι ένα δύσκολο είδος. Απαιτεί γνώσεις, ταλέντο, εμπειρία. Αποτελεί τη «βιτρίνα», τη «σημαία» τής εφημερίδος. Τις περασμένες δεκαετίες, οι αναγνώστες των εφημερίδων «Νέα» και «Βήμα» πρώτα διάβαζαν «τι γράφει» ο Δημήτρης Ψαθάς και ο Παύλος Παλαιολόγος, αντίστοιχα, και ύστερα ξεφύλλιζαν τις σελίδες των εφημερίδων.
Έχω στα χέρια μου ένα χρονογράφημα πολύ παλιό. Πέρασαν 80 χρόνια από τότε που γράφηκε. Και όμως, διαβάζεται άνετα και σήμερα, για την ευρηματικότητα, το απρόοπτο και το χιούμορ που έχει μέσα του. Ο τίτλος του είναι «Πανευτυχής» και το έγραψε ο Κωστής Χαιρόπουλος, «Πρωΐα» 17/7/1926:
«Εις μίαν ειδοποίησιν εφημερίδος ανηγγέλετο προχθές, ότι κάποιος, δώσας εξετάσεις εις το Πανεπιστήμιον, έλαβε το τρίτον του δίπλωμα. Δηλαδή, ενώ ήτο φαρμακοποιός και οδοντίατρος, έγινε και διπλωματούχος ιατρός. Η ειδοποίησις εξένισε πολλούς. Τρία διπλώματα; Τι θα τα κάμη ο κάτοχός των; Ποιον εξ όλων θα μεταχειρισθή και με ποίον θα ζήση; Οι εκπλαγέντες φαίνεται δεν έχουν αντιληφθή εις ποίαν εποχήν ευρίσκονται. Αγνοούν ότι διά να βάλει κανείς μίαν μασέλλαν χρειάζεται πέντε χιλιάδας δραχμάς, διά να καλέση εις το σπίτι του τον ιατρόν θα πληρώση δύο εκατοστάρικα και διά να εκτελέση μίαν συνταγήν φαρμακείου, πρέπει να πωλήση το κεντρικώτερον οικόπεδον, από όσα έχει. Τι το παράδοξον λοιπόν εάν ο λαβών τα τρία διπλώματα εσκέφθη να ανοίξη δικό του φαρμακείον, ιδικήν του οδοντιατρικήν κλινικήν και ιδικόν του ιατρείον διά τας ανάγκας αυτού και της οικογενείας του; Αι ημέραι, τας οποίας διερχόμεθα είναι αληθώς δειναί. Ο ιατρός έγινε απρόσιτος, ο δικηγόρος το ίδιον, ο διδάσκαλος, ο ιερεύς, ο καθηγητής ξένων γλωσσών, ο καθητητής του πιάνου, ζητούν ολοκλήρους περιουσίας, δια να παράσχουν τας υπηρεσίας των. Επιπλέον, ο παπουτσής δι’ ένα ζευγάρι παπούτσια θέλει τετρακοσίας δραχμάς, ο ράπτης δι’ ένα κοστούμι τρεις χιλιάδας, η ασπρορουχού δι’ εξ υποκάμισσα δέκα εκατοντάδραχμα και το καπελάκι δι’ ένα ψαθάκι από άχυρα της Βοιωτίας διακόσια φράγκα. Τι μας μένει να κάμωμεν;
Τι άλλο από το να γίνωμεν δικηγόροι μόνοι μας, ιατροί μόνοι μας, διδάσκαλοι μόνοι μας, να φορούμεν τα άμφια και να βαπτίζουμε τα παιδιά μας, να έχωμεν καλαπόδια στο σπίτι και ιδιαίτερα διαμερίσματα διά το οικογενειακόν ραφτάδικο. Την ιδέαν αυτήν ηθέλησε να πραγματοποιήση και ο προχθεσινός ήρως των τριών διπλωμάτων.
Έγινε φαρμακοποιός, ιατρός και οδοντίατρος. Ουδεμία αμφιβολία ότι θα συνεχίσει τας σπουδάς του. Θα γίνη δικηγόρος, φιλόλογος και θεολόγος, θα εγγραφή, μετά τον Πανεπιστήμιον, εις το Πολυτεχνείον, θα εισέλθει εις την Ιερατικήν Σχολήν και αφού αποπερατώσει όλας τας σπουδάς και λάβει τα σχετικά διπλώματα, θα προσληφθή κάλφας εις παπουτσάδικο, προς συμπλήρωσιν της εκπαιδεύσεώς του. Όταν τελειώσουν όλα αυτά, ας έλθη κάποιος να του δυσκολεύση την ζωήν. Θα είναι ο πανευτυχής άνθρωπος. Θα υπερασπίζεται μόνος τας υποθέσεις του εις το Δικαστήριον, θα θεραπεύη πάσαν νόσον και μαλακίαν της οικογενείας του, θα έχη γουδί και θα τρίβη τα φάρμακα στο σπίτι του, θα ψάλη τους αγιασμούς διά να φύγουν τα δαιμόνια, θα κατασκευάζη τα σκαρπίνια της κόρης του Φωφώς, με ένδεκα πόντους τακούνι και θα κουρεύη αλά γκαρσόν την σύζυγόν του Ξανθίππην, ξυρίζων συγχρόνως και τον σβέρκον της, όπως απαιτεί η τελευταία λέξις της μόδας.
Θα ισχυρισθή τις, ίσως αν γενικευθή το παράδειγμα τούτο, ο κόσμος θα χάση την ισορροπίαν του και οι άνθρωποι δεν θα ευρίσκουν επάγγελμα διά να ζήσουν.
Αλλά η ανησυχία είναι αστήριχτος, τουλάχιστον διά τας Αθήνας, όπου ευρισκόεμνος κανείς αιφνιδίως χωρίς εργασίαν, αποκτά αμέσως το δικαίωμα να ανοίξη τράπεζαν, είτε δι’ εκδόσεως μετοχών, είτε και δι’ αντικλείδος, όπερ το ίδιον».
Βόλος 8/8/2008
Με εκτίμηση
Βασ. Παλαμηδάς
ΣΗΜ.: Σας ευχαριστώ θερμά που δημοσιεύετε επιστολές μου στις φιλόξενες στήλες σας. Την περασμένη Πέμπτη 7/8/2008, ο δαίμονας της φωτοσύνθεσης «έβαλε το χέρι του» στην επιστολή μου. Είχε τίτλο: «Έφιππος χωράει...». Αντί του σωστού: Χώρει, που είναι προστακτική του ρήματος χωρέω-ώ, που σημαίνει προχωρώ.
Γράφει, λοιπόν, ο καθηγητής Γ. Μιστριώτης στη βάση του ανδριάντα του έφιππου Κολοκοτρώνη: «Έφιππος χώρει, ανά τους αιώνας γενναίε στρατηγέ, εις τους λαούς δεικνύων, πώς οι δούλοι γίνονται ελεύθεροι».
Ήταν επιβεβλημένη η παρούσα διόρθωση στο κείμενο, γιατί εκεί επάνω... στον Άγιο Πέτρο θα «τρίζουν τα κόκαλα» του αειμνήστου καθηγητού, διαβάζοντας ανεπίτρεπτες γραμματικές αλλοιώσεις στο γραπτό του λόγο.