Το άγιον Όρος Θαβώρ και θεοδόξαστον
Το Όρος Θαβώρ, στο οποίο μετεμορφώθη ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, έχει ύψος περί των 700 μέτρων και το οποίο καλύπτεται από πεύκα, κυπαρίσσια, από δένδρων δρυών και άλλων πολλών πολυποικίλων δένδρων ευώδη. Το Όρος Θαβώρ είναι ο επίγειος του ουρανού παράδεισος, το της ψυχής αγαλλίασμα και οφθαλμού εντρύφημα, δι’ ην αποπνέει απαράμιλλον θείαν χάριν.
Επί του λεκανοειδούς οροπεδίου αυτού ήτοι εν τω μέρει ένθα ο θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός, παραλαβών τους τρεις μαθητάς, τον Πέτρον, τον Ιωάννην και τον Ιάκωβον, μετεμορφώθη έμπροσθεν εν τω θείω και μυστηριώδη εκείνω φωτί, επακριβώς, όπου η βασιλομήτωρ Αγία Ελένη τω σωτηρίω έτει 326 - 336 μ.Χ., οικοδόμησεν εξαισιώτατον ιερόν ναόν της Μεταμορφώσεως του Κυρίου. Αργότερον, υπό του θεοσεβούς αυτοκράτορος Ιουστινιανού, ιδρύθησαν προς τιμήν των προφητών Μωυσέως και Ηλιού του Θεσβήτου, δύο άλλοι ναοί, αντιστοιχούντες ταις τρισί σκηναίς, ας ο Απόστολος Πέτρος ητήτο παρά του Κυρίου όπως ποιήσουσι.
Κατά των Περσών επιδρομήν τω έτει 614 μ.Χ., υπέστησαν σοβαράς καταστροφάς.
Μετά ταύτα, των Ναών τούτων καταρριπωθέντων, ως και της ιεράς ορθοδόξου Μονής του Θαβώρ, η αγιοταφιτική αδελφότης ως είθισται, επί Πατριάρχου Κυρίλλου Β’, σωτηρίω έτει 1845 οικοδόμησεν την εκκλησίαν και άπαν το μοναστήριον, επί των παλαιών ερειπίων γενομένων των εγκαινίων την 6η Αυγούστου και τιμωμένην επ’ ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, του Μωυσέως και του Ηλιού.
Ο Ναός της Θεοτόκου, εις τον οποίον ευρίσκεται και ο Πανάγιος αυτής Τάφος, είναι κεχωρισμένος της οροφής εκ των καταρρεόντων χωμάτων από τα εκατέρωθεν υψώματα.
Βορείως της αυλής υπάρχει κλίμαξ αριθμούσα 48 βαθμίδας, η οποία οδηγεί εις τον κυρίως ναόν τύπου Σταυρού, εις το μέσον του οποίου ευρίσκεται το ιερόν κουβούκλιον εν ω ο τάφος της Θεοτόκου. Κατεβαίνοντες τις σκάλες προς τα κάτω, 7η βαθμίδα προς το πανάγιον μνήμα της Παναγίας, παρατηρούμεν δεξιά και αριστερά δύο εκκλησιαστικά θυσιαστήρια, το εκ δεξιόν 22αν βαθμίδα, είναι οι άγιοι τάφοι του Ιωακείμ και της Άννης, γονέων της Θεοτόκου και εξ αριστερών υπάρχει το Θυσιαστήριον, του οποίου καλύπτει τον τάφον του μνήστορος Ιωσήφ.
Κατεβαίνοντας και τα λοιπά των 20 βαθμίδων, φθάνομεν εις τον τάφον της Υπεραγίας Θεοτόκου, καλυπτόμενον εκ μονολίθου.
Η Αυτοκράτειρα μακαρία Αγία Ελένη εν έτει 326-336 και η διαδοχή των λοιπών αυτοκρατόρων, του Μεγάλου Θεοδοσίου 379-395, των Μαρκιανού και Πουλχερίας, εν έτει 418-459, έκτισαν και συντήρησαν εκκλησίαν μεγαλοπρεπεστάτην, βασιλικήν, επί του Θεομητορικού μνήματος, μάλιστα δε η αυτοκράτειρα Πουλχερία, ζητήσασα από τον Πατριάρχην Ιουβενάλιον να ανοίξη τον τάφον, εύρεν εν αυτώ τας νεκρικάς σινδόνας, ων τεμάχια παραλαβούσα, κατέθηκεν, εν τη επί τούτου ανεγερθείση εν Κωνσταντινουπόλει εκκλησία των Βλαχερνών.