Αδιανόητο για οποιαδήποτε υποτυπωδώς δημοκρατική χώρα είναι τα όσα συμβαίνουν το τελευταίο διάστημα στην Τουρκία. Η χώρα βαίνει ολοταχώς προς ένα «δικαστικό πραξικόπημα» πρωτοφανών διαστάσεων, καθώς το Συνταγματικό Δικαστήριο ετοιμάζεται να καθαιρέσει τον... Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Αμπντουλάχ Γκιουλ, τον πρωθυπουργό, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, και ολόκληρη την κυβέρνηση, να θέσει εκτός νόμου το κυβερνών κόμμα των μετριοπαθών ισλαμιστών και να απαγορεύσει τη συμμετοχή στην πολιτική σε περίπου 70 κορυφαία στελέχη τού κυβερνώντος κόμματος!
Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα τού κόσμου, η προοπτική αυτή θα είχε ήδη προκαλέσει αιματοχυσία, καθώς η νόμιμη κυβέρνηση της χώρας, η οποία έχει αναδειχθεί με σαρωτική κοινοβουλευτική πλειοψηφία, θα κινητοποιούσε τόσο τα δυναμικά στηρίγματα της εξουσίας, όσο και το λαό, για να εξουδετερώσει το εν εξελίξει δικαστικό πραξικόπημα. Εκατομμύρια θα βρίσκονταν ήδη στους δρόμους, για να εμποδίσουν τους επίδοξους πραξικοπηματίες.
Στην Τουρκία των αλλεπάλληλων πραξικοπημάτων, όμως (έχουν ήδη γίνει πραξικοπήματα το 1960, το 1971, το 1980 και το 1997!), απουσιάζει εντελώς η παρέμβαση του λαού. Η πολιτική διελκυστίνδα διεξάγεται με πολύ διαφορετικούς όρους.
Ο Ερντογάν, από τη μια, ετοιμάζεται να... αποδεχθεί (!) τις συνέπειες του πραξικοπήματος και τον εκτοπισμό του από την πολιτική ζωή, τουλάχιστον προσωρινά, και από την άλλη, έκανε μια πρωτοφανή για τα τουρκικά δεδομένα κίνηση: συνέλαβε την ηγεσία παρακρατικής οργάνωσης συνωμοτών, που δρούσε υπό τις εντολές τού Στρατού!
ΟΙ ΔΙΚΑΣΤΕΣ ΕΠΙΛΕΚΤΟ ΤΜΗΜΑ ΤΟΥ ΚΕΜΑΛΙΚΟΥ ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟΥ
Έχουμε να κάνουμε με μια πολιτική μάχη με δικαστικό μανδύα. Μια μάχη η οποία, όμως, σε δικαστικό επίπεδο έχει απολύτως προκαθορισμένο αποτέλεσμα, καθώς το δικαστικό σώμα δεν είναι καθόλου αμερόληπτο σ’ αυτήν τη σύγκρουση. Κάθε άλλο. Αποτελεί επίλεκτο τμήμα τού κεμαλικού κατεστημένου και έτσι, αν αποφάσιζε μόνο του, τότε θα έβγαζε οπωσδήποτε απόφαση καθαίρεσης του προέδρου, του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης!
Οι κεμαλιστές Τούρκοι δικαστές έχουν, μάλιστα, και άμεσο, ίδιο συμφέρον να κάνουν κάτι τέτοιο. Οι ανώτεροι δικαστές διορίζονται μόνο μετά από έγκριση του Προέδρου τής Δημοκρατίας. Αυτό, όμως, σημαίνει ότι μετά την αναρρίχηση στην Προεδρία τής Δημοκρατίας τού Αμπντουλάχ Γκιουλ από πέρυσι το καλοκαίρι, οι ισλαμιστές σταδιακά θα είχαν τη δυνατότητα να εξαρθρώσουν τη «σφηκοφωλιά» των κεμαλιστών στη Δικαιοσύνη, προωθώντας και δικαστές με διαφορετικές πολιτικές πεποιθήσεις, ισλαμιστές και μη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το Συνταγματικό Δικαστήριο της Τουρκίας αποτελεί ισχυρότατο πολιτικό όπλο των στρατηγών. Πέρυσι είχε προσπαθήσει να προβάλει μύρια όσα εμπόδια νομικής φύσης στην εκλογή τού Γκιουλ ως Προέδρου της Δημοκρατίας και ηττήθηκε μόνο κάτω από το βάρος των συντριπτικών συσχετισμών υπέρ των ισλαμιστών σε κοινοβουλευτικό επίπεδο. Συνολικά, όμως, το δικαστήριο αυτό έχει εκδώσει 24 αποφάσεις απαγόρευσης της λειτουργίας ισάριθμων πολιτικών κομμάτων!
ΤΟ ΒΑΘΟΣ ΤΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ ΙΣΛΑΜΙΣΤΩΝ - ΚΕΜΑΛΙΣΤΩΝ
Φυσικά, δεν έχουμε να κάνουμε με μια διαπάλη ισλαμιστών - κεμαλιστών απλώς για τον έλεγχο της δικαστικής εξουσίας. Πρόκειται για μια πολύ συνολικότερη σύγκρουση αυτών των δύο στρατοπέδων, που αφορά σε κάθε πτυχή τής πολιτικής και κοινωνικής ζωής τής Τουρκίας.
Πέρα από τους άκρως στρεβλωτικούς συσχετισμούς δυνάμεων στο Κοινοβούλιο, που παράγει το επαίσχυντο σύνταγμα της χούντας του αιμοσταγούς στρατηγού Εβρέν (το οποίο είχε καταρτιστεί για να διασφαλίζει την αντιδημοκρατική κυριαρχία των κεμαλικών κομμάτων, αλλά τώρα παίζει διαλυτικό ρόλο εναντίον τους, από τη στιγμή που οι ισλαμιστές βγήκαν πρώτο κόμμα με μεγάλη διαφορά από το δεύτερο και μπήκαν λίγα κόμματα στη Βουλή), υπάρχει και μια κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα: η Τουρκία είναι διχοτομημένη σε δύο ισοδύναμα στρατόπεδα - τους ισλαμιστές και τους κεμαλιστές.
Αυτό δείχνουν οι τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις σε επίπεδο λαϊκής ψήφου, ανεξαρτήτως των εδρών που παίρνουν τα κόμματα λόγω συστήματος.
Οι ξένοι κάνουν συχνά το λάθος να αντιμετωπίζουν τους κεμαλιστές ως μια ομάδα συνωμοτών στρατηγών, αποκομμένη από τον τουρκικό λαό. Αυτό είναι ανακριβέστατο, εντελώς εσφαλμένη εκτίμηση, που αποτελεί εμπόδιο στη βαθύτερη κατανόηση της πολιτικής ζωής τής Τουρκίας.
Τόσο ο κεμαλισμός όσο και ισλαμισμός, αποτελούν εξίσου γνήσια τέκνα τής τουρκικής κοινωνίας. Κανένα από τα δύο δεν μπορεί να ξεριζωθεί αυτή τη στιγμή.
Κεμαλισμός και ισλαμισμός γεννήθηκαν σε σφοδρή αντίθεση πριν από έναν αιώνα σχεδόν (τότε πρωτοεμφανίστηκε ο κεμαλισμός), μέχρι τη δεκαετία του 1980 ο κεμαλισμός επικράτησε ολοκληρωτικά, αλλά το τελευταίο τέταρτο του αιώνα η τάση αντιστράφηκε. Ο ισλαμισμός ενισχύεται διαρκώς, ο κεμαλισμός χάνει έδαφος και έτσι οδηγούμαστε σε ανατροπές στον εσωτερικό συσχετισμό δυνάμεων στην Τουρκία.
ΠΟΡΕΙΑ ΣΥΝΘΕΣΗΣ, ΜΑΧΗ ΓΙΑ ΤΟ «ΠΑΝΩ ΧΕΡΙ»
Οι διαφορές κεμαλισμού και ισλαμισμού συρρικνώνονται διαρκώς όσο περνούν τα χρόνια - τόσο που τη δεκαετία του 1970 ήταν ακριβώς οι Τούρκοι στρατηγοί που μεθόδευσαν την αναβίωση του ισλαμισμού σε πολιτικό επίπεδο, προκειμένου να αντιμετωπίσουν την ισχυρή τότε άνοδο της Αριστεράς.
Σήμερα πια, οι διαφορές τους είναι εντελώς ασήμαντες στα κορυφαία ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, διεθνών σχέσεων και οικονομικής πολιτικής. Γι’ αυτό και βλέπουμε τον ισλαμιστή Ερντογάν να είναι ο αγαπημένος των Η.Π.Α., του Ν.Α.Τ.Ο. και της Ε.Ε., παρά την ψύχωση εναντίον των ισλαμιστών που προωθούν οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι αναφορικά με τις υπόλοιπες χώρες. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Ερντογάν προωθεί με μεγαλύτερο πάθος από τους στρατηγούς και τα κεμαλικά κόμματα την ένταξη στην Ε.Ε. Οι κεμαλιστές έχουν ισχυρότερο το αίσθημα εθνικής ανεξαρτησίας από τον Ερντογάν, παρόλο που ο τελευταίος κάνει ορισμένα πολύ σοβαρά ανοίγματα σε αντιαμερικανικές χώρες τής περιοχής (Ιράν, Συρία κ.λπ.), που οι στρατηγοί δεν θα τις αποτολμούσαν ποτέ. Αυτό, όμως, οφείλεται στις εξαιρετικές πολιτικές ικανότητες του Ερντογάν, όχι στην πολιτική γραμμή του.
Στον οικονομικό τομέα, ο Ερντογάν είναι πειθήνιο όργανο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και έχει εξουθενώσει τον τουρκικό λαό με τη λιτότητα.
Στην ουσία, δηλαδή, όλος ο καβγάς στην Τουρκία γίνεται όχι για την πολιτική που ασκεί ο Ερντογάν (γι’ αυτό και κυβερνά πέντε ολόκληρα χρόνια χωρίς την παραμικρή αντίρρηση των στρατηγών), αλλά για το ποιος θα έχει το πάνω χέρι στην άσκηση της εξουσίας.
Οι σαρωτικές εκλογικές νίκες τού Ερντογάν στις βουλευτικές εκλογές και στην ανάδειξη ως Προέδρου της Δημοκρατίας τού Γκιουλ, ο για δεύτερη φορά απόλυτος έλεγχος του Κοινοβουλίου από τον Ερντογάν, η μέσω δημοψηφίσματος κατάργηση της εκλογής τού Προέδρου της Δημοκρατίας από τη Βουλή και η ανάδειξή του απευθείας από το λαό που πανικόβαλαν τους κεμαλιστές, οι οποίοι δικαίως φοβήθηκαν ότι χάνουν με ραγδαίους ρυθμούς όλους σχεδόν τους μοχλούς στήριξης της εξουσίας τους πλην του στρατού.
ΠΩΣ ΔΡΟΥΝ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ ΤΑ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΑ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΑ
Αποφάσισαν, λοιπόν, να αντιδράσουν για μία ακόμη φορά με πραξικοπηματικό τρόπο. Τέσσερις φορές μέχρι τώρα το έχουν κάνει με επιτυχία, άρα ελπίζουν πως θα πετύχουν και αυτή τη φορά.
Η αλήθεια είναι πως οι Τούρκοι στρατηγοί χρησιμοποιούν τα πραξικοπήματα όχι για να σχηματίσουν μια μόνιμη λίγο-πολύ χούντα, αλλά για να αλλάξουν υπέρ τους το πλαίσιο, εντός του οποίου κινείται ο πολιτικός βίος της χώρας. Ανατρέπουν την προηγούμενη, νόμιμη κυβέρνηση, διαλύουν τα υφιστάμενα πολιτικά κόμματα, απαγορεύουν προσωρινά ή μόνιμα τη δράση στους κορυφαίους πολιτικούς ηγέτες, ενισχύουν τη δημιουργία καινούριων κομμάτων και σε ένα-δυο χρόνια προκηρύσσουν εκλογές που φέρνουν στην εξουσία κάποιον ή κάποιους από τους πειθήνιους προς το στρατό νέους πολιτικούς ηγέτες, που, φυσικά, δεν διανοούνται να αμφισβητήσουν τον επικυρίαρχο ρόλο των στρατηγών.
Η ιστορία αυτή επαναλαμβάνεται με ένα πραξικόπημα λίγο-πολύ ανά δεκαετία, οπότε επαναβεβαιώνεται σε ένα εκσυγχρονισμένο πλαίσιο η εξουσία του στρατού. Όσες απώλειες δηλαδή έχει ο στρατός σε πολιτικό επίπεδο και, φυσικά, ο κεμαλισμός, τις αναπληρώνει μέσω αυτού του τρόπου.
ΘΑ ΤΟΛΜΗΣΕΙ Ο ΕΡΝΤΟΓΑΝ ΝΑ ΑΝΤΙΣΤΑΘΕΙ;
Η κατάσταση ποτέ δεν είναι ίδια μετά από κάθε πραξικόπημα. Ο προηγούμενος ισλαμιστής πρωθυπουργός που ανατράπηκε το 1997, ο Νετσμετίν Ερμπακάν, ήταν πολύ πιο ριζοσπάστης από τον Ερντογάν, τόσο σε κοινωνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο διεθνών σχέσεων. Καμιά σχέση δεν έχει η πολιτική που ακολούθησαν ο ένας και ο άλλος. Έτσι και τώρα, αν ανατραπεί ο Ερντογάν, το επόμενο ισλαμικό κόμμα θα είναι πολύ πιο πειθήνιο στους στρατηγούς, ενδεχομένως και τυφλό όργανό τους. Έχει παρατηρηθεί ότι μετά από κάθε πραξικόπημα, παρά την αρχική όξυνση που αυτό φέρνει, ενισχύεται η πορεία σύγκλισης ισλαμισμού - κεμαλισμού και όχι οι τάσεις απομάκρυνσης και σύγκρουσης, όπως θα μπορούσε να φανταστεί κανείς.
Η προβοκάτσια με τους έξι νεκρούς έξω από το αμερικανικό προξενείο στην Κωνσταντινούπολη δείχνει ότι οι μηχανισμοί πρόκλησης αποσταθεροποίησης προκειμένου να διευκολυνθεί το δικαστικό πραξικόπημα έχουν ήδη τεθεί σε κίνηση. Θα αποτελούσε ευχάριστη, αλλά ανέλπιστη έκπληξη η αποτροπή του και η επίτευξη συμβιβασμού χωρίς την εκδήλωση πραξικοπήματος.
Διαφορετικά, στο ερώτημα αν ο Ερντογάν θα τολμήσει να αντισταθεί μέχρι τέλους στους στρατηγούς, θα έχει πιθανότατα αρνητική απάντηση.