Πριν από ένα χρόνο μόλις είχα επισκεφθεί τον φίλο μου στο νέο εξοχικό του σπίτι, σε μια κατάφυτη περιοχή στις πλαγιές του Κισσάβου. Αν και φαινόταν απομονωμένος εκεί μακριά από ανθρώπους και άλλες κατοικίες, ο φίλος μου ήταν ενθουσιασμένος από τη διαμονή του ανάμεσα στη φύση. Το σπίτι μπορεί να μην είχε όλες τις ευκολίες, με τις οποίες έχει συνηθίσει ο άνθρωπος της πόλης, αλλά καθώς ήταν κοντά στη θάλασσα βυθισμένο στο πράσινο, μακριά από τους θορύβους και τον μολυσμένο αέρα των αστικών περιοχών, έδινε στον κουρασμένο πολεοκάτοικο την εντύπωση προνομιούχου διαμονής. Και ήταν πράγματι. Ο ευτυχής ιδιοκτήτης του με οδήγησε στην ευρύχωρη βεράντα του για να μου δείξει με αισθήματα ζωηρής υπερηφάνειας, την καταπληκτική θέα που του χάριζε:
-Βλέπεις;
-Πα, πα,παα!... έκανα κατάπληκτος βλέποντας εκεί που μου έδειχνε
-Βλέπεις κι αποδώ;
-Πα, πα, παα!.. έκανα και πάλι καταμαγεμένος.
-Έλα κι από εδώ! Βλέπεις κι από εδώ;
Τον ακολούθησα κι από κει με νέα επιφωνήματα θαυμασμού, ως που απαύδησα να θαυμάζω και να εκφράζω τόσο επιδεικτικά τις εντυπώσεις μου γιατί όσο το έκανα τόσο με τραβολογούσε:
-Κοίτα, κοίτα κι από εδώ! Βλέπεις από κει;
Όταν τελικά βαρέθηκα να θαυμάζω άλλο κάθισα σε μια καρέκλα της βεράντας βεβαιώνοντάς τον οριστικά και τελεσίδικα ότι είδα τα πάντα και δεν έμεινε τίποτε άλλο να απολαύσω.
-Εδώ που λες, συμπέρανε, είμαι θεός! Έχω πέρα εκεί καθώς βλέπεις, πλάκα το Αιγαίο. Από κει έχω αυτή την πλαγιά με τα πεύκα. Κατάφυτη!.. Από δω από τη δύση μου προσφέρεται το μαγευτικό θέαμα του ορεινού όγκου του Κισσάβου, ενώ από κει δίπλα στο Μαυροβούνι πιάνω την ανατολή του ήλιου που φωτίζει τη θάλασσα και είναι σαν να σκόρπισες ασήμι σ΄όλη της την έκταση. Αν τη δεις το χάραμα θα τρελαθείς!...
Και το σπουδαιότερο ξέρεις ποιο είναι;
-Ποιο είναι;
-Το σπουδαιότερο φίλε μου είναι ότι εδώ που αναρριχήθηκα και κατοικώ δεν πρόκειται να με κλείσει κανένας και να μου στερήσει αυτή τη θέα! Είναι χαρά Θεού! Θα βλέπω μέχρι να πεθάνω την ανατολή του ήλιου από τη θάλασσα και τη δύση του από το βουνό.
-Και δεν θα βαρεθείς;
-Αστείο πράγμα! Εδώ πάνω είμαι πασάς. Ό,τι και να κάνω κανένας δεν με βλέπει!
-Και τι έχεις υπόψη σου να κάνεις;
-Βρε αδελφέ ο λόγος το λέει! Και με το σώβρακο ακόμα να γυρίζω δεν θα φοβάμαι να με δει ο διπλανός μου. Πλήρωσα φίλε μου κάτι παραπάνω αλλά είμαι μονάχος, ήσυχος, ελεύθερος, στη θάλασσα και στο βουνό, κοντά στην κίνηση αλλά και μέσα στην εξοχή, στον κόσμο και την ερημιά...θεός!...
Θα είχε περάσει κανένας χρόνος, ίσως και κάτι, όταν ξαναεπισκέφτηκα το φίλο μου στο προνομιούχο εξοχικό του. Αλλά δεν ήταν το μόνο πλέον στην περιοχή. Ο ίδιος με δέχθηκε με εγκαρδιότητα, αλλά δεν είχε καθόλου το περσινό του ύφος. Ίσα – ίσα που τα χαρακτηριστικά του σκοτείνιαζε κάποια σκιά μελαγχολίας που την εξήγησα μόνο όταν βγήκα στη βεράντα.
-Τι γίνεται εδώ; ρώτησα απορημένος. Αν θυμάμαι καλά εσύ είχες θαυμάσια θέα από δω πάνω.
-΄Αστα! είπε.
-Έχτισαν!
-Ναι τα θηρία! Έκαψαν, έκοψαν, καταπάτησαν, ισοπέδωσαν κι έχτισαν!
-Και σε έκλεισαν ακόμα κι εδώ πάνω;
-Ναι βρε παιδί μου. Το φανταζόσουν αυτό; Για κοίταξε, κοίτα τι γίνεται!
Κοίταξα ένα γύρω. Όσο έπιανε το μάτι μου εκεί που άλλοτε υπήρχε πυκνό πράσινο τώρα ήταν γεμάτο σπίτια, σπιτάκια, βίλες, διώροφα και τριώροφα... Εκεί που φαινόταν η ανατολή του ήλιου αντικαταστάθηκε η θέα με μια πολυμελή οικογένεια που θορυβούσε στη δική της βεράντα και από την άλλη πλευρά αντί για την όμορφη θέα της καταπράσινης πλαγιάς, προσφέρονταν το θέαμα ενός γέρου που μαστόρευε με το σώβρακο. Παραδίπλα εκεί που φαινόταν το Μαυροβούνι κι ένα μέρος της θάλασσας που ασήμιζε κάθε πρωί, είχε αναρριχηθεί το μπετόν με τις αρματωσιές ενός νέου οικοδομικού μεγαθηρίου, που έκλεινε τελείως το σπιτάκι του φίλου μου.
-Και τώρα τι κάνεις; τον ρώτησα.
-΄Αστα! Ζω με την ανάμνηση της θέας! Μα πράματα είναι αυτά; Έτσι που κατάντησε και η ύπαιθρος, να χτίζει κανείς όπου θέλει, να καταπατάει ό,τι του αρέσει,να δημιουργεί χωματερές όπου τον βολεύει, πουθενά δεν μπορεί να ’ναι κανείς ήσυχος και σίγουρος. Βλέπεις τι γίνεται εδώ που άλλοτε ήταν μόνο δέντρα και πράσινο. Πήξαμε στην οικοδομή. Ο ένας βλέπει τα οπίσθια του άλλου...
Γνωρίζαμε για τον οικοδομικό οργασμό στα αστικά κέντρα, αλλά τώρα βλέπουμε ένα άλλο φαινόμενο, τον οικοδομικό οργασμό στην ύπαιθρο. Το ένα μετά το άλλο ξεφυτρώνουν τα «εξοχικά» στα πιο απίστευτα σημεία. Κοντά στη θάλασσα, μέσα στα βουνά, στις πιο απίθανες πλαγιές, ακόμα και σε χαράδρες ή δίπλα σε ρέματα. Εκεί που άλλοτε η φύση πρόσφερε μαγευτικό θέαμα, κάποια στιγμή ξεφυτρώνουν σπίτια, απίθανων μεγεθών και αμφιβόλου αισθητικής. Αυθαίρετα; Νόμιμα, παράνομα ή ημιπαράνομα, άσχετο. Κάποτε - ίσως παραμονές εκλογών - θα νομιμοποιηθούν. Και δεν φτάνει αυτό. Κοντά τους, δίπλα τους, από τη μια μέρα στην άλλη, να οι χωματερές! Μόλις κάποιος σκεφτεί να ρίξει κάπου τα σκουπίδια του ή τα μπάζα του, για να τα ξεφορτωθεί, αμέτρητοι άλλοι... «φυσιολάτρες» ακολουθούν το παράδειγμά του.
Θα αναρωτηθεί κανείς τι κάνουν οι αρμόδιοι φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης κι αν ασχολούνται με τις αυθαιρεσίες αυτές, αλλά στην εποχή και στη χώρα της μίζας, είναι περιττά τα ερωτήματα. Το τι θα γίνουν οι όμορφες παραθαλάσσιες περιοχές και οι καταπράσινες πλαγιές μας και τι εικόνα θα παρουσιάζουν σε λίγα χρόνια, αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Μέχρι τότε καθένας που χτίζει ένα εξοχικό με θέα, θα καταλήγει σε διαπιστώσεις σαν τον άτυχο φίλο μου:
-Βρε να πάρει ο διάολος, με κλείσανε σαν το ποντίκι από παντού!