«Έξω πάμε καλά», συνήθιζε να λέει με αισιοδοξία ο αείμνηστος Κων/νος Καραμανλής, όταν ως πρωθυπουργός προετοίμαζε την ένταξη της χώρας μας στην τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα. Σήμερα, σε αντίθεση με εκείνη την εποχή αλλά και με τις πρόσφατες περιόδους όταν η Ελλάδα εισέρχονταν στην ΟΝΕ, ασκούσε την προεδρία της Ε.Ε. ή προετοίμαζε τους Ολυμπιακούς Αγώνες, μπορούμε δυστυχώς να διατυπώσουμε ότι «έξω δεν πάμε καλά»... Επιστέγασμα της πτωτικής πορείας στην εξωτερική μας πολιτική, αποτελεί το πρόσφατο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο οποίο με συντριπτική πλειοψηφία (478 ψήφοι υπέρ και μόλις 92 κατά), το πρόβλημα της ονομασίας των Σκοπίων αποσυνδέεται από την ένταξή τους στην Ε.Ε. και αντιμετωπίζεται ουσιαστικά ως διμερές ζήτημα...
Οι κοσμοκράτορες, που διαχρονικά να εξασφαλίζουν το κέρδος τους, εφαρμόζουν την παλιά δοκιμασμένη μέθοδο του «διαίρει και βασίλευε» και στα πολύπαθα Βαλκάνια. Έτσι, το 2008 ως μεσολαβητές, ληξίαρχοι και «νονοί», βάπτισαν «Μακεδονία» τα Σκόπια και ίδρυσαν για λογαριασμό των UCK-άδων, το κοσοβαρικό προτεκτοράτο. Οι Σκοπιανοί, αφού δεν κατάφεραν να κερδίσουν κάτι με το φιλο-κομμουνιστικό τους προσωπείο, μεταλλάχθηκαν πλέον σε αμερικανόφιλους. Αναπτύσσοντας μια εθνικιστική παράνοια, καβαλούν το καλάμι της ιστορίας και φτάνουν πλέον να αυτοπροσδιορίζονται ως απόγονοι του Μεγαλέξανδρου!
Το ζητούμενο όμως είναι, τι κάνει η Ελλάδα για να προασπίσει τα εθνικά της συμφέροντα. Αποδείχθηκε ότι, μετά την προσωρινή διπλωματική νίκη στη νατοϊκή σύνοδο του Βουκουρεστίου, υπήρξε αδράνεια και δεν διατυπώθηκαν με σαφήνεια στους εταίρους μας οι θέσεις μας στο σκοπιανό. Έτσι, σήμερα, αντίθετα με ό,τι είχε ειπωθεί επίσημα και με κυνισμό 13 χρόνια πριν από τον πατέρα της νυν υπουργού Εξωτερικών, το ζήτημα της ονομασίας του σκοπιανού προτεκτοράτου, δεν το έχουμε ξεχάσει καθόλου. Αντίθετα, έγινε ένας ακόμα γόρδιος δεσμός στην εξωτερική μας πολιτική, η οποία όπως αποδείχθηκε εκ του αποτελέσματος δεν κινήθηκε στο πλαίσιο της «τέχνης του εφικτού», αφού εν μέσω χρησικτησίας το όνομα έγινε σιωπηρά αποδεκτό.
Η άγρια Δύση, αφού «άλλαξε τα πετρέλαια» της Μέσης Ανατολής, ασκεί την πολιτική της μαστροπεία και στα πολύπαθα Βαλκάνια. Το θέμα όμως και πάλι είναι «εμείς τι κάνουμε». Η εικόνα της αρμόδιας υπουργού, κόρης του «επίτιμου» κ. Μητσοτάκη, με το μόνιμο χαμόγελο και τη χαρά για την προσωπική της προβολή, τα λέει όλα. Είναι η χαιρεκακία της δεύτερης σκέψης, ότι θα είναι η διάδοχος στη μετα-καραμανλική εποχή, μια σκέψη η οποία διατυπώνεται πλέον από τους παντός πολιτικής απόχρωσης αναλυτές, μετά την είδηση της επίσκεψης του νεοεκλεγέντος προέδρου των ΗΠΑ στην Τουρκία. Κι αυτό, διότι δεν τέθηκε καν θέμα επίσκεψής του στη χώρα μας, έχοντας ως άλλοθι το ότι η (χαμογελούσα) υπουργός των Εξωτερικών, προσέτρεξε να επισκεφτεί την ομόλογό της στις ΗΠΑ. Έτσι, αποκόμισε η ίδια τη δημοσιότητα έναντι αυτής του πρωθυπουργού, σε μια πιθανή επίσκεψη του κ. Ομπάμα στην Αθήνα...
Δεν είναι λοιπόν τυχαίο, ότι η εμπέδωση των ελληνικών θέσεων από τους εταίρους μας δεν επιτεύχθηκε και πέσαμε πάλι στην παγίδα της εθνικής μας μοναξιάς. Κλεισμένοι λοιπόν μέσα σε έναν δικομματικό ή εσωκομματικό μικρόκοσμο, αναλύουμε τις συνεχόμενες εθνικές ήττες, απολογούμενοι με το δόγμα ότι «δεν διεκδικούμε τίποτα». Έτσι, η Ελλάδα αν και δεν παρενοχλεί τους αυτόματους πιλότους της παγκοσμιοποίησης, αντιμετωπίζεται ως μια... γκρινιάρα που δεν την ακούει κανείς, καθώς έχει χρονίζοντα ανοιχτά μέτωπα με όλους τους γείτονές της. Και η πολιτική των ίσων αποστάσεων που αρχίζουν να τηρούν πλέον οι εταίροι μας στις διαφορές μας με τρίτους, μεταφράζονται το λιγότερο σε αποστασιοποίηση αν όχι απαξίωση.
Μια λαϊκή παροιμία λέει ότι «ή στραβός είναι ο γιαλός ή στραβά αρμενίζουμε». Μπορεί όντως ο ευρω-γιαλός να στράβωσε περισσότερο μετά την προς ανατολάς διεύρυνση της Ε.Ε., αλλά το γεγονός ότι οι θέσεις της χώρας μας είτε αγνοούνται είτε υποβαθμίζονται, αποδεικνύει δυστυχώς ότι «έξω δεν πάμε (καθόλου) καλά»... Η Ελλάδα, αφού δεν μπορεί να εξαναγκάσει τα σλαβοαμερικανάκια των Σκοπίων να εγκαταλείψουν τον βουκεφαλισμό τους, οφείλει τουλάχιστον να πείσει με επιτυχία τους εταίρους της για τα εθνικά της δίκαια... Κι αυτό θα γίνει με σοβαρότητα, προγραμματισμό, σκληρή δουλειά και όχι με πλατιά χαμόγελα και προσωπικές φιλοδοξίες...
Ο Μιλτιάδης Γ. Δεληχάς είναι Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Α.Π.Θ.