«Προσκυνούμεν σου την Γένναν Χριστέ.
Δείξον ημίν και τα Θεία σου Θεοφάνεια».
Τα λόγια αυτά διαβάζουμε «χύμα» και «ψαλτά» (μελωδικά) στο Δοξαστικό τροπάριο της Ακολουθίας των Μεγάλων Ωρών, παραμονή της εορτής των Χριστουγέννων στο μέσον της Θ΄ (ένατης) ώρας.
Προσκυνούμε τη Γέννησή σου Χριστέ, όπως την ύμνησαν οι άγγελοι, όπως την προσκύνησαν οι ποιμένες, όπως τη χρύσωσαν και λιβάνισαν οι μάγοι εκείνοι από τα βάθη της Ανατολής, οι επιστήμονες εκείνης της εποχής.
Πώς την προσκύνησαν και οι τρεις; Με ποιο θαυμασμό και κατάπληξη;
«Τους μάγους κατέπληττε: ου σκήπτρα και θρόνοι, αλλ΄ εσχάτη πτωχεία.
Τι γαρ ευτελέστερον σπηλαίου;
Τι δε ταπεινότερον σπαργάνων;
Εν οις διέλαμψεν ο της Θεότητός σου πλούτος, Κύριε Δόξα σοι».
(υπακοή Χριστουγέννων).
Αυτά καλοταξίδεψαν τους μάγους - πάνω στις καμήλες τους - μέχρι τη Φάτνη της Βηθλεέμ:
Όχι σκήπτρα βασιλικά, γνώσεις και αξιώματα. Μόνον η ευλογημένη «πτωχεία»! Η ασύλληπτη νοητικά, ταπείνωση του Κυρίου και Θεού μας.
Με «ράκη» (κουρέλια) σπαργανώθηκε, σαν άλλος θνητός άνθρωπος, ο Νυμφίος της Εκκλησίας. Αυτός ο Δημιουργός Ουρανού και γης. Ο μονογενής υιός και Λόγος του Θεού, ο Αθάνατος, που γεννήθηκε από την Αειπάρθενο Μαρία «εν χρόνων», φαινόμενος ως άνθρωπος, αλλ΄ ήταν όμως και άχρονος, τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, ήταν ο αναμάρτητος Θεάνθρωπος!
«Τις εξ υμών ελέγχει με - ω Ιουδαίοι, γραμματείς και Φαρισαίοι - περί αμαρτίας;».
(Ιω. 9,46)
Ει δε αλήθειαν λέγω, διατί υμείς ου πιστεύετέ μοι;»
Ναι, Θεάνθρωπος! Λέξη «κλειδί» όχι μόνο της Θεολογίας (ως επιστήμης), αλλά και της εκκλησιολογίας «ως Σώμα Χριστού» και σωτηρίας μας (σωτηριολογίας). Γι΄ αυτό και αθανατιζόμαστε:
«Σώμα Χριστού μεταλάβετε, πηγής αθανάτου γεύσασθε».
Ο Σέρβος Ορθόδοξος, Αγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, στο βιβλίο του, «Ανθρωπος και Θεάνθρωπος», θα διακηρύξει: «Ο αγώνας για τον Θεάνθρωπο είναι αγώνας για τον άνθρωπο».
«Καταδικάσαμε τον Χριστό σε θάνατο και μας καταδίκασε σε αθανασία».
Κατά τη βάπτιση του Χριστού, όπως ακούμε κάθε χρόνο στην εκκλησία μας, οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί και ψάλουμε στο απολυτίκιο της εορτής των Θεοφανείων «η της Τριάδος εφανερώθη προσκύνησις» = (λατρευτική προσκύνηση).
Φανερώθηκε: 1) Ο πατέρας μας «πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς…», με τη φωνή του: «Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός στον οποίο επαναπαύεται το πνεύμα μου, γιατί με το «τετέλεσται» πάνω στο σταυρό και την αναστάσίν του, ολοκληρώνεται το μυστήριο της θεϊκής οικονομίας και σωτηρίας (=εν ω ευδόκησα) του γένους των ανθρώπων.
2) Ο υιός (το 2ο πρόσωπο της Αγ. Τριάδος) που βαπτίζεται γυμνός κατά τον υμνογράφο, για να γυμνώσει, ημάς από την αμαρτία! Για να θραύσει τις κεφαλές των «δρακόντων» και να καταπνίξει αυτούς, μέσα στο νερό! (δηλαδή δαίμονες, πάθη, ατιμίες, πονηρούς λογισμούς και αδικίες).
3) Το πνεύμα το άγιον: «Ο άλλος παράκλητος (παρήγορος Θεός), «Ο θησαυρός των αγαθών και ζωής χορηγός…».
- «Αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία… πίστη, εγκράτεια», είναι οι καρποί της Αγαθότητάς του (Γαλ. 5, 22-23). Φανερώθηκε «εν είδει» περιστεράς (δίχως να είναι περιστέρι, συμβολικά…).
Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος και βαπτιστής, έλαβε πληροφορία «άνωθεν»: «Σε όποιον θα έβλεπε το πνεύμα το Αγιον να κατέρχεται και μένει «εν είδει περιστεράς», αυτός θα είναι που θα βαπτίζει με πνεύμα Αγιο και φωτιά.
«Καγώ εώρακα και μεμαρτύρηκα ότι ούτος εστίν ο Υιός του θεού). (Ιω. 1, 33-34).
Αλλα τα μάτια πίστεως (= απόλυτη εμπιστοσύνη) και καρδιάς του Ιωάννη Ασκητή και άλλα τα δικά μας (μάτια υποκρισίας, σκανδάλων και αδικίας. Αυτονομίας και εγωκεντρισμού. Πλεονεξίας και αδηφαγίας. Ασωτείας, απιστίας και αμετανοησίας).
«Αλλα τα μάτια της πέρδικας, κι άλλα της κουκουβάγιας» (λαϊκή παροιμία).
Φάνηκε ο Θεός: «Μια ουσία, μια δύναμις, μια Θεότης, ην (την οποία) προσκυνούντες, λέγομεν: «Τριάς Αγία δόξασοι». (Δοξαστικό Αγ. Πεντηκοστής).
Αυτά για τη λέξη Θεοφάνεια.
- Λέγεται και εορτή των Φώτων, διότι κατά την ημέρα αυτή βαπτίζονταν ομαδικά, όσοι ήταν έτοιμοι για το φώτισμα (=βάπτισμα). Οι νεοφώτιστοι φορούσαν λευκά ρούχα, κρατούσαν άσπρες λαμπάδες καθώς και όλοι οι συγγενείς και φίλοι τους και έτσι δημιουργούνταν μια ατμόσφαιρα γεμάτη φως και χαρά.
Ο Χριστός είναι ο Αληθινός Θεός και το φως του κόσμου «Ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα και τοις καθημένοις εν χώρα και σκιά θανάτου, φως ανέτειλεν αυτοίς».
«Φως εκ φωτός έλαμψε των κόσμω
Χριστός ο Θεός ημών, ο επιφανής
Θεός Τούτον λαοί προσκυνήσωμεν»
(Τροπάριο των Αίνων της εορτής).
Αυτό το θεϊκό και ηθικό φως του Κυρίου μας, αν το θελήσουμε και ενεργοποιήσουμε μέσα στην εκκλησία μας, με τη χάρη των ιερών μυστηρίων της μας μεταβάλλει, φωτίζει, αγιάζει, χαριτώνει σε «κατά χάριν Θεούς».
Θα καταγράψω δύο παραδείγματα ανθρώπων που έχουν το ίδιο Αρχιερατικό και βασιλικό από το Θεό αξίωμα, όχι με δικά μου λόγια, αλλά με βιώματα άλλων, που τους έζησαν και ζουν από κοντά και τούτο μόνο και μόνο για να γίνουν κατανοητά τα όσα θεωρητικά είπαμε για την τριαδική κοινωνία, ουσία και ενέργεια του Θεού του ζωνταντού Θεού μας.
α) «Στα πέτρινα εκείνα χρόνια, όπου το μίσος και η αγριότητα υπαγόρευαν συχνά πράξεις ανάρμοστες όχι μόνο στο λογικό άνθρωπο, αλλά και σ΄αυτά τα κτήνη, ο π. Αυγουστίνος γενναίος και ατρόμητος, συνέχιζε να κηρύττει το Ευάγγελιο της αγάπης με το λόγο και με το παράδειγμά του… Τις νυκτερινές ώρες σειόταν η περιοχή από τις κραυγές των δύστυχων κρατουμένων, καθώς έπεφτε πάνω τους ο βούρδουλας. Νηστικοί, διψασμένοι, πονεμένοι, τραυματισμένοι, πολλοί απ΄αυτούς έμειναν κλεισμένοι στη σιταποθήκη. Κανείς δεν τους νοιαζόταν, κανείς δεν τολμούσε να πλησιάσει για να τους φέρει λίγο φαγητό, ένα σκέπασμα, να τους προσφέρει τη στοιχειώδη περίθαλψη. Ο «ιεροκήρυκας τόλμησε. Πάγωσε όταν τον είδαν οι φρουροί. Με σεβασμό παραμέρισαν, για να περάσει ο άνθρωπος του Θεού. Ενας αστυνομικός όμως που είχε δοκιμαστεί σκληρά είχαν σκοτώσει τον αδελφό και έναν ανεψιό του - του έφραξε το δρόμο:
- Πίσω, του φωνάζει άγρια τραβώντας τον από το ράσο.
Με ψυχραιμία ο π. Αυγουστίνος του απαντά:
- Παλικάρι μου, κατανοώ τον πόνο σου και σε συμπονώ. Εγώ όμως, όπως πονώ για σένα, πονώ και γι΄αυτούς τους δυστυχισμένους. Με στέλνει ο Χριστός. Εχω αποστολή και πρέπει να την επιτελέσω. Το ράσο μου έχει τριφασικό ρεύμα. Πάρε το χέρι σου, διότι θα πάθεις ηλεκτροπληξία. Κανείς δεν θα μ΄ εμποδίσει!
Μ΄αυτά τα λόγια μαλάκωσε η καρδιά του αγριεμένου αστυνομικού, και τον άφησε ελεύθερο».
Αυτά τον καιρό εκείνο, στα Γρεβενά της Δ. Μακεδονίας για τον υπεραιωνόβιο σήμερα Επίσκοπο.
(Βλ. Βιβλίο: Στέργιου Ν. Σάκκου: «Αναφορά ευγνωμοσύνης» σελ. 104-105»)
β) Να τώρα κι ένας «παππούς αετός, Επίσκοπος» γέννημα πνευματικό της Λάρισας, θα λέγαμε: «Όταν κάνεις ένα έργο προσωπικό, θα κρατήσει μερικά χρόνια, θα χαθεί. Ο π. Χαρίτων όμως, πίστευε πάντα και είχε ελπίδα στο Θεό, γι΄αυτό και έμεινε το έργο του (λέει στην Κρήτη ο Πατριάρχης Αλεξάνδρειας κ. Θεόδωρος για τα 100 χρόνια εορτασμού από τη γέννηση του Ιεραποστόλου π. Χαρίτωνα, και συνεχίζει για το διάδοχό του, πολίτη Κεντρώας Αφρικής π. Ιγνάτιο):
«Εθαύμασα το γέροντα το νυν Μητροπολίτη π. Ιγνάτιο, τον οποίο ονομάζω παππού και αετό, διότι παρ΄ όλη την ηλικία του - και ζήσαμε το θαύμα που έζησε από το αεροπορικό δυστύχημα - συνεχίζει σαν πνευματικό του παιδί αυτό το τεράστιο έργο».
«Άλλες είναι οι αξιολογήσεις του Χριστού και άλλες του κόσμου. Ο κόσμος μακράν του Θεού βλέπει εις πρόσωπον ανθρώπου και λέγει - αυτός έχει διπλώματα… πτυχία… χρήματα… εξουσία… Αυτά δεν τα λαμβάνει υπ΄ όψιν του ο Χριστός. Στα μάτια του Θεού δεν έχουμε μεροληψία, αλλά έχουμε αξιολόγηση, όχι κατά το φαινόμενο, αλλά κατά την ουσία.
Κανείς δεν είναι μικρός στην εκκλησία του Χριστού. «Εσονται οι έσχατοι πρώτοι, και οι πρώτοι έσχατοι».
Πολλές φορές έχω θαυμάσει για την πίστη τους εγχρώμους - μαύρους. Σπάνια βρίσκει κάποιος τέτοια πίστη στα χώματα της Ευρώπης. Αν με ρωτήσετε ποιες είναι οι ευτυχέστερες στιγμές της ζωής μου, κάτω στην Αφρική, θα σας πω, όταν κοινωνώ παιδάκι μαυράκια, αγγελούδια, που με κοιτούν με τα ορθάνοιχτα μάτια τους. Εχει ο Θεός τους δικούς του και σε άλλα μέρη και στη Μαύρη Ηπειρο…» (λόγια του π. Ιγνατίου, Μητροπολίτου Κεντρώας Αφρικής, στο Φως Εθνών: Τεύχος 118 του 2008).
Αυτό το «φως το αληθινόν, το φωτίζουν πάντα άνθρωποι ερχόμενον εις τον κόσμον, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός», θα φωτίζει μέχρι της Δευτέρας Παρουσίας Του, πάντα τα έθνη. Υστερα ακολουθεί κρίση και αξιολόγηση, δίκαιου κριτή.
«Ζη κύριος ο Θεός ημών…», «ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών…».
Ολοι οι άλλοι: «ήταν φώτα, χίλια φώτα, μα δεν ήτανε το φως».
Λάρισα 5.1.2009