Παίρνω την αφορμή να γράψω αυτήν την επιστολή προς τον υπουργό Υγείας κ. Α. Λοβέρδο την οποία κοινοποιώ και στον διοικητή 5ης ΥΠΕ, ύστερα από τα δημοσιεύματα στα «ψιθυριστά» στις 10/3 και 11/3 το ένα είχε τίτλο «τα χειρότερα είναι μπροστά» και το άλλο «κλείστε τα εντελώς».
Συνόδευσα λοιπόν στις 25/2 συγγενικό μου πρόσωπο στο Π.Π.Γ.Ν. Λάρισας και συγκεκριμένα στην γαστρεντερολογική κλινική ΕΣΥ. Πληρώσαμε τα 5 ευρώ κανονικά και με το νόμο. Αναφέραμε το ιστορικό του ασθενούς και έγινε στα εξωτερικά ιατρεία μια κολονοσκόπηση. Το συγγενικό μου πρόσωπο βγήκε πριν την ολοκλήρωση της εξέτασης (με αφόρητους πόνους) η οποία διεκόπη λόγω οξείας ανάκαμψης και δυσανεξία της ασθενούς. Βέβαια να συμπληρώσω ότι άλλα άτομα την ίδια μέρα για την ίδια εξέταση δεν παρουσίασαν κανένα πρόβλημα.
Παραδεχόμαστε λοιπόν την ευαισθησία της ασθενούς, όμως γιατί να μην ολοκληρωθεί η εξέταση που την ξεκίνησε ο ειδικευόμενος γαστρεντερολόγος; Χρόνο και υπομονή χρειαζόταν. Επίσης το άλλο μας ερώτημα, δεν υπήρχε διαθέσιμος επιμελητής Β, η επιμελητής Α, η ακόμα και δ/ντής στη γαστρεντερολογική κλινική ΕΣΥ; (ο ειδικευόμενος γιατρός έκανε ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατό).
Το άλλο ερώτημα είναι όταν ακούστηκαν τα βογγητά έξω από το ιατρείο και ζήτησα εξηγήσεις ο γιατρός απάντησε ότι ήδη χορήγησα 4 δόσεις αναισθητικό δεν μπορώ άλλη δόση, γιατί λοιπόν εκείνη την στιγμή δεν υπήρξε συνδρομή αναισθησιολόγου; Σε οργανωμένη νοσοκομειακή μονάδα ήμασταν και όχι σε ιδιωτικό ιατρείο.
Μήπως στις φλέβες της ασθενούς ρίχνατε ορό σκέτο ή «αέρα κοπανιστό» λόγω ελλείψεως ιατροφαρμακευτικού υλικού, και δεν μπόρεσε να ζαλιστεί διότι μετά από 15 ημέρες ακριβώς (11/3) που απευθυνθήκαμε στην ιδιωτική πρωτοβουλία έγιναν όλα ανώδυνα χωρίς κανένα πρόβλημα και χωρίς καμία παρενέργεια.
Μην οδηγείτε τον φορολογούμενο πολίτη των 500 ευρώ που μόχθησε και τώρα στα γηρατειά χρειάζεται τη βοήθειά σας στους ιδιώτες, και μάλιστα εν μέσω οικονομικής κρίσης. Μην κοκορεύεστε ότι κατεβάσατε το κόστος των νοσοκομείων αφού ρίξατε τις παροχές. Τα σχόλια λοιπόν στα «ψιθυριστά» είναι πέρα για πέρα αληθινά και ίσως χρειάζεται και άλλοι συνάνθρωποί μας να γνωστοποιούν δημόσια παρόμοια περιστατικά μήπως και αλλάξει κάτι προς το καλύτερο. Οψόμεθα.
Κομόπουλος Ιωάννης,
πολύτεκνος εκπαιδευτικός