Έχουν περάσει δύο μήνες από την Πρωτοχρονιά και η Λάρισα κόβει πίτες και ο χορός καλά κρατεί.
Να είναι, άραγε, συνειδητή αντίδραση στην οικονομική κρίση ή βρισκόμαστε σε «αφασία», στο «δεν βαριέσαι», στο «(εν)τάξει», όπως όταν ανάβαμε τα τσιγάρα με πεντοχίλιαρα;
Μάλλον πρόκειται για πιο πρόθυμη ανταπόκριση στην πρόσκληση της παράδοσης. Σε χαλεπούς καιρούς παρατηρείται πάντα συσπείρωση, έρχονται πιο κοντά οι άνθρωποι μεταξύ των.
Οι σκέψεις αυτές με πάνε πολύ πίσω, στα χρόνια της Κατοχής. Η πείνα να θερίζει κυριολεκτικά. Η μικρή ξυπόλητη Τασούλα να λέγει: «Θεία Ακριβούλα, είπ’ η μάνα μ’ να μ’ δώκεις ένα ’πλοχέρι (χούφτα) αλεύρ’».
Διακονιάρης να διακονεύει από ζητιάνο! Και τότε οι άνθρωποι «κούρνιαζαν» κάτω από τις φτερούγες των παραδόσεων. Η αλληλεγγύη τους οδηγούσε να μοιράζουν δίκαια την πείνα τους.
Στις κηδείες, που ήταν πολλές, όλοι τεθλιμμένοι συγγενείς για τα κόλλυβα και τα παξιμάδια. Στους γάμους, σπάνιοι, για το λιτό γαμήλιο τραπέζι. Τότε δεν λέγαμε όπου γάμος και χαρά, αλλά όπου γάμος και φαΐ.
Στα πανηγύρια (όλοι γι’ αυτά ήμασταν...) ευσεβείς πιστοί, γιατί η φέτα του άρτου ήταν χορταστική.
Η ιστορία επαναλαμβάνεται με τη νέα κατοχή, αυτή της τρόικας.
Ας ελπίσουμε πως δεν θα γίνει αιτία, αντί για πίτες, να κόβουμε μπομπότες.
Σπύρος Χαλικιάς