Διαβάζω στην «Ελευθεροτυπία», τις προηγούμενες ημέρες, πως «η κυβέρνηση ψάχνεται, γιατί δεν καταλαβαίνει τα μέτρα ο κόσμος» και ως εκ τούτου «στρέφει ξαφνικά το ενδιαφέρον της στην επικοινωνιακή της πολιτική, διαπιστώνοντας ότι σε αυτόν τον τομέα έχει έλλειμμα, μεγαλύτερο ακόμα και από το... δημοσιονομικό».
Στο ίδιο ρεπορτάζ της εφημερίδας, το οποίο επικαλείται κυβερνητικές πηγές, διαβάζουμε, επίσης, ότι στην κυβέρνηση επικρατεί έντονος προβληματισμός για το γεγονός ότι «ενώ υπάρχει ένας καταιγισμός εξελίξεων σε όλους τους τομείς, δεν περνούν στους πολίτες οι αλλαγές που γίνονται και η χρησιμότητά τους, με αποτέλεσμα να κυριαρχούν ερμηνείες οι οποίες ακυρώνουν την προσπάθεια και αποπροσανατολίζουν τον κόσμο».
Προς τούτο, αναφέρουν δημοσιογραφικές πληροφορίες, αυτή η αδυναμία θα επιχειρηθεί να καλυφθεί με την εκλαΐκευση όλων των νομοθετικών πρωτοβουλιών και με ένα διαφημιστικό μπαράζ με σποτ και άλλα μέσα.
Όμως, το πρώτο ερώτημα που αναδεικνύεται, όταν διαβάζουμε αυτές τις σκέψεις (!) των κυβερνητικών παραγόντων, είναι:
«Μα σε ποιον κόσμο και σε ποια κοινωνία ζουν αυτοί οι άνθρωποι»;
Είναι προφανές πως οι κυβερνητικοί παράγοντες – χωρίς φυσικά να ισχυρίζεται κανείς ότι έχουν άδικο σε όλα όσα πράττουν, αν και θα όφειλε η ελλαδική πολιτική τάξη να είχε αφυπνιστεί πολλά χρόνια πριν - δεν έχουν αντιληφθεί (ή το πιθανότερο προσποιούνται ότι δεν έχουν αντιληφθεί, αλλά και στις δύο περιπτώσεις τόσο το χειρότερο γι’ αυτούς) τι συμβαίνει γύρω τους, ευρίσκονται κλεισμένοι σε γυάλινους πύργους και δεν αφουγκράζονται την αγωνία της κοινωνίας, ούτε τον ήχο από το καζάνι που βράζει και δεν ξέρουμε αν, πότε και πώς θα εκραγεί.
Άλλη εξήγηση δεν μπορώ να βρω ώστε να δικαιολογήσω το γεγονός ότι η κυβέρνηση ετοιμάζει επικοινωνιακή αντεπίθεση για να πείσει την κοινωνία πως όλα αυτά τα οποία τεκταίνονται εις βάρος μισθών, συντάξεων, συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, γίνονται «για το καλό μας», όπως έλεγε το παλιό τραγουδάκι.
Άλλη εξήγηση, επίσης, δεν μπορώ να βρω για να δικαιολογήσω τη στάση της κυβερνήσεως, η οποία δεν εννοεί να αντιληφθεί ότι το κίνημα του «δεν πληρώνω» μπορεί να λάβει εφιαλτικές διαστάσεις για τα δημόσια οικονομικά, όπως δεν εννοεί να αντιληφθεί ο Δ. Ρέππας το γιατί πολλοί συμπολίτες μας αρνούνται ή θα αρνηθούν να πληρώσουν το εισιτήριό τους στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς και τους αποκαλεί «τζαμπατζήδες».
Αλήθεια δεν αντιλαμβάνεται πως η πλειονοψηφία αυτών που χρησιμοποιούν τα λεωφορεία, το μετρό, τα τρόλεϊ, δεν είναι οι λεφτάδες (δηλαδή, αυτοί για τους οποίους ο Πρόεδρος Παπούλιας είπε πως «έχουν καβούρια στην τσέπη τους») αλλά πρόκειται για συνταξιούχους και μεροκαματιάρηδες, που βλέπουν τα εισοδήματά τους να βαδίζουν στον γκρεμό και τις τιμές (ακόμη και των εισιτηρίων στα Μέσα Μεταφοράς) να τραβούν ανεξέλεγκτα την ανηφόρα.
Εκτός, όμως, από την επικοινωνιακή αντεπίθεση για να μας πείσουν για τα όσα μας συμβαίνουν (και θα μας συμβαίνουν για πολλά χρόνια - μάλιστα θα υπάρξει, όπως λένε τα σχετικά ρεπορτάζ, σχετική συνταγματική ρύθμιση ώστε η λιτότητα να παραμείνει εσαεί) λόγος πολύς γίνεται τον τελευταίο καιρό και περί εκλογών.
Περί το ενδεχόμενο αυτό έχει ξεκινήσει ένα απίστευτο γαϊτανάκι κι ένα μάδημα της μαργαρίτας: «Θα πάει ο Γιώργος σε εκλογές ή δεν θα πάει»;
Ο αρχηγός της ΝΔ Α. Σαμαράς έχει εκτιμήσει πως ο πρωθυπουργός «θα πάει» σε εκλογές τον Απρίλιο και μάλιστα με λίστα, δηλώνει δε πως το κόμμα του είναι σε εκλογική ετοιμότητα.
Το ερώτημα που αναδεικνύεται για τον αρχηγό της ΝΔ είναι αν πέραν της εκλογικής ετοιμότητας στην οποία έχει θέσει το μηχανισμό του κόμματός του, είναι και έτοιμος να κυβερνήσει, αν υποτεθεί ότι γίνονται εκλογές κι αν επίσης υποτεθεί πως τις χάνει ο Γ. Α. Παπανδρέου.
Εκλογές «βλέπει» κι ο αρχηγός του ΛΑΟΣ Γιώργος Καρατζαφέρης, εκλογές ζήτησαν και ορισμένοι μέσα από το ΠΑΣΟΚ, όπως ο πρώην πρόεδρος της Βουλής Απόστολος Κακλαμάνης.
Η κυβέρνηση από την πλευρά της διέψευσε το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών και επετέθη στον Αντώνη Σαμαρά.
Εν πάση, όμως, περιπτώσει όλα αυτά λέγονται, γράφονται, θα λέγονται και θα γράφονται, ενώ είναι βέβαιο πως η κυβέρνηση λειτουργεί σε πλαίσιο κινούμενης άμμου.
Τα προβλήματα της χώρας δεν λύνονται ούτε με επικοινωνιακά τρικ, ούτε στην παρούσα φάση με εκλογές, που είναι σχεδόν βέβαιο πως δεν θα δώσουν – έτσι όπως φαίνεται να διαμορφώνεται ο συσχετισμός των δυνάμεων – σταθερότητα και αυτοδυναμία.
Είναι, επίσης, βέβαιο πως οι δανειστές της χώρας δεν τις θέλουν (προτιμούν να ξέρουν με ποιον έχουν να κάνουν και με ποιον συνομιλούν, εν προκειμένω προτιμούν τους κ.κ. Γ. Παπανδρέου και Γ. Παπακωνσταντίνου, οι οποίοι τηρούν με θρησκευτική ευλάβεια τα όσα είναι εντεταλμένοι από το Μνημόνιο να τηρήσουν) και σε τελική ανάλυση δεν θέλουν να χάσουν τα λεφτά τους.
Και κάτι τελευταίο.
Στο ενδιαφέρον βιβλίο των κ.κ. Μιχάλη Ιγνατίου και Μάριου Ευρυβιάδη «CIA – Ο απόρρητος Φάκελος του Ανδρέα» περιλαμβάνεται ένα αμερικανικό Μνημόνιο, με ημερομηνία 14 Σεπτεμβρίου 1981 (συγκρατήστε την ημερομηνία – πριν από 30 χρόνια) για τις προοπτικές στην Ελλάδα.
Διαβάζουμε στο εν λόγω κείμενο:
«Η ύπαρξη δομικών προβλημάτων καθιστά την Ελλάδα ιδιαιτέρως ευάλωτη στις πληθωριστικές πιέσεις και στις διακυμάνσεις της παγκόσμιας οικονομίας, αλλά προμηνύει επίσης δυσκολίες προσαρμογής της ΕΟΚ (σ.σ. σήμερα ΕΕ)».
Το εν λόγω Μνημόνιο (σ.σ. όχι φυσικά πως το χρειαζόταν, άλλωστε καθηγητής της Οικονομίας ήταν) περιήλθε στα χέρια του Ανδρέα Παπανδρέου τότε.
Τριάντα χρόνια μετά οι εκτιμήσεις αυτές παραμένουν επίκαιρες, γιατί όλα αυτά τα χρόνια ουδέν έγινε από την ελλαδική πολιτική τάξη ώστε να διορθωθούν αυτά τα «δομικά προβλήματα».