Κατά τη διεξαγωγή των περιφερειακών αυτοδιοικητικών εκλογών, κλείσαμε με τόση ευκολία τα σχολεία μας, για τέσσερις ημέρες (Παρασκευή – Δευτέρα) προκειμένου να χρησιμοποιηθούν αυτά ως εκλογικά κέντρα, ανεξάρτητα ή όχι, εάν είχαν επιλεγεί για το σκοπό αυτό. Η όλη προετοιμασία μπορούσε, να γίνει χωρίς κανένα πρόβλημα ημέρα Σάββατο. Η επαναφορά των σχολείων στην προτέρα τους θέση, μπορούσε επίσης να γίνει και πάλι άνετα τις δύο πρώτες ώρες της Δευτέρας, οπότε δεν θα είχαν, με λίγη φροντίδα και πρόνοια, απώλεια καμιάς απολύτως εκπαιδευτικής ημέρας. Τον Νοέμβριο μήνα οι μαθητές μας, απώλεσαν μαζί με την εορτή του Πολυτεχνείου, πέντε εκπαιδευτικές ημέρες. Οι εκπαιδευτικές ημέρες στη χώρα μας είναι μόνο 162, λιγότερες από κάθε άλλη χώρα του κόσμου. Τώρα εάν αφαιρέσουμε αργίες εκδρομές, γενικές συνελεύσεις εκπαιδευτικών, καταλήψεις κ.τ.λ. φθάνουμε τελικά το πολύ στις 140. Και αντί να βρούμε τρόπους να τις αυξήσουμε όπως π.χ. με την έναρξη των μαθημάτων την 1η Σεπτεμβρίου και όχι μετά τις δέκα του μηνός αυτού, όπως συμβαίνει μέχρι τώρα. Εμείς όμως με ελαφρά την καρδία και με το παραμικρό τις μειώνουμε αδικαιολόγητα και αναιτιολόγητα και τα κλείνουμε έτσι, για ψύλλου πήδημα, ανενόχλητοι και με τη βούλα μάλιστα του κράτους.
Σε αυτή την ευλογημένη χώρα τείνουμε να αναγάγουμε τον απόλυτο παραλογισμό σε κανονικούς ρυθμούς στην καθημερινή μας ζωή όπως: Θέλουν οι εκπαιδευτικοί να κάνουν τις γενικές συνελεύσεις τους κλείνουν νομίμως τα Σχολεία. Χάθηκαν βλέπετε τα απογεύματα ή τα Σαββατοκύριακα. Το ίδιο ισχύει στο Δημόσιο για όλες τις συντεχνίες, όταν προβαίνουν σε γενικές συνελεύσεις τους. Θέλουν οι εργαζόμενοι στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς να κάνουν γενική συνέλευση (σύνηθες φαινόμενο) σηκώνουν ανενόχλητοι για πέντε ώρες το χειρόφρενο αδιαφορώντας τελείως για την ταλαιπωρία των πολιτών. Θέλουν οι εργαζόμενοι στη ΔΕΗ να βελτιώσουν μισθολογικά τις θέσεις τους, κατεβάζουν τους διακόπτες, βυθίζοντας τη χώρα στο σκοτάδι. Αν τώρα σκεφθεί κανείς ότι το λεγόμενο κίνημα των Διοδίων («δεν πληρώνω»), δηλαδή η άρνηση όλο και περισσότερων οδηγών, να καταβάλουν το αντίτιμο τέλος της διέλευσης στις Εθνικές Οδούς, είναι πιθανόν να δημιουργήσει προηγούμενο για ενδεχόμενη γενίκευση του φαινομένου και σε άλλες δραστηριότητες της καθημερινότητάς μας. Στην πατρίδα μας δυστυχώς το πάνω χέρι το έχουν οι συντεχνίες όχι του ιδιωτικού τομέα, αλλά οι προνομιούχοι των ρετιρέ των ΔΕΚΟ, που στην κυριολεξία φέρονται με την ανοχή των εκάστοτε κυβερνήσεων, ως στρατός κατοχής με ένα απύθμενο θράσος και απύθμενη προκλητικότητα.
Έχουμε 22 Πανεπιστήμια και 16 ΤΕΙ. Οι κοντόφθαλμοι για να μην πω ανόητοι πολιτικοί μας, σκόρπισαν σε όλη τη χώρα αυτά τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, νομίζοντας ότι έτσι, θα έφερναν στην Περιφέρεια και στους τόπους καταγωγής τους, την πρόοδο και την ανάπτυξη. Και αντί τη γνώση και την επιστήμη, ξεφύτρωσαν παντού καφετέριες και γκαρσονιέρες και χιλιάδες αργόσχολοι φοιτητές και σπουδαστές. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι, στα 200 καλύτερα Πανεπιστήμια του κόσμου, να μην υπάρχει κανένα ελληνικό, ενώ υπάρχουν αρκετά του Ισραήλ, της Δανίας και της Ολλανδίας. Και έτσι με αυτό τον τρόπον και τα Πανεπιστήμιά μας, να τελούν συνήθως υπό κατάληψη και τους φοιτητές, να κάνουν την πρακτική τους στην οικοδομή, κτίζοντας τις πόρτες των Πρυτάνεών τους και των καθηγητών τους, ενώ παράλληλα, διάφορες δυναμικές μειοψηφίες έχοντας πολλές φορές, ως συμπαραστάτες ανάξιους καθηγητές, πρωτοστατούν και εναντιώνονται σε κάθε απόπειρα της πολιτείας να τα εκσυγχρονίσει αυτά, όπως η εισαγωγή της αξιολόγησης, πλαφόν στα έτη σπουδών και στην κατάργηση, αυτής της ελληνικής πατέντας, που ακούει ακόμα στο όνομα άσυλο, με αποτέλεσμα τα ΑΕΙ και ΤΕΙ να τελούν υπό την ομηρία αυτών των αδίστακτων ομάδων και άλλων αντιδραστικών στοιχείων. Οι καθηγητές σπανίως μπαίνουν στις τάξεις ενώ στα ξένα Πανεπιστήμια είναι υποχρεωτική η παραμονή τους σε αυτά, από τις 9 το πρωί μέχρι τις 5 το απόγευμα.
Τούτη η παιδεία, που όχι μόνο παιδεία δεν είναι, αλλά ούτε καν εκπαίδευση, αφού δεν καλλιεργεί καμία δεξιότητα, εκτός από τη ραθυμία, την αναβλητικότητα και τον φόβο της δουλειάς, όχι μόνο δεν καλλιεργεί, τον νέο εσωτερικά, αλλά τον πετρώνει δημιουργικά. Τα κάνει άχρηστα τα παιδιά, για παραγωγική εργασία, γιατί ο θεσμός της παπαγαλίας και η νοοτροπία της ήσσονος προσπάθειας, με το πρόσχημα, να μην το κουράσουμε, τους αφαιρεί την αυτενέργεια, την πρωτοβουλία, τη φαντασία και την πρωτοτυπία. Το σχολείο, αντί να μαθαίνει τα παιδιά, πώς να μαθαίνουν, τα νεκρώνει πνευματικά. Δεν τα μαθαίνει, πώς να σκέπτονται, αλλά με τι να σκέπτονται. Το έμβλημα πια του ελληνικού Σχολείου δεν είναι η γλαύκα (κουκουβάγια) αλλά δυστυχώς ο παπαγάλος και θριαμβεύει και επιβραβεύεται η παπαγαλία και όχι η μάθηση, η δεξιότητα και η ικανότητα.
Δεν πάει καλά η οικονομία μας. Μα πώς να πάει, όταν με τη ναυτιλία, που προσφέρει το 5,6% του ΑΕΠ (13.440 δισ. ευρώ) το χρόνο ασχολείται μόνο το 1% των Ελλήνων; Με τον Αγροτικό Τομέα, που προσφέρει το 6,6% του ΑΕΠ (14.544 δισ. ευρώ) ασχολείται το 14,5% του πληθυσμού. Διερωτάμαι όμως τι είδους ναυτικός λαός είμαστε, όταν αποστρεφόμαστε τη θάλασσα και στα ελληνικά καράβια, κυριαρχούν Φιλιππινέζοι, Αλβανοί, Αιγύπτιοι και μελαμψοί κάθε απόχρωσης και φυλής.
Αν όμως το σχολείο από το Δημοτικό, καλλιεργούσε την τόλμη την αυτενέργεια, βράβευε την πρωτοβουλία, την ανάληψη ευθυνών, την αγάπη για την οποινδήποτε δουλειά ακόμη και του πλανόδιου, θα είχαμε κάνει την Ελλάδα Ελδοράδο, όπως έγινε Ελδοράδο, για τους εργατικούς Αλβανούς, Βουλγάρους, Πολωνούς, Γεωργιανούς, Αιγυπτίους αλιείς, Πακιστανούς και Ουκρανούς. Σήμερα αυτοί είναι η εργατική και αύριο η επιχειρηματική τάξη της Ελλάδας. Και οι Έλληνες αφήνοντας την Πατρώα Γη στα χέρια των Αλβανών, που τη δουλεύουν, την πατρώα θάλασσα στα χέρια των Αιγυπτίων, που τη ψαρεύουν, θα μεταβληθούν σε νομάδες της Ευρώπης ή των Η.Π.Α. ή θα τρέχουν για δουλειά στις γειτονικές χώρες. Το 10% του ΑΕΠ της Αλβανίας παράγεται στη χώρα μας. Τα ετήσια εμβάσματα των Αλβανών, που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας και κατευθύνονται στην πατρίδα τους, ξεπερνούν τα 400 εκατ. ευρώ.
Σήμερα βέβαια οι χειρονακτικές εργασίες ελέγχονται σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα από ξένους. Στην οικοδομή μιλούν αλβανικά, στα χωράφια πακιστανικά, αλβανικά, βουλγάρικα. Το μεγαλύτερο μέρος των τουριστικών μας ειδών, που θυμίζουν Ελλάδα (τσολιάδες κ.λπ.), ακόμα και τις σημαίες μας, οι Κινέζοι τις φτιάχνουν. Κι εμείς όπως πάντα φτιάχνουμε τα τρία κακά της μοίρας μας. Αγοράζουμε πολυτελή αυτοκίνητα με δόσεις, κάνουμε διακοπές με «διακοποδάνεια», εορτάζουμε με «εορτοδάνεια» και πεθαίνουμε με «πεθαινοδάνεια». Δεν προχωρώ άλλο αρκετά σας ζάλισα και σταματώ εδώ και αφήνω τον κάθε αναγνώστη να βγάλει από μόνος του τα δικά του συμπεράσματα.