...Είναι λοιπόν οι 300 συνολικά λαθρομετανάστες, οι οποίοι, είτε μόνοι είτε με... παρέα (το δεύτερο είναι και το πιθανότερο), αποφάσισαν ότι ο κατάλληλος τρόπος για να νομιμοποιήσουν την παρουσία τους σε μια χώρα, στην οποία εισήλθαν λαθραία, το καλύτερο που έχουν να κάνουν είναι να καταλάβουν μια πανεπιστημιακή σχολή και να κατέβουν σε απεργία πείνας, προκειμένου να προκαλέσουν συναισθήματα συμπάθειας στην κοινωνία και να ασκήσουν εκβιασμό στην Πολιτεία να τους νομιμοποιήσει.
Τώρα «πώς» μπήκαν εκεί μέσα, στη Νομική Σχολή, έστω και αν το κτίριο αυτό δεν χρησιμοποιείται, «ποιος» τους έδωσε τη σχετική ιδέα και «ποιοι» ήταν αυτοί που έκαναν τα στραβά μάτια και άφησαν ανενόχλητα 200 και πλέον άτομα να μπουν μέσα και να εγκατασταθούν, αυτό είναι μια άλλη ιστορία, η οποία ποτέ δεν θα διευκρινιστεί επισήμως. Απλώς θα αφήνονται πολιτικά και λοιπά υπονοούμενα, θα εκτοξεύονται αλληλοκατηγορίες, θα γίνεται αλληλοεπίρριψη ευθυνών και τελικά... Και τελικά κανείς ούτε θα φανεί πραγματικά, ούτε και θα αναλάβει την ευθύνη. Και στη μέση θα βρίσκονται πάντα οι διαμαρτυρόμενοι και «εγκατεστημένοι» λαθρομετανάστες, οι οποίοι θα αναζητούν το δίκιο τους, όπως εκείνοι το αντιλαμβάνονται και όπως ενδεχομένως κάποιοι τους το υπέδειξαν.
Η γενική αρχή της Πολιτείας και του υπουργείου Εσωτερικών είναι, όπως και από τις δηλώσεις προκύπτει, ότι δεν προτίθεται να «κάνει πίσω» και ότι δεν τίθεται θέμα νομιμοποίησής τους. Και είναι και η ορθή. Γιατί αν, λόγω συγκεκριμένων συνθηκών, που αυτόν το σκοπό είχε άλλωστε η δημιουργία τους, να προκληθούν εντυπώσεις και να γίνει ντόρος, τότε απλά η Ελλάδα έχει χάσει οριστικά το παιχνίδι ως προς την αντιμετώπιση του ζητήματος αυτού. Το οποίο ζήτημα είναι σοβαρότατο σε εθνικό επίπεδο και έχει πτυχές και επιπτώσεις όχι μόνο πολιτικές, αλλά και σαφέστατα εθνικές. Αν τώρα κάνει πίσω η Πολιτεία, απλά θα δημιουργήσει δεδικασμένο, και ο καθείς που λαθραία εισέρχεται στη χώρα, θα προβαίνει σε ανάλογες καταστάσεις διαμαρτυρίας, απαιτώντας αυτό που είχε ήδη να δει να συμβαίνει: τη νομιμοποίησή του.
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι το ζήτημα έχει μια βαθιά ανθρώπινη πλευρά. Την πλευρά αυτών των ανθρώπων που η απελπισία τους οδηγεί να αναζητούν, διακινδυνεύοντας και τη ζωή τους, μια καλύτερη τύχη. Αν όμως σταθούμε μόνο σε αυτή την πλευρά, η Ελλάδα που έτσι κι αλλιώς είναι «ξέφραγο αμπέλι» - άσχετα που τώρα θα βάλουμε «φράχτη» από τη μία πλευρά - θα γίνει «μπάτε σκύλοι αλέστε κι αλεστικά μη δίνετε». Και επειδή, όπως όλοι γνωρίζουμε, πρόκειται για τη μεγαλύτερη πύλη λαθρομεταναστών προς την Ευρώπη, η κατάσταση θα γίνει ακόμη χειρότερη από ό,τι ήδη είναι. Και η Ευρώπη, ή μάλλον η Ε.Ε., είναι πλήρως ενημερωμένη για την κατάσταση, τα ελληνικά διαβήματα αλλεπάλληλα (ίσως όχι στον τόνο που θα έπρεπε), καθώς το πρόβλημα είναι «ευρωπαϊκό» και όχι «ελληνικό», αλλά... Αλλά φωνή βοώντος εν τη ερήμω. Γίνονται κάποια συμβολικά βήματα, αλλά όχι τόσα και τέτοια που θα βοηθούν σημαντικά τη χώρα, η οποία εξακολουθεί να παλεύει μόνη της με τα αλλεπάλληλα κύματα λαθρομετανάστευσης.
Και δεν είναι ότι όλοι θέλουν καλά και ντε να έρθουν από την αρχή στην Ελλάδα γιατί την επιλέγουν. Όπως έλεγε και κάποιος προχθές σε σχετικό ρεπορτάζ, αλλού ήθελε να πάει αλλά μέχρι εδώ του έφτασαν τα λεφτά, και απλώς ξέμεινε.
Όσο για το πανεπιστημιακό άσυλο, να μη μιλήσουμε καλύτερα. Έχει καταντήσει «άσυλο» σκέτο. Όποιος θέλει, όποτε θέλει, για όποιο λόγο θέλει, πάει και ταμπουρώνεται σε μια πανεπιστημιακή σχολή και όλα μια χαρά. Όσο για τη «διακίνηση ιδεών» και αυτή σκέτη «διακίνηση» έχει μείνει. Προσώπων, πραγμάτων, αλλά σίγουρα όχι ιδεών. Και τρέχει μετά ο φορολογούμενος να πληρώσει τη ζημιά από τους βανδαλισμούς του καθένα.
Είναι σαφές ότι χρειάζεται ένα «νοικοκύρεμα», μια «ιεράρχηση» και ένα «ξεκαθάρισμα» για το «τι» εννοούμε και «πώς» το εννοούμε σε αυτή τη χώρα, που όλα είναι ή του ύψους ή του βάθους. Και μια νομοθετική παρέμβαση, επίσης.
Αυτά όμως δεν μπορούν να γίνουν διότι κανείς από τους ενεχόμενους και αρμόδιους δεν αναλαμβάνει τις ευθύνες του και πετάει το μπαλάκι στον άλλον. Γιατί μια ευνομούμενη Πολιτεία δεν λειτουργεί παίζοντας πινγκ-πονγκ.