Ενόψει των δημοτικών εκλογών, στην χώρα μας επανήλθε η μεσανατολίτικη ασυλία του καπνίσματος, με σιωπηλή ανοχή λόγω... πολιτικού κόστους. Και τώρα πλέον, το πρώτο που ενδέχεται να σου σερβίρουν στην καφετέρια ή την ταβέρνα είναι το... τασάκι. Σε μια τέτοια περίπτωση μάλιστα όπου ο ίδιος ρώτησα αν ισχύει τελικά ο αντικαπνιστικός νόμος, με έκπληξη έλαβα την απάντηση πως «δεν έχει έρθει καμία εγκύκλιος από τις αρμόδιες υπηρεσίες»! Η ανομία εν μέσω κουτοπονηριάς, φτάνει ακόμα και στο χλευασμό όσων νομοθετεί η κεντρική εξουσία...
Στην υπόλοιπη Ευρώπη, η αυστηρή εφαρμογή αντικαπνιστικών διατάξεων αγγίζει τα όρια της «γκετοποίησης», κάνει ωστόσο τους καπνιστές να προβληματίζονται για την εξάρτησή τους. Στη χώρα μας, ο σχετικός Νόμος εφαρμόστηκε μόνο για ένα μήνα, για να φτάσουμε και πάλι στην προηγούμενη κατάσταση προεκλογικά. Έτσι, διάχυτη είναι η αίσθηση ότι η ασυλία των καπνιστών θα συνεχιστεί, καθώς η απειθαρχία στο νόμο, την τάξη και την αισθητική, αποτελεί κύριο συστατικό της νεοελληνικής πρακτικής. Αυτό εξάλλου διαφαίνεται από τα διάφορα παραθυράκια με τα οποία ακούγεται ότι θα (ξανα)εμπλουτιστεί ο αντικαπνιστικός Νόμος. Τελικά, το περιβόητο πολιτικό κόστος στη χώρα μας, έχει τη δύναμη να σαρώνει τα πάντα....
Το κάπνισμα δεν είναι απλά μια ανατολίτικη εξάρτηση αλλά και μια στάση που επηρεάζει τον καθημερινό τρόπο ζωής, μια «φιλοσοφία», ένα φετίχ που συχνά μετατρέπεται σε ιεροτελεστία. Το κάπνισμα συνδυάζεται με ένα μεγάλο εύρος αντιθέτων μεταξύ τους καταστάσεων: με τη χαλάρωση του καφέ αλλά και τη ζάλη του οινοπνεύματος, με τους εντατικούς αλλά και τους χαλαρούς ρυθμούς εργασίας. Επίσης, ταιριάζει απόλυτα με την οδήγηση του νεοέλληνα - την ανέμελη ή τη νευρική - που γίνεται πάντοτε με ένα χέρι και με παράθυρο ανοιχτό. Το κάπνισμα μαζί με τα διάφορα συνοδευτικά αξεσουάρ του, επηρεάζει σημαντικά τη γλώσσα του σώματος και βοηθά τόσο στην εκτόνωση της αμηχανίας όσο και της υπερκινητικότητας. Πράγματι, οι κινήσεις ενός καπνιστή, πραγματοποιούνται σχεδόν ακούσια, για να ικανοποιήσουν την εξάρτησή του να εισπνεύσει τη νικοτίνη μαζί με τις υπόλοιπες περίπου 4.200 βλαπτικές ουσίες που εμπεριέχονται στον καπνό του τσιγάρου. Στη νεοελληνική πρακτική, το κάπνισμα χρησιμοποιείται συχνά και ως σημείο αναφοράς διαφόρων φυσικών μεγεθών. Έτσι, γίνεται υποκειμενική μονάδα μέτρησης τόσο του χρόνου αναμονής όσο και της απόστασης, π.χ. «ένα τσιγάρο δρόμος»...
Το τσιγάρο, σίγουρα δεν είναι το μοναδικό «φουγάρο», ο μοναδικός ρυπαντής στην καθημερινή μας ζωή. Όμως, η απαγόρευση του καπνίσματος, ως διαδικασία που βλάπτει πρωτίστως τον ίδιο τον καπνιστή και στη συνέχεια το περιβάλλον, μπορεί να συνεισφέρει στην ανάπτυξη μιας νέας στάσης απέναντι στην ατομική και δημόσια υγεία. Χωρίς λοιπόν να γινόμαστε υποχόνδριοι, πρέπει να ενισχύουμε και όχι να ακυρώνουμε κανόνες που έχουν θεσπιστεί ενάντια σε κάθε μορφή ρύπανσης. Το ελάχιστο, να κάνουμε ότι και η υπόλοιπη Ευρώπη. Εμείς αντιθέτως, όχι απλά καίμε κάρβουνο - κυριολεκτικά και μεταφορικά – αλλά μας προορίζουν να κάψουμε κι άλλο - για να παράγουμε φτηνή (φτηνιάρικη) ενέργεια ως χρεοκοπημένοι.
Ελπίζουμε ότι η χώρα μας θα αρχίσει κάποτε να κόβει το δρόμο προς το τσιγάρο, το κάρβουνο, την τσαπατσουλιά, την ανομία, την παρακμή και την παντός τύπου - ευρηματική και μη - ηλιθιότητα που καθιστά τους πολίτες κουτοπόνηρα θύματα των ανευθυνοϋπεύθυνων πολιτικών της. Έτσι ελπίζουμε και στην εφαρμογή του Νόμου, δηλαδή στην εφαρμογή του αυτονόητου - εκτός κι αν ο Αντικαπνιστικός Νόμος ήταν μια σύντομη παρένθεση. Εξάλλου η ελπίδα σβήνει πάντα τελευταία... μετά το τσιγάρο που συνεχίζει να καίει στους κλειστούς χώρους!
Ο Μιλτιάδης Γ. Δεληχάς είναι Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Α.Π.Θ.