* Του Κων/νου Ι. Παπακωνσταντίνου
«Ουδέν κακόν, αμιγές καλού»
Καμιά φορά γινόμαστε άδικοι. Βαρύ το Μνημόνιο, ασήκωτη η Τρόικα, βδέλες οι Οίκοι αξιολόγησης. Μα όλα τούτα τα κακά, που μας βρήκαν δεν είναι μόνο συμφορά. Ίσως μας δίνουν μια ευκαιρία να ξαναβρούμε τον καλό μας εαυτό. Να ένα παράδειγμα. Στα καλά χρόνια, εκείνα της ψευδαίσθησης και της πλαστής ευφορίας, όπου όλα μας έρχονταν ωραία και βολικά, η συμπεριφορά μας προς τους γέροντες, ήταν εγωιστική και γιατί όχι σκληρή.
Μόλις ο παππούς ή η γιαγιά ξέπεφταν ανήμποροι, τους δείχναμε το δρόμο του παρκαρίσματος. Ενοχλητική η συμπεριφορά τους ή τα προβλήματα υγείας των. Τους βολεύαμε σε κάποιον οίκο ευγηρίας, στο Γηροκομείο ή τους παραδίναμε στα χέρια κάποιας Βουλγάρας ή Ουκρανής. Μας ήταν ενοχλητικοί. Χαλούσαν το ρυθμό της ζωής μας. Τάραζαν την ηρεμία μας. Τους ξεριζώναμε λοιπόν από την οικογενειακή θαλπωρή. Μακριά από τα εγγόνια τους και τα παιδιά μας και δρομολογούσαμε το τέλος τους, μέσα σε συνθήκες απονιάς και σκληράδας.Να λοιπόν, που ήλθε η Μέρκελ και μας άλλαξε μυαλά. Τα γεροντάκια, θα την ευγνωμονούν.
«Αν πεθάνει ο παππούς, μου έλεγε φίλος, την έχουμε άσχημα». Και φυσικά δε θα λυπηθούν τόσο για το χαμό του παππού. Θα λυπηθούν γιατί θα χάσουν την σύνταξή του, που στις μέρες μας αποτελεί στήριξη για τον άνεργο ή τον ημιαπασχολούμενο. Σωτήριο συμπλήρωμα στα οικογενειακά έξοδα. Έτσι λοιπόν ξαφνικά κάτι άλλαξε κι ένα κύμα στοργής πρωτόφαντο απλώθηκε σ’ όλες τις οικογένειες, για τον γέρο-συνταξιούχο. Την χρωσοτόκο όρνιθα. Να ζήσει ο παππούς, για να ζήσουμε κι εμείς. Έστω και λίγο τσαντάρισμα στα καθημερινά, μας κάνει μεγάλη τη διαφορά, ανάμεσα στο κάτι και το τίποτα. Και μη διανοηθεί κανείς να στενοχωρήσει ή να κακοκαρδίσει τον παππού. Προς Θεού. Να φορέσουμε τα καλά της συμπεριφοράς μας. Να υποδυθούμε τον ευγενή και τον πονόψυχο απόγονο. Υπόδειγμα σεβασμού στα γηρατειά. Και να θυμηθούμε και τον Αναξιμένη: Τι γαρ δικαιότερον ή τους γενέσεως και παιδείας αιτίους όντας αυτενεργείν;» (Δηλ. τι πιο δίκαιο από του ν’ αποδώσουμε ευεργασία σε όσους μας γέννησαν και μας μόρφωσαν;)
Κι αυτά που μας λέει ο Γιωργάκης ο ολίγοστος, μην τον ακούτε. Άκου χρειάζεται λέει ένας εργαζόμενος σε κάθε οικογένεια. Όχι! Ένας συνταξιούχος χρειάζεται ανά οικογένεια, για να μας σώσει από εκεί που μας κατάντησε. – Άλλαξαν λοιπόν άρδην οι σχέσεις προγόνων και απογόνων. Το κλειδί του παραδείσου βρίσκεται στα χέρια του παππού. Εκεί που φεύγαμε χλιδάτοι και προκλητικοί, από το σπίτι των γονιών μας, γιατί τάχα βγάλαμε φτερά και νοικιάζαμε δικιά μας στέγη, για νάχουμε την ανεξαρτησία μας ή την ησυχία μας και τάχα μας βάραινε η γκρίνια των γονιών, τώρα προτροπάδην επιστρέφουμε στη συστέγαση μαζί τους. Να μοιράσουμε τη σύνταξη του παππού. Πρόθυμοι ν’ ανεχθούμε εκείνα, που άφρονες λακτίσαμε. Και προσοχή. Να είμαστε καλοί μαζί του.
Να μην πάθει κάτι ο παππούς. Προσοχή στα φάρμακα και στη διατροφή του. Να φύγει τάχα η «ακατάλληλη» Βουλγάρα. Να καρπωθούμε εμείς το μερτικό της.
Και να δείτε, πώς έτσι θα ζήσουν περισσότερο οι γέροι, σε πείσμα όσων λένε, πώς η κρίση σήμερα μειώνει το προσδόκιμο επιβίωσης. Να το καλό της κρίσης...
Στα δίσεκτα χρόνια της κατοχής, τότε που ζούσαμε με τα δελτία, μερικούς γέρους που πέθαιναν δεν τους δηλώναμε, για να καρπωθούμε το δελτίο τροφίμων. Δηλ. οι πεθαμένοι έτρεφαν τους ζωντανούς. Όπως κάνουν και σήμερα μερικοί. Βρήκαν το ζαβό και εξαχρειωμένο κράτος κι όταν πεθάνει ο γέρος «ξεχνούν» να τον δηλώσουν και ζοπώνουν τη σύνταξή τους. Ζώντες και τεθνεώτες μπερδεύτηκαν.
Η ευειδής όμως Μέρκελ βοήθησε κι άλλους. Κάτι λίγα ζευγάρια, που με το παραμικρό έφταναν στα διαζύγια, ακυρώνοντας όρκους και αιώνια αγάπη και λατρεία, τώρα λουφάζουν. Ξεχνούν τις διαμάχες και συγκατοικούν ανεχόμενοι αλλήλους, γιατί έτσι και χωρίσουν τα διπλά τσαντήρια είναι ασύμφορο. Ακόμα και οι γονείς, που τα παιδιά τους σπουδάζουν μακριά τους, κάνουν τ’ αδύνατα, δυνατά να τα φέρουν κοντά τους, για λόγους οικονομίας. Έστω κι αν οι νεαροί, σηκώνουν παντιέρα, γιατί χάνουν το «ελεύθερον», το «ανεξέλεγκτον» και την καλοπέραση.
Για να είμαστε δίκαιοι υπάρχουν παιδιά, με γνήσια αισθήματα, που βοηθούν τους γονείς των. – Λέτε στο δρόμο που μας έβαλε το «Άφρον παιδίον» να βρούμε κι άλλες θετικές επιπτώσεις της προς ημάς αδόλου αγάπης της Μέρκελ;