Από τον Νίκο Νάκο
Ο Γρηγόρης ήταν άνεργος πολύ καιρό, όπως και εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι συνάνθρωποί μας. Έψαχνε απεγνωσμένα, να βρει δουλειά, αλλά μάταια. Το άγχος του είχε φτάσει στο κατακόρυφο. Είχε όρεξη για δουλειά και ήταν διατεθειμένος να δουλέψει οπουδήποτε, αλλά ένιωθε ότι κάτι τέτοιο μοιάζει αδύνατο στην υπό κατοχή χώρα μας.
Κάποια στιγμή η τύχη του... χαμογέλασε με τη μορφή μιας πρόσκλησης από μια επιχείρηση στην οποία, όπως και σε πολλές άλλες, είχε στείλει το βιογραφικό του. Μόνο που η τύχη του επιφύλασσε εκπλήξεις.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή κι ας δώσω το χώρο της στήλης μου στον ίδιο:
Η δουλειά στην εταιρία αυτή – δουλειά γραφείου – ήταν σύμφωνη με τα προσόντα μου αλλά και με τις αντιλήψεις μου. Απεχθάνομαι την εργασία της νύχτας. Δουλειά, ναι, αλλά δουλειά της ημέρας πάντοτε, γιατί τη νύχτα είχα αποφασίσει να την αφιερώσω στον ύπνο, σύμφωνα με τους κανόνες της παγκόσμιας υγιεινής. Και τι να σας πω. Ως τότε κοιμόμουν μια χαρά. Έπεφτα νωρίς και τον έπαιρνα μονορούφι, ως το πρωί. Και σηκωνόμουν ελαφρύς σαν πούπουλο για να ψάξω για δουλειά.
Τέλος πάντων η δουλειά που βρήκα τελικά ήταν ό,τι μου χρειαζόταν. Είχα και καλές συστάσεις, εκτός των προσόντων μου κι έτσι παρουσιάστηκα στην εταιρία που θα εργαζόμουν. Το γραφείο ήταν πίσω από ένα χώρισμα, το μισό ξύλινο και το μισό θολό τζάμι. Ευχαριστήθηκα γιατί έτσι θα είχα την ανεξαρτησία μου. Θα ήμουν σαν να λέμε, ένα είδος τμηματάρχης. Πετούσα από τη χαρά μου. Επιτέλους είχα μια αξιοπρεπή εργασία ανάλογη με την αξιοπρεπή προσωπικότητά μου και θα ‘παιρνα ικανοποιητικό μισθό.
Και για πρώτη φορά έχασα τον ύπνο μου! Το βράδυ στάθηκε αδύνατον να κλείσω μάτι. Με είχε κυριεύσει μια νευρική υπερδιέγερση ανάμικτη από χαρά, ανησυχία και όνειρα. Χαρά που βρήκα δουλειά. Ανησυχία αν θα τα κατάφερνα, αν οι προϊστάμενοί μου θα ‘μεναν ευχαριστημένοι από μένα. Και όνειρα για το μέλλον. Πώς θα ‘περνα μισθό, αν θα τα έβγαζα πέρα, αν θα ‘περνα προαγωγή και τέτοια.
Ήταν η πρώτη και η πιο βασανιστική αϋπνία της ζωής μου. Δεν είχα κλείσει μάτι ως τα χαράματα και το πρωί έπρεπε να πάω στο γραφείο... Σηκώθηκα βαρύς με τα μάτια μου κόκκινα από την αϋπνία και το κορμί μου πιασμένο.
Όταν πήγα στο γραφείο είχα μία νευρικότητα, που μπορεί να με κρατούσε ξύπνιο στην αρχή αλλά σιγά – σιγά το κεφάλι μου βάρυνε, λες και κάποια σύννεφα από ομίχλη κυκλοφορούσαν μέσα του. Το μυαλό μου αρνιόταν να με εξυπηρετήσει. Η δουλειά που μου ανέθεσαν δεν προχωρούσε με τίποτα. Ένα γλυκό μούδιασμα απλώθηκε σε όλο μου το είναι.
- Ε! Ακούω μια άγρια φωνή και νιώθω ένα σκούντημα. Κοιμήθηκες;
Τινάζω το κεφάλι μου, παίζω τα μάτια μου. Ήταν ο διευθυντής.
- Τι κάνεις; Δεν κοιμήθηκες χθες το βράδυ; Τι διάβολο, έπρεπε να ‘χεις τελειώσει τη δουλειά που σου έδωσα.
Ζήτησα συγγνώμη και προσπάθησα να δικαιολογηθώ λέγοντας ότι είχα μία τρομερή αϋπνία και δεν μπόρεσα να κοιμηθώ τη νύχτα.
Ξανάπιασα δουλειά καταντροπιασμένος για τη θέση που βρέθηκα. Παράγγειλα έναν καφέ και περίμενα λίγο να ξεκαθαρίσει το μυαλό μου. Πίνω τον καφέ, κάνω μερικές γυμναστικές κινήσεις για να ξυπνήσω και σκύβω πάνω στα χαρτιά μου. Τα βλέπω να κουνιούνται πέρα – δώθε. Ένα βάρος σαν μολύβι ανέβαινε στα βλέφαρά μου!
Αισθάνομαι πάλι να με τινάζουν.
- Πάλι κοιμάσαι;
- Όχι κύριε διευθυντά, σκεφτόμουν.
- Τι σκεφτόσουν, πως καλύτερη δουλειά είναι να παίρνεις μισθό και να κοιμάσαι!
Να μην σας τα πολυλογώ με έστειλε στο σπίτι μου να κοιμηθώ και να πιάσω δουλειά από την επόμενη.
Προσπάθησα να αντιδράσω ζητώντας του να με αφήσει να επιληφθώ αμέσως της εργασίας που μου είχε αναθέσει.
- Όχι, καλύτερα να επιληφθείς του ύπνου! Για να τον χορτάσεις.
Ο διευθυντής άρπαξε τα έγγραφά μου και με άφησε. Ένιωθα βαθύτατα προσβεβλημένος. Κάθισα στη θέση μου έπιασα το κεφάλι μου με τα χέρια για να σκεφτώ την κατάστασή μου, όταν ένα σκούντημα στην πλάτη μ’ έβγαλε απ’ τον ύπνο και πάλι. Ήταν η καθαρίστρια. Ήταν απόγευμα, είχαν φύγει όλοι και όπως ήμουν κλεισμένος πίσω από το χώρισμα με είχαν ξεχάσει. Αλλά είχα κοιμηθεί πέντε ώρες συνέχεια!...
Το βράδυ το πήρα απόφαση. Θα κοιμηθώ γλυκά, όμορφα και μονορούφι ως το πρωί. Και θα σηκωθώ στις επτά δροσερός και γεμάτος δυνάμεις για να βγάλω αύριο διπλή δουλειά.
Μ’ αυτή την απόφαση πέφτω τη νύχτα στο κρεβάτι μου. Μα να, οι δυσάρεστες σκέψεις ξανάρχονται στο νου μου. Μέσα στη σκέψη μου γύριζε η φυσιογνωμία του διευθυντή μου και η αυστηρή, όσο και σαρκαστική, παρατήρησή του: «Κοιμάσαι;». Το αποτέλεσμα ήταν να μην μπορέσω να κλείσω μάτι. Ήταν βλέπετε κι εκείνος ο απογευματινός ύπνος στο γραφείο και ο οργανισμός μου είχε κορεστεί.
Όταν πήγα στο γραφείο μου το κεφάλι μου ήταν βαρύ σαν σίδερο. Τα μάτια μου έκλειναν...
- Ε, πάλι τον πήραμε;
- Με συγχωρείτε κ. διευθυντά μου και τινάζομαι.
- Τι να σε συγχωρώ; Δεν κοιμήθηκες κι αυτή τη νύχτα παιδί μου;
- Όχι κύριε διευθυντά μου. Είχα τόσο πολύ στεναχωρηθεί με τις παρατηρήσεις σας χθες, ώστε έμεινα άυπνος. Αλλά μην ανησυχείτε, θα επιληφθώ αμέσως.
- Να επιληφθείς, αλλά να έχεις υπ’ όψι σου ένα πράγμα. Ότι δεν έχω καμιά όρεξη να πληρώνω υπαλλήλους για να κοιμούνται. Τρίτη φορά θα πας σπίτι σου να κοιμάσαι όσες μέρες θέλεις. Κομμένες κουβέντες!
Η ντροπή και η καταισχύνη που δοκίμασε ο Γρηγόρης τον κράτησαν και πάλι ξάγρυπνο κι αυτή τη νύχτα. «Ώστε θα με διώξει αν ξαναγλαρώσω. Ώστε χάνω το ψωμί μου. Δυστυχία μου!» σκέφτηκε ο άμοιρος.
Την άλλη μέρα έριξε στο κεφάλι του άφθονο νερό, άρχισε να τσιμπιέται, έκανε τα μύρια όσα για να κρατήσει ανοιχτά τα μάτια του. Ο φόβος πως θα κοιμηθεί και πάλι του έφερνε ύπνο πάνω στα έγγραφά του. Και...
- Άντε παιδί μου να κοιμηθείς οριστικώς και αμετακλήτως.
- Κύριε διευθυντά μου, ψέλλισε ο δυστυχής. Η τρίτη αγρυπνία. Και ποιος; Εγώ που τον έχω τον ύπνο στην τσέπη!
- Ναι αλλά στην τσέπη δεν πρόκειται να βάλεις τίποτε άλλο. Άντε, εγώ δεν μπορώ να σε πληρώνω για να μου παριστάνεις την «Κοιμωμένη» του Χαλεπά!
Και έτσι έχασε αυτή την ωραία θέση ο Γρηγόρης μας. Αποχώρησε με το κεφάλι κάτω, γιατί οι άλλοι συνάδελφοί του τον κοίταζαν ειρωνικά. Μάλιστα καθώς κατέβαινε τις σκάλες κάποιος έξυπνος του φώναξε:
- Ξέχασες το μαξιλάρι σου!
Όμως παρόλα αυτά ο Γρηγόρης κοιμήθηκε εκείνη τη νύχτα του καλού καιρού, ύστερα από τριήμερο ξενύχτι... Τώρα σκέφτεται, όπως μου είπε, να ψάξει για δουλειά σε κανένα ξενοδοχείο... ύπνου.