* Του Γιάννη Μήτσιου, Φυσικού – Νομικού
Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε που παραμένουμε αγκιστρωμένοι στις παραδόσεις της απειθαρχίας, της ανομίας, της αυθαιρεσίας και της κλεπτοκρατίας. Από το τέλος του Εμφυλίου και ιδιαίτερα μετά τη μεταπολίτευση η κοινωνία μας καθιέρωσε ένα σύστημα αξιών στρεβλό και άδικο, το οποίο προκειμένου να διατηρηθεί, θα κατηγορήσει σήμερα μνημόνια, μεσοπρόθεσμα, τρόικες, Αμερικανούς, Γερμανούς, Εβραίους κ.λπ.
Η πολιτική μας ηγεσία, με χυδαία δημαγωγία και ηλίθιο λαϊκισμό προωθεί όλα αυτά τα χρόνια το ίδιο μοντέλο. Υπόσχεται τα πάντα και τα ανέχεται όλα. Τη σπατάλη και τη λεηλασία του δημοσίου, την ίδρυση οργανισμών με πολυμελή διοικητικά συμβούλια, αμειβόμενες θέσεις, κομματικούς διοικητές αμειβόμενους με εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, με επιδοτήσεις σε ΜΚΟ βουλευτών, σε πολιτιστικούς δήθεν φορείς και πολλά άλλα. Όλα αυτά βέβαια με αντιπαροχή κάποιες ψήφους.
Σ’ αυτή την πολιτική παράγκα της απάτης δεν υπάρχει συμπολίτευση και αντιπολίτευση. Τα κόμματα εξουσίας κυβερνούν το πελατειακό κράτος και τα μικρότερα κόμματα πιέζουν ζητώντας ολοένα και περισσότερο πελατειακό κράτος. Περισσότερους διορισμούς, επιδόματα, προνόμια, λιγότερη δουλειά και μεγαλύτερες αμοιβές και άλλα πολλά. Για εξήντα σχεδόν χρόνια οι Έλληνες επιλέγουν να κυβερνηθούν απ’ τις ίδιες οικογένειες περιμένοντας ο ανεψιός να είναι καλύτερος απ’ το θείο και ο εγγονός καλύτερος απ’ τον πατέρα και τον παππού.
Κάποτε οι Έλληνες, «ο εξυπνότερος λαός του κόσμου», διαπιστώνουμε ότι δεν έχουμε κράτος, ότι καταφέραμε να το εξευτελίσουμε. Το αφήσαμε αμανάτι στους προύχοντες της λεηλασίας, στο κηφηναριό των πλιατσικολόγων, σαν να είμαστε μια μάζα εθελόδουλων. Σαν ένας εσμός που δεν μπορούσε να ξεχωρίσει την ασυδοσία απ’ την ελευθερία, την τζάμπα μαγκιά απ’ την επανάσταση, την κουτοπονηριά απ’ την ευφυία.
Όλα αυτά βέβαια έχουν κάποιο κόστος και το κόστος αυτό μέχρι τώρα πληρωνόταν με δανεικά. Όμως η φούσκα έσκασε, τα δανεικά τελείωσαν και οι δανειστές απαιτούν αλλαγή πλεύσης. Βάζουν όρους, ορίζουν προθεσμίες και απαιτούν εκπλήρωση των υποσχέσεων. Το πρόβλημα είναι ότι αυτή τη στιγμή η μεγάλη πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας δεν είναι έτοιμη να θυσιάσει τον τρόπο ζωής και τη νοοτροπία της, ώστε να υπάρξει πρόοδος. Κατακερματισμένη σε ομάδες, σε φατρίες και σε συντεχνίες, προσπαθεί να διατηρήσει η κάθε μία τα προνόμια και τα κεκτημένα της με νύχια και με δόντια, αδιαφορώντας για όλους τους άλλους. Το ίδιο ισχύει και για τους πολιτικούς. Φτάσαμε στο σημείο εθνικό μας σπορ να μην είναι μόνον η φοροδιαφυγή, αλλά και η ευθυνοδιαφυγή.
Όμως, θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι δεν μπορείς να ζητάς θυσίες από έναν Λαό χωρίς εσύ να δώσεις το καλό παράδειγμα πρώτος, χωρίς να στείλεις ένα μήνυμα γεμάτο συμβολισμό και γενναιότητα ώστε να εμπνεύσεις, να πείσεις, να ευαισθητοποιήσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το επίκαιρο θέμα της λεγόμενης εργασιακής εφεδρείας: Είναι γνωστό ότι ο αριθμός των Ελλήνων βουλευτών είναι αναλογικά συντριπτικά μεγαλύτερος απ’ όλες τις χώρες της Ευρώπης. Άραγε, δεν θα έπρεπε η εφεδρεία αυτή να αρχίσει από το 1/3 των βουλευτών και να συνεχιστεί με ανάλογο αριθμό των Υπαλλήλων της Βουλής, συγγενών κατά κανόνα των βουλευτών;
Η κρίση που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, ας γίνει επιτέλους κατανοητό, δεν μπορεί να ξεπεραστεί χωρίς εθνική συνεννόηση και αλληλεγγύη, χωρίς κοινωνική συνοχή. Και δυσχεραίνεται αφάνταστα από πράξεις που προσβάλλουν το κοινό περί δικαίου αίσθημα.
Είναι καιρός οι ταγοί να δείξουν στη δέουσα γενναιοδωρία, τη μεγαλοψυχία, το περίσσευμα της καρδιάς. Επιβάλλεται.