...Και μετά τα «τανκς» του Θόδωρου Πάγκαλου, ήρθε η «αντιδημοκρατική εκτροπή» του Γιώργου Παπανδρέου. Μήπως κάτι θέλουν να μας πουν οι άνθρωποι και δεν μας το λένε ευθέως; Γιατί αυτή την «εμμονή» σε βίαιες ανατροπές της Δημοκρατίας, «φυσιολογική» δεν την λες. Έστω και αν η πρόθεσή τους είναι να χρησιμοποιήσουν τέτοιου είδους «φοβέρες» ως... μπαμπούλες, προκειμένου να επιτύχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα, δηλαδή την υποταγή και υπακοή των πολιτών σε αυτά που οι ίδιοι επιδιώκουν.
Η αναφορά Παπανδρέου περί «αντιδημοκρατικής εκτροπής» ήρθε χθες, στο πλαίσιο εξαγγελιών για ανάληψη πρωτοβουλιών οργανωμένης αντιμετώπισης της βίας εκ μέρους της πολιτείας, κάτι που βέβαια θα έπρεπε ήδη να έχει προβλεφθεί και να υπάρχει και να φέρει και τα αντίστοιχα αποτελέσματα, όχι κατόπιν εορτής, αλλά προληπτικά. Διότι, φαινόμενα «βίας» σαν αυτά που προ ημερών εξελίχθηκαν στο κέντρο της Αθήνας δεν είναι βεβαίως η πρώτη φορά που τα βιώνουμε και ατυχώς δεν θα είναι και η τελευταία. Αυτό τουλάχιστον μπορούμε με ασφάλεια να το πούμε.
Το άλλο, επίσης, που μπορούμε να πούμε με ασφάλεια είναι ότι παρά τα όσα έχουν συμβεί και ξανασυμβεί, κανείς δεν μερίμνησε προκειμένου να υπάρξει ένα σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο για τις διαδηλώσεις, το οποίο να ανταποκρίνεται και στις σύγχρονες ανάγκες.
Το τρίτο και σημαντικότερο είναι ότι το... κόψιμο του πολιτικού κόσμου για την αντιμετώπιση της βίας ξεκίνησε από τη στιγμή που οι ίδιοι στοχοποιήθηκαν και «εισπράττουν» κάποιοι εξ αυτών φαινόμενα βίαιας συμπεριφοράς και ξεσπάσματος των πολιτών. Εξ ου και η... υπερευαισθησία πάνω στο ζήτημα και η πρωθυπουργική παρέμβαση χθες μετά την εκδήλωση αλλεπάλληλων εκδηλώσεων «επιθέσεων» προς κυβερνητικούς στην ισχυρή τους πλειοψηφία, βουλευτές.
Βεβαίως και παρά τον κομματικό πόλεμο που έχει ξεσπάσει μεταξύ ΠΑΣΟΚ - ΣΥΡΙΖΑ για το θέμα αυτό, με αποτέλεσμα να παρακολουθούμε εκατέρωθεν την εκτόξευση δηλώσεων απείρου κάλλους, το διά ταύτα είναι ένα: όχι μόνο «δημοκρατικός πολίτης», αλλά και διαθέτων στοιχειώδη ευγένεια δεν θα μπορούσε ποτέ να ταχθεί υπέρ των «εκδηλώσεων» αυτών, έστω και αν αποτελούν προϊόν «γνήσιας» και όχι «προκατασκευασμένης» αγανάκτησης. Είναι κατακριτέα, καταδικαστέα και «ίδιον» μιας αντίληψης, η οποία εκ του αποτελέσματος καταλήγει τελικά να ταυτιστεί με τα γιαουρτώματα, τους προπηλακισμούς, τα γιουχαΐσματα και τους εκφοβισμούς, θεωρεί ότι «καταδικάζει». Και τέτοιου είδους συμπεριφορές, ανεξάρτητα με το όποιο «πλαίσιο» υιοθετηθεί, θα έπρεπε πριν και πάνω απ’ όλα να είναι... αυτορυθμιζόμενες και αυτοκαταργούμενες, επίσης.
Βέβαια, από του σημείου αυτού μέχρι να φτάνει να παρατηρεί ο πρωθυπουργός της χώρας ότι οι εκδηλώσεις αντικοινοβουλευτικών συμπεριφορών έχουν κατά το παρελθόν οδηγήσει σε αντιδημοκρατική εκτροπή, η απόσταση είναι μεγάλη. Όπως επίσης και ο τρόπος που γίνεται χρήση ενός ζητήματος, σε μια εποχή βαθιάς κοινωνικής αγανάκτησης και απόλυτα δικαιολογημένης, επίσης, για να εκφραστεί μια ακόμη «απειλή» ή ένας ακόμη «εκβιασμός» από τους πολλούς που έχουμε συνηθίσει να γινόμαστε αποδέκτες τους καιρούς αυτούς.
Γιατί, αν «αντιδημοκρατική εκτροπή» ή «έκφραση βίας» συνιστούν οι «επιθέσεις» κατά υπουργών και βουλευτών, τότε «αντιδημοκρατική εκτροπή» και «έκφραση βίας» συνιστούν, επίσης, η απροκάλυπτη καταστρατήγηση κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων που αποκτήθηκαν με αγώνες 10ετιών. Η επιστροφή της χώρας σε συνθήκες της δεκαετίας του ’50 με ελάχιστα εργασιακά δικαιώματα και κύμα «μετανάστευσης» που μαστίζει κυρίως τους νέους που δεν βλέπουν κανένα μέλλον σε τούτη τη χώρα. Η βίαιη ανατροπή της καθημερινότητας, του οικογενειακού προγραμματισμού και της καθημερινής επιβίωσης 10 εκατομμυρίων ανθρώπων. Οι απανωτές επιδρομές στο μέσο εισόδημα χωρίς αιδώ και χωρίς προσχήματα πλέον. Η εξώθηση απελπισμένων επαγγελματιών ακόμη και στην αυτοκτονία.
Η βία για όσους ξεχνάνε ή θέλουν να βλέπουν τα πράγματα όπως τους συμφέρει έχει πολλά πρόσωπα. Και είναι ν’ αναρωτιέται κανείς γι’ αυτού του είδους τη «βία» ποιος θα μεριμνήσει και ποια μέτρα θωράκισης θα ληφθούν.