«Το βράδυ που διεξαγόταν η στρατιωτική επιχείρηση στην Κοφίνου (15-11-1967) κάλεσε αργά το βράδυ στο γραφείο του, ο τότε κυβερνητικός εκπρόσωπος Μιλτιάδης Χριστοδούλου (φίλτατός μου), τους πολιτικούς συντάκτες των εφημερίδων και κάποιους ανταποκριτές ξένων ειδησεογραφικών πρακτορείων, για να τους ενημερώσει για την επιχείρηση Κοφίνου. Μεταξύ των προσκεκλημένων ήμουν κι εγώ. Ο κ. Χριστοδούλου μας είπε: «Κύριοι, σας κάλεσα απόψε εδώ, για να σας ανακοινώσω ότι στην Κοφίνου διεξάγεται -όπως γνωρίζετε- μεγάλη στρατιωτική επιχείρηση και, σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχουμε, οι Τούρκοι έχουν αρκετά θύματα. Την επιχείρηση διεξάγει ο στρατηγός Γρίβας με εντολές της κυπριακής κυβέρνησης...»».
Το ότι η επιχείρηση στην Κοφίνου έγινε με εντολές της κυπριακής κυβέρνησης, γράφει ο Φάνος Κωνσταντινίδης, μου το επιβεβαίωσε αργότερα και ο στρατηγός Γρίβας, προσθέτοντας τα εξής: «Όταν πήρα εντολές από την κυπριακή κυβέρνηση για την επιχείρηση ενημέρωσα αμέσως την Αθήνα (τη Χούντα), η οποία μου διεμήνυσε να εκτελέσω τις εντολές της ελληνικής κυβέρνησης.... Οι εντολές εκτελέσθηκαν, αλλά τα αποτελέσματα οδήγησαν σε θλιβερές εξελίξεις».
Γράφει ο Σπύρος Παπαγεωργίου στη σελ. 204 στο βιβλίο του «Από τη Ζυρίχη στον Αττίλα», τ. γ’: «Στις 15 Νοεμβρίου 1967, δηλαδή την πρώτη μέρα της επιχειρήσεως, αφού εκκαθαρίστηκε ο θύλακας των χωριών Κοφίνου και Αγίου Θεοδώρου, όλοι -στην Κύπρο και στην Ελλάδα- φαίνονταν ικανοποιημένοι. Χαιρέτιζαν την πετυχημένη στρατιωτική ενέργεια. Διάφορες καταστάσεις αμιλλώνταν, θα έλεγε κανείς, ποια να αρπάξει τις περισσότερες δάφνες!». (στο ίδιο σελ. 55).
Η έκταση που έλαβε η επιχείρηση ήταν πασίγνωστη. Ψηλαφητό ήταν το κόστος σε αίμα και ερείπια. Προσιτό κάθε στοιχείο και λεπτομέρεια, από την πρώτη μέρα. Και, παρά ταύτα, κανένας δεν κατηγόρησε τη στρατιωτική ηγεσία στην Κύπρο για υπέρβαση εντολών. Το σκηνικό άρχισε να αλλάζει την άλλη μέρα, δηλαδή στις 16 Νοεμβρίου. Η Τουρκία άρχισε να αντιδρά δυναμικά, ανανεώνοντας την οργή που μόλις είχε εκδηλώσει για τη σύλληψη και κράτηση, για λίγες μέρες, του Ρ. Ντενκτάς που εισήλθε παράνομα στην Κύπρο. Τα Ηνωμένα Έθνη έδειχναν δυσφορία. Και η στρατιωτική κυβέρνηση των Αθηνών, ύστερα από τόση προθυμία για τις επιχειρήσεις και τόση μαρτυρημένη και πρόθυμη συμμετοχή, έσπευδε να αποποιηθεί ανερυθρίαστα των ευθυνών της!
Η στρατιωτική νίκη στην Κοφίνου αποδείχθηκε πραγματικά πύρρειος. Η Τουρκία με μήνυμά της προς τον γενικό γραμματέα του Ο.Η.Ε., U Thant (Ου Θάντ) ζήτησε άμεση κατάπαυση των εχθροπραξιών και εκκαθάριση της περιοχής από τις στρατιωτικές δυνάμεις. Την ίδια στιγμή απείλησε με εισβολή και απηύθυνε ιταμό τελεσίγραφο στη Χούντα με το οποίο ζητούσε: Την απόσυρση της Ελληνικής Μεραρχίας από την Κύπρο εντός 45 ημερών, την απομάκρυνση του Γρίβα από την Κύπρο, τη διάλυση της Εθνικής Φρουράς με παράδοση του οπλισμού της στην Ειρηνευτική δύναμη, την αριθμητική μείωση της Αστυνομίας, η οποία να τεθεί κάτω από τη διοίκηση των Ηνωμένων Εθνών και την καταβολή αποζημιώσεων στους Τούρκους Κύπριους της περιοχής των επιχειρήσεων για τις ζημιές που υπέστησαν. Τις προτάσεις αυτές επεξεργάσθηκε ο απεσταλμένος του προέδρου των ΗΠΑ Cyrous Vance (Σάιρους Βανς), ο οποίος ανέλαβε την υποβολή του σχεδίου και απαίτησε την άμεση εφαρμογή του.
Γράφει σχετικώς ο Αλέξης Παπαχελάς: «...Καθ’ όλη τη διάρκεια της αμερικανικής μεσολάβησης, ο Μακάριος όχι μόνο δε διατύπωσε καμία αντίρρηση για την απομάκρυνση της μεραρχίας, αλλά φαινόταν να την υποστηρίζει, ζητώντας ταυτόχρονα και την απομάκρυνση των δυνάμεων της ΕΛ.ΔΥ.Κ. και της ΤΟΥΡ.ΔΥ.Κ. που προβλέπονταν από τις συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου. Ο ρόλος του Αρχιεπισκόπου κατά την διάρκεια της κρίσιμης περιόδου δεν έχει ποτέ αποσαφηνιστεί, ενώ η απόφαση για την απομάκρυνση έχει έκτοτε χρεωθεί μόνον στην ελληνική κυβέρνηση» (Αλέξης Παπαχελάς, «Ο βιασμός της Ελληνικής Δημοκρατίας», σελ. 393, 394 και 403).
Η απόσυρση της Ελληνικής Μεραρχίας που έστειλε ο Γεώργιος Παπανδρέου για να υπερασπιστεί την Κύπρο από κάθε τουρκική πρόκληση ανέτρεψε άρδην το ισοζύγιο δυνάμεων και αποδυνάμωσε καταλυτικά την αμυντική ικανότητα της Κύπρου. Το γεγονός αυτό φαίνεται να μην ανησυχούσε όσο θα έπρεπε ούτε την κυπριακή κυβέρνηση ούτε και τη χούντα. «Ο πρόεδρος Μακάριος μετά τα γεγονότα της Κοφίνου αναθεώρησε ριζικά την πολιτική του. Το πιο σημαντικό ήταν το ότι ο Μακάριος εγκατέλειψε, τον μέχρι τότε στόχο της Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα και διακήρυξε στις 12 Ιανουαρίου 1968 νέα γραμμή που έμεινε γνωστή στην ιστορία του Κυπριακού ως γραμμή της εφικτής λύσης» (Α. Φάντη «Αναζητώντας την αλήθεια», τ. α’, σελ. 296).
Στις 12 Ιανουαρίου 1968, ο Μακάριος προέβη στην ιστορική δήλωση περί ευκταίου και εφικτού, τονίζοντας ότι: «Αν και η Ένωση είναι στόχος ευκταίος, δεν είναι πια εφικτός. Οι Κύπριοι πρέπει να καταλάβουν αυτό και να συνεχίσουν να αγωνίζονται για την πραγματοποιήσιμη λύση που είναι η ανεξαρτησία της Κύπρου». Ο πρόεδρος Μακάριος έκανε εκτενή αναφορά στην πορεία του Κυπριακού και εξέφρασε μερικές σκέψεις του για την προοπτική λύσης. Για άλλη μια φορά τονίζοντας ότι το Σύνταγμα πρέπει να βασίζεται σε κανόνες δικαίου και να προβλέπει ένα ενιαίο και ανεξάρτητο κράτος.
* Ο δρ Αυγουστίνος (Ντίνος) Αυγουστή είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, av.avgoustiνοs@gmail.com.