Παρίσι των δημοκρατικών αγώνων, της ελευθερίας και των ιδεών. Παρίσι της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας, των Τεχνών, της μόδας, της πολυτέλειας, των μποέμηδων, των ονειροπόλων, των χαρακτηριστικών τύπων στις όχθες του Σηκουάνα, αλλά και ασφαλές καταφύγιο εκείνων των τυχερών, οι οποίοι επέζησαν από τα βασανιστήρια και τις κακουχίες, ως κρατούμενοι, στα κολαστήρια – στρατόπεδα συγκέντρωσης των χιτλερικών.
Ανθρώπινα ράκη που αν έκαναν πως επέστρεφαν στην πατρίδα τους, την Ελλάδα, θα κλείνονταν αμέσως στις φυλακές και στα ξερονήσια ως... επικίνδυνοι εχθροί, γιατί τόλμησαν να ορθώσουν το ανάστημά τους και να αντισταθούν στον βάρβαρο κατακτητή...
Σε μια τέτοιου μεγέθους και ποιότητας περίπτωση ανθρώπου – συμπολίτη μας θα αναφερθούμε στο σημερινό μας σημείωμα, με φόντο το μετακατοχικό Παρίσι. Όταν στη ζωή σου γνωρίζεις τέτοιας ποιότητας ανθρώπους, δεν μπορεί παρά αμέσως να τον νιώθεις φίλος σου, γιατί η αύρα του, η ευγένεια της ψυχής και όλη του η εικόνα σε αιχμαλωτίζουν. Μέσα απ’ το μικρό βιβλίο του, «Νυχτερινό Παρίσι», του αξέχαστου Γιώργου, αναδύεται η μεγάλη αγάπη του για τη ζωή, τον άνθρωπο, αλλά και για τη μουσική.
Άνθρωπος ανήσυχος καθώς ήταν, από παιδί έδειχνε πως τα όνειρά του θα πετούσαν μακρύτερα από την πόλη στην οποία γεννήθηκε. Αφού βίωσε όλα τα δεινά που έζησε η οικογένειά του (οικονομική καταστροφή, ταπεινώσεις), ο φίλος μας, για να βοηθήσει την κατάσταση, έβγαλε φτερά. Ως μικροπωλητής, πασατεμπάς, «γάζωνε» όλες τις γειτονιές της πόλης, ενώ το μεράκι για τη μουσική φούντωνε μέσα του. Τότε ήταν που γνώρισε τον Βασίλη Τσιτσάνη. Οι δύο φίλοι, σχεδόν συνομήλικοι, θα βρίσκονται καθημερινά για να προβάρουν τα πρώτα τραγούδια τους κι όταν, λίγο αργότερα, ο Τσιτσάνης θα φύγει στην Αθήνα, ο Γ. με την κιθάρα του θα τροφοδοτεί το όνειρό του...
Ο αδάμαστος και ασυμβίβαστος χαρακτήρας του, σε συνδυασμό με τον ιδεολογικό του προσανατολισμό, γίνονται στόχος των Αρχών Κατοχής και των ντόπιων συνεργατών τους. Συλλαμβάνεται και ως όμηρος μεταφέρεται στη Γερμανία, όπου κλείνεται σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Όσα φριχτά είδε και έζησε σ’ εκείνο το κολαστήριο, τα έκλεισε στο δεύτερο βιβλίο του.
Γυρίζουμε στο Παρίσι, στο ελεύθερο πλέον Παρίσι. Ο φίλος μας, ως καλλιτέχνης πια, θα μείνει εκεί δέκα χρόνια, διασκεδάζοντας τους θαμώνες, γνωστών την εποχή εκείνη, νυχτερινών κέντρων. Διάσημοι ηθοποιοί (Γκάρι Κούπερ, Ρόμπερτ Τέιλορ, Ίνγκριντ Μπέργκμαν, Χένρι Φόντα), τραγουδιστές (Μωρίς Σεβαλιέ, Μπιγκ Κρόσμπι, Εντίθ Πιάφ, Τίνο Ρόσσι, Φρανκ Σινάτρα, Ζαν Κοκτώ, ακόμη και ο Α. Ωνάσης) ήταν, εκτός των άλλων, συχνοί θαμώνες των νυχτερινών κέντρων όπου έπαιζε και τραγουδούσε ο ταλαντούχος φίλος μας.
Όταν συμπλήρωσε δέκα χρόνια παραμονής στο Παρίσι, παίρνει την απόφαση να επιστρέψει στην πατρίδα του, αφού τα πράγματα εδώ ηρέμησαν. Αλλάζει τη ζωή του, δημιουργεί τη δική του οικογένεια και κερδίζει την εκτίμηση και την αγάπη από εκείνους που τον γνωρίζουν μέχρι το τέλος ο αλησμόνητος φίλος μας.
Πάντως, το Παρίσι, όσο κι αν έχει χάσει από τη λάμψη του παρελθόντος, θα εξακολουθεί να μαγεύει τις ψυχές των φιλότεχνων και ρομαντικών όλου του κόσμου.