Η εποχή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας είναι μια μοναδική ιστορική περίοδος η οποία μπορεί να θεωρηθεί ως ένα ζωντανό μάθημα για θέματα διαφορετικότητας και ένταξης. Την εποχή του Λουκιανού, οι Ρωμαίοι είχαν κατακτήσει την Ισπανία, τη Γαλλία, μέρη της Γερμανίας και της Βρετανίας, την Ελλάδα, τις ακτές της Βόρειας Αφρικής και μεγάλο μέρος της Μέσης Ανατολής, μεταξύ άλλων εδαφών. Αν και ως κατακτητές επιβλήθηκαν με στρατιωτικά μέσα, αποδέχονταν τις διαφορές των υπηκόων τους, παραχωρώντας προνόμια σε αρκετές επαρχίες και δίνοντας υπηκοότητα κατά περίπτωση μέχρι το 212 μ.Χ. οπότε και δόθηκε σε όλους η ρωμαϊκή υπηκοότητα. Ο ρεαλιστικός στόχος τους ήταν να διατηρήσουν τη σταθερότητα και να εξασφαλίσουν τη συνεργασία. Το αποτέλεσμα ήταν μια πολύγλωσση, πολυπολιτισμική και κοσμοπολίτικη αυτοκρατορία, όπου οι άνθρωποι είχαν τη δυνατότητα να διατηρήσουν την εθνικότητα, τη γλώσσα, τον πολιτισμό και τη θρησκεία τους. Η λατινική γλώσσα δεν επιβλήθηκε παρά μόνο στο στρατό και στη διοίκηση, ενώ η ελληνική καθιερώθηκε ως γλώσσα των μορφωμένων. Αυτή η περίοδος θα μπορούσαμε να πούμε ότι μοιάζει με τη σημερινή μας εποχή: Οι άνθρωποι ταξίδευαν, μετακόμιζαν και εργάζονταν σε διάφορα μέρη της αυτοκρατορίας. Ακόμη, υπήρχαν μελετητές και συγγραφείς που ήταν τρίγλωσσοι και πολυπολιτισμικοί. Για παράδειγμα, υπήρχαν Αφρικανοί συγγραφείς που έγραφαν στα λατινικά και μιλούσαν άπταιστα ελληνικά, καθώς και Ρωμαίοι που μιλούσαν επίσης άπταιστα ελληνικά. Αυτοί οι συγγραφείς έγραψαν για την αίσθηση της ταυτότητας και του ανήκειν και ήταν περήφανοι για την ικανότητά τους να παραμείνουν πιστοί στην προέλευσή τους, ενώ παράλληλα προσαρμόστηκαν στις συνθήκες του παγκόσμιου κόσμου της αυτοκρατορίας. Από την άλλη πλευρά, υπήρχαν και άλλοι συγγραφείς που ήταν κατά της μετανάστευσης και επικριτικοί με τους νέους πολίτες και τους μη γηγενείς, και άλλοι που έδειχναν ότι η ρωμαϊκή κατοχή βάραινε πολύ τους υπηκόους της.
Ο Λουκιανός ήταν ένας κοσμοπολίτης, γεννήθηκε στα Σαμόσατα, πόλη η οποία βρισκόταν στη Συρία μέχρι να ενσωματωθεί στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ταξίδεψε στην Καππαδοκία, τον Πόντο, την Αθήνα, τη Ρώμη, τη Γαλατία και την Αίγυπτο. Έγραφε σε τέλεια ελληνικά, βρισκόταν στην ακολουθία του Ρωμαίου αυτοκράτορα Lucius Verus και υπηρέτησε ως γραμματέας του Ρωμαίου έπαρχου στην Αίγυπτο. Σε όλα του τα έργα, ο Λουκιανός προτείνει ξεκάθαρα ότι πρέπει να γίνει αποδεκτός σε αυτόν τον νέο κόσμο ως το πρότυπο των νέων πολιτών: ατόμων δηλαδή που ήταν ανοιχτά για την εθνική τους ταυτότητα, αγκαλιάζοντας την ελληνορωμαϊκή κουλτούρα και συμβάλλοντας στην προώθηση της σύγχρονης κοινωνικής ένταξης. Σε ένα δοκίμιό του, ο Λουκιανός φαντάζεται το μέλλον του ως υποεκπροσωπούμενος πολίτης: Γράφει ότι δύο γυναίκες εμφανίστηκαν στον ύπνο του: μια κομψή που αντιπροσώπευε την ελληνική παιδεία και μια τραχιά που αντιπροσώπευε τη ζωή ενός τεχνίτη. Η πρώτη τού υποσχέθηκε μια ζωή με δημοτικότητα μεταξύ της παγκόσμιας ελίτ. Έτσι, επέλεξε να είναι ένας ευκατάστατος άνθρωπος των γραμμάτων που ξεπέρασε την ταπεινή του καταγωγή και πέτυχε σε μια κοσμοπολίτικη κοινωνία, παρόλο που δεν ήταν γηγενής ομιλητής ή γηγενής πολίτης. Σε άλλο κείμενό του, γράφει για την ευχέρεια της ελληνικής γλώσσας και επιμένει ότι δεν πρέπει να θεωρείται ξένος επειδή είναι τόσο ευδιάκριτος όσο κάθε γηγενής ελληνόφωνος. Γίνεται πιο τολμηρός σε επόμενη πραγματεία όπου δείχνει τις γνώσεις του για τα ελληνικά πολιτιστικά πρότυπα και, ταυτόχρονα, αποδεικνύει ξεκάθαρα ότι γνωρίζει και τον ρωμαϊκό πολιτισμό.
Το έργο του Λουκιανού παρέχει μια μοναδική εικόνα για έναν κόσμο ιμπεριαλισμού που όχι μόνο ενθάρρυνε την πολυγλωσσία και την πολυπολιτισμικότητα, αλλά και γέννησε τους πρώτους παγκόσμιους πολίτες˙ τα γραπτά του, με άλλα λόγια, δείχνουν πώς μπορεί να μοιάζουν η διαφορετικότητα και η συμπερίληψη μέσα από τα μάτια των νεότερων πολιτών της αυτοκρατορίας, παραδίδοντας διαφωτιστικά μαθήματα από ένα συχνά ξεχασμένο κλασικό παρελθόν.