Μετά την καταστροφή από την καταιγίδα «Daniel» της κεντρικής αρτηρίας της περιοχής Καστανιά-Τρία ποτάμια, ο δρόμος αυτός έβγαλε μεγάλο τμήμα της από την απομόνωση και υπήρξε σωτήριος τον Xειμώνα που πέρασε για τους κατοίκους της.
Έφερε, βέβαια, στη μνήμη τους, όπως και σε πολλούς δασικούς υπαλλήλους, και τη δική του ιστορία διάνοιξης και κατασκευής.
Η μελέτη και η διάνοιξη του δρόμου άρχισε το 1975 και μέχρι το καλοκαίρι του 1977 δόθηκε στην κυκλοφορία. Τα Δασαρχεία Καλαμπάκας και Μετσόβου στα τμήματα αρμοδιότητάς τους, στους Νομούς Τρικάλων και Ιωαννίνων, και με αυτεπιστασία ολοκλήρωσαν το έργο, με κόστος κατασκευής ίσο με το 1/3 της δαπάνης προϋπολογισμού.
Ένα, όμως, είναι το γεγονός που οι κάτοικοι δεν ξεχνούν ποτέ. Το αναφέρουν πάντοτε, ιδίως στις ημέρες μας, που η Δασική Υπηρεσία πνέει τα λοίσθια και η ύπαιθρος ερημώνει. Πρόκειται για τα εγκαίνια αρχικής κυκλοφορίας, που έγιναν από τον παντοδύναμο τότε υπουργό Άμυνας Ευάγγελο Αβέρωφ-Τοσίτσα.
Εκεί στη θέση «Βουρτόπα» Χαλικίου, σε υψόμετρο 1.600 μ., ανάμεσα στις αετόμορφες κορφές τις κεντρικής Πίνδου, στη σκιά της ψηλότερης κορυφής της, το Περιστέρι (2.295 μ.), έκοψε για την περίσταση και τη σχετική κορδέλα.
Παρέα με κτηνοτρόφους δασεργάτες και βιοτέχνες κατεργασίας ξύλου της περιοχής. Στο λογύδριο του δασάρχη Καλαμπάκας τονίστηκε η πολλαπλή σημασία και αξία του δρόμου, αφού αξιοποιεί ορεινούς βοσκοτόπους 15.000 στρ., βάζει τάξη στην αειφορική διαχείριση του πολύτιμου δάσους οξιάς - ελάτης Ανηλίου και ενώνει δύο απαράμιλλης ομορφιάς ορεινά τοπία των Νομών Ιωαννίνων και Τρικάλων, με μελλοντική προοπτική, διοχέτευσης μέρους του κορεσμένου τουριστικού ρεύματος Μετσόβου και προς το χωριό Χαλίκι.
Στην ανταπάντηση του κ. Υπουργού έκδηλη ήταν στο πρόσωπο και στα λόγια του η ικανοποίηση και η βαθιά συγκίνησή του. Ιδιαίτερα όταν αναφέρθηκε στους αφανείς ήρωες της ορεινής μας οικονομίας, στους κτηνοτρόφους και στους υλοτόμους –δασεργάτες. Και όπως πάντα, εκφράστηκε με τα καλύτερα λόγια για το έργο και τους υπαλλήλους της Δασικής Υπηρεσίας. Μην ξεχνώντας να αναφερθεί στα τεχνικά και φυτοκομικά έργα διευθέτησης του Μετσοβίτικου χειμάρρου, χάρη στα οποία σώθηκε το Μέτσοβο, άλλως θα είχε ολισθήσει «στο βάθος του φαραγγιού».
Τις θέσεις, βέβαια, αυτές αργότερα υλοποίησε κατά κάποιον τρόπο και με έργα, αφού για την πρώτη περίπτωση έστησε στην πλατεία του Μετσόβου δύο μπρούτζινα αγάλματα.
Ενός κτηνοτρόφου με ένα ζυγούρι στους ώμους του και ενός υλοτόμου με το μεγάλο τσεκούρι-πέλεκυ παρά πόδας.
Και στη δεύτερη αναφορά του καταθέτει πλέον έγγραφα τις θέσεις του στον περίπατο «Το Μοναστήρι του Άι Νικόλα», όταν αυτό κινδύνευε να καταρρεύσει από την αξονική διάβρωση του Μετσοβίτικου χειμάρρου. Για τη γνησιότητα των επομένων αντιγράφω: …«Καλύτερα απ’ όλους και πρώτα απ’ όλους το κατάλαβαν οι δασικοί, γιατί αυτοί μιλάνε κάθε μέρα με τον Θεό, και τις εκκλησιές του, - τα βουνά λέω. Εκείνοι με την τέχνη τους είχαν, μάλιστα, μετρήσει πόσο καθόταν ο τόπος. Και μου είχαν πει πως το κακό είχε προχωρήσει πολύ...
Μείναμε σύμφωνοι, κάναμε τα σχέδιά μας, βρήκαμε τα μέσα, φιληθήκαμε με ενθουσιασμό, ριχθήκαμε στη δουλειά με πίστη... Δέσαμε τις μικρές αυλακιές με κλαδόπλεκτα σκαλοπάτια τις πιο μεγάλες με πέτρινα... Κόπηκε η ορμή του νερού, μπαζώθηκαν τα φράγματα... Οι γυμνές σταχτιές πλαγιές φυτεύτηκαν με χιλιάδες και χιλιάδες πεύκα του βουνού... Και έτσι σε λίγα χρόνια ο παντέρμος τόπος είχε αλλάξει όψη. Είχε γίνει καταπράσινος... Τα ριζοβούνια από τη μια και από την άλλη πλευρά, όπως και όλα τα ρέματα, είχαν πήξει από φουντωτά δέντρα, που έδεναν με τις ρίζες τους το χώμα. Το νερό του ποταμού, κυλώντας στα πλατώματα που είχαν δημιουργηθεί πίσω από τα φράγματα, έτρεχε πια χωρίς ορμή»... Με λίγα λόγια, ένα ουσιαστικό μάθημα ορεινής υδρονομικής, που δυστυχώς οι σημερινοί ιθύνοντες, απόμακροι από την ορεινή ιδίως ύπαιθρο χώρα, αγνοούν ή και δεν θέλουν να πληροφορηθούν. Άλλως, μια πρότασή τους για επίσκεψη τέτοιων έργων, προς τους Ολλανδούς ειδήμονες, που πρόσφατα μελέτησαν την πλημμυρισμένη θεσσαλική πεδιάδα, ίσως θα τους έπειθε να συμπεριλάβουν στη μελέτη τους και έργα (φυτοκομικά-τεχνικά), ώστε να αντιμετωπιστεί η γενεσιουργός αιτία του κακού, δηλαδή η διάβρωση στις λεκάνες απορροής των χειμάρρων.
Πρέπει επιτέλους η γενικευμένη σημερινή κρίση να τους φρονηματίσει, για να συνειδητοποιήσουν ότι η προσοχή του κράτους προς τις μεγάλες πόλεις, και ιδίως προς την Αθήνα, υπήρξε ΕΓΛΗΜΑΤΙΚΗ. Εκεί συγκεντρώθηκε ο μισός πληθυσμός της χώρας, ενώ τα χωριά της υπαίθρου, όπως λένε οι απομείναντες λιγοστοί κάτοικοι, «δεν έχουν πια ζωή».