Δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν με φανατισμό πως οι κοινωνίες της Δύσεως χρόνια τώρα έχουν υποκύψει στο μεγάλο πειρασμό του Μαμωνά και λατρεύουν το χρήμα και ταυτόχρονα αντιμάχονται με πείσμα και φονικό πάθος, εκείνους που πιστεύουν, πρώτα στην ελευθερία και μετέπειτα σ’ όλα τα άλλα και εκφράζουν με τόλμη την αφοσίωσή τους αυτή, σ’ εκείνη, το πάθος για το χρήμα και τα υπόλοιπα υλικά αγαθά τους παρέσυρε να χάσουν την επαφή με τις ζωοποιές και υπερούσιες αξίες της ζωής. Υποστηρίζουμε πως εμείς οι Έλληνες μπορεί να στερούμεθα των υλικών αγαθών, αλλά έχουμε οξύ νου, καρδιά καθαρή και πνεύμα καθαρό. Όπλα που μας δίδουν το δικαίωμα να προχωρήσουμε μπροστά και έτσι να προκόψουμε. Υπερηφανευόμαστε για την καταγωγή μας και για τις κατακτήσεις των προγόνων μας. Πιστεύουμε στις πνευματικές μας ικανότητες και στις δυνατότητες που έχουμε να ξεπερνάμε τα δύσκολα, όσες φορές αυτό χρειάσθηκε. Αυτή η έπαρσή μας, μας οδήγησε να βλέπουμε τους άλλους από ψηλά, να τους υποτιμάμε, να μην τους λογαριάζουμε, να τους χλευάζουμε, να τους λοιδορούμε, να τους φερόμαστε με απρέπεια, να σαρκάζουμε σε βάρος τους. Και όλα αυτά γιατί τάχα σ’ αυτήν την ήπειρο, οι πρωταγωνιστές και οι μπροστάρηδες είμαστε μόνο εμείς οι Έλληνες και ύστερα όλοι οι άλλοι. Δεν έχουν έτσι όμως τα πράγματα και η αλήθεια είναι τελείως διαφορετική. Αν θέλουμε να είμαστε συνεπείς με τον εαυτό μας και με την αλήθεια πρέπει να δεχθούμε ότι είμαστε ένας λαός που μοιάζει να μην έχει ούτε ηθικές αξίες ούτε δυνάμεις να αντισταθεί. Οι συνάνθρωποί μας έχουν προσδιορίσει το άνοιγμα των οραματισμών τους στην οικονομική ανάπτυξη, στο κέρδος, στο χρήμα, που όλα αυτά οδηγούν στην ανάπτυξη και κατά προέκταση στην καλοπέραση, στην ευωχία και την ευμάρεια. Ο πλούτος και η άνεση, η αχαλιναγώγητη κατανάλωση των υλικών αγαθών, οι διασκεδάσεις, τα ξενύχτια στα μπουζούκια και άλλα καπηλειά είναι η προμετωπίδα των επιδιώξεών μας. Βασίζουμε όλους τους προγραμματισμούς και όλους τους αγώνες, τις προσπάθειες και τους καημούς μας στο χρήμα, στη διασκέδαση, στην καλοπέραση, στην υπερκατανάλωση, λες και η ζωή δεν έχει άλλα πνευματικά ενδιαφέροντα. Η ιαχή του αγώνα που ακουγόταν και ακούγεται και σήμερα είναι «Η αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος». Να γεμίσουν τα μπαούλα με χρήματα. Να λάμψει το βλέμμα μας από την ευτυχία του πλούτου. Αυτοί είμαστε. Έχουμε παραδοθεί στο αμόκ του κέρδους. Το χρήμα, ο Θεός μας. Δεν υπολογίζουμε κανένα. Γίναμε και εμείς χειρότεροι από τους άλλους. Αυτούς που μεμφόμεθα και λοιδορούμε. Φαινόμενο κοινωνικής παρακμής. Διαφορετικά έπρεπε να είναι η αξιολόγησή μας, μέσα στους κόλπους της κοινωνίας. Στην προμετωπίδα των στόχων και των επιδιώξεών μας, έπρεπε να είναι τοποθετημένη, η πιο καλή και η πιο γνήσια ποιότητα ζωής, «Η αγάπη». Έτσι όπως τη ζήσαμε τις ημέρες που πέρασαν. Αφού είμαστε προσκολλημένοι στο στρατόπεδο της Τυραννίας της ύλης και θα μείνουμε εκεί αιχμάλωτοι. Ύστερα από όλα αυτά ήλθαν στο μυαλό μου ορισμένα γεγονότα που είναι πολύ απογοητευτικά για το ήθος γενικά του λαού μας. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν εξαιρέσεις. Όμως, ο κανόνας τονίζει την κατάσταση που δημιουργήθηκε και μας χαρακτηρίζει. Για φανταστείτε τώρα πόσες λαϊκές αγορές υπάρχουν στη χώρα και πόσοι τόνοι αγροτικών πωλούνται σ’ αυτές. Κανείς από τους πωλητές δεν εκδίδει απόδειξη. Όταν τη ζητήσεις, σου απαντά «Μου χάλασε η μηχανή». Να εδώ, απέναντι την έχω. Περάστε την άλλη εβδομάδα και θα σας τη δώσω». Και αν τολμήσεις και το κάνεις, τότε σου απαντάνε: «Έχω τη μηχανή στο μάστορα». Πέραν του γεγονότος ορισμένοι αετονύχηδες έχουν ρυθμίσει τη ζυγαριά τους κατά τέτοιον τρόπο, ώστε τα 850 γραμμάρια εμπόρευμα να τα ζυγίζει ως κιλό. Πρόσφατα ένας φίλος μου αγόρασε από ένα ελαιοτριβείο δέκα δοχεία λάδι για το σπίτι του και για ορισμένους φίλους. Ένα από αυτά έπεσε στα χέρια μιας καθηγήτριας τροφίμων στο πανεπιστήμιο, η οποία ως εκ της ιδιότητάς της, το εξέτασε στο χημείο και το βρήκε σε ποσοστό 30% νοθευμένο από σπορέλαιο. Όλη η Ελλάδα γνωρίζει το «κόλπο» που έχει σοφιστεί μια μεγάλη μερίδα των ταξιτζήδων, κυρίως των Αθηνών για να εισπράττουν πολλαπλάσιο κόμιστρο από τους αφελείς επιβάτες τους, όταν αυτοί είναι ξένοι. Με ειδικό πεντάλ έχουν τη δυνατότητα πατώντας το, να αυξάνουν το κόμιστρο, έτσι ώστε η διαδρομή να δείχνει περισσότερα χρήματα από τα κανονικά. Μια ενέργεια ελεεινή και τρισάθλια. Μια πράξη που μας εκθέτει όλους, αφού ο ελληνικός λαός εμφανίζεται σαν λαός κλεφτών, απατεώνων, λωποδυτών, μπαταχτζήδων, κοράκων κ.τ.λ. Μας παίρνει η μπάλα όλους, χωρίς όμως αυτό να αντικατοπτρίζει την αλήθεια και την πραγματικότητα. Γιατί δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Οι ταξιτζήδες βρήκαν επιπλέον ένα «έξυπνο» κόλπο για να κλέβουν τους επιβάτες. Επινόησαν τη μέθοδο της λεγόμενης «πολλαπλής μισθώσεως», δηλαδή παίρνουν εσένα που τους σταματάς και κατόπιν παίρνουν και όσους άλλους χωράει το ταξί και κατευθύνονται πάνω-κάτω προς την ίδια κατεύθυνση και εισπράττουν στο ακέραιο από τον καθένα το κόμιστρο. Καθιέρωσαν οι κύριοι τη μέθοδο χωρίς να αντιδράσει κανείς, μήτε αυτής της πολιτείας. Σκύβεις το κεφάλι και τον παρακαλείς να σε πάρει για να μπορέσεις να πας στη δουλειά. Όλα αυτά συμβαίνουν πρωτίστως στην Αθήνα. Διαφορετικό το κλίμα στην επαρχία, όπου οι ταξιτζήδες, έχουν άλλο ήθος και επαγγελματισμό. Τώρα τι να πω, για τους ψευτογιατρούς που πωλούν ψεύτικες ελπίδες σωτηρίας στους καρκινοπαθείς, με συνέπεια πολλούς από αυτούς να τους οδηγούν στον θάνατο, αφού πρώτα τους εξαντλούν οικονομικά. Ανθρώπινες αδυναμίες υπάρχουν παντού και πάντοτε. Δεν έλειψαν ούτε πρόκειται να λείψουν. Είναι κατάλοιπα των πολιτισμών και δείγματα εσωτερικής φτώχειας. Στην πατρίδα μας, όμως, τα πράγματα έχουν προσλάβει επιδημικό χαρακτήρα. Από το ένα μέρος επικαλούμαστε τις δάφνες των προγόνων μας και από το άλλο είμαστε πρωταγωνιστές και θιασώτες, όλων των παραπάνω. Μήπως υπερβάλλω φίλοι μου αναγνώστες; Η κοινωνία μας διέρχεται βαθιά κρίση και οι μηχανισμοί της αντίδρασης δεν λειτουργούν. Αυτοί είμαστε, έστω και αν δεν το παραδεχόμαστε. Μέσα σε όλα αυτά οφείλω να πω και να τονίσω ότι η παράδοσή μας, δεν υπήρξε ποτέ ανήθικη. Ήταν ανέκαθεν ενάρετη, καλή και τιμητική για το πρόσωπο, σεβαστική στην ανθρώπινη αξία. Οι πατέρες μας ήταν φτωχοί, αλλά πάντοτε έντιμοι, καθαροί και καλοκάγαθοι. Δεν ήταν απατεώνες, λωποδύτες, κλεφτρόνια. Πέθαιναν φτωχοί και άφηναν στους δικούς τους ανθρώπους ήθος, τιμιότητα και εντιμότητα. Σήμερα κυριαρχεί «ό,τι φάμε και ό,τι πιούμε», η απόκτηση πλούτου και η λαίμαργη γεύση της ευμάρειας. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Η προσδοκία μας. Φως, που φωτίζει τον δρόμο μας. Οφείλουμε όμως να αφήσουμε πίσω, να ξεχάσουμε τις άνομες πράξεις και τις κακές συνήθειες. Και να προχωρήσουμε στο άνοιγμα καινούργιου δρόμου και καινούργιας σελίδας για τη ζωή μας. Να προχωρήσουμε μπροστά με εντιμότητα, ορθότητα, καθαρό λόγο, ουσιαστική προσφορά και να ξεχάσουμε τις παλιές μας κακές συνήθειες, για να καρπωθούμε τα αγαθά των προγόνων μας και της εκλεπτυσμένης τεχνογνωσίας τους.
Επί τιμής δικηγόρος,
Αθανάσιος Στ. Φώτος