Ένα από τα σπουδαιότερα και τα σημαντικότερα ζητήματα του κόσμου μας, είναι και η ανθρωπογένεση. Θα μπορούσαμε να πούμε, πως, αποτελεί το κεντρικό ζήτημα της ανθρωπολογίας και της διαπάλης των ιδεών, που έρχεται από το πολύ μακρινό μας παρελθόν και μας κεντρίζει όλα τα ενδιαφέροντα της ύπαρξή μας. Παρά τις μεγάλες χρονολογικές αποστάσεις, το επιστημονικό υλικό που έχει συγκεντρωθεί είναι πλουσιότατο, το οποίο όμως είναι αποκλεισμένο και άγνωστο στο πλατύ κοινό και στις λαϊκές μάζες γενικότερα, με αποτέλεσμα ο απλός κοινός άνθρωπος να μένει απληροφόρητος για την προέλευση της πολύ προχωρημένης επιστημονικής δουλειάς και φαντασίας. Ακούμε τα παιδιά να μας μιλούνε για «εξωγήινους» πολλές φορές καλύτερα, παρά για τους προϊστορικούς προγόνους μας.
Θύματα αυτής συστημικής πολιτικής κατάστασης δεν είναι μόνο ο εκδημοκρατισμός της γνώσης και η κοινή γνώμη, που στερείται απ’ αυτή, αλλά και η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα, που μπλέκει σε μεσαιωνικούς ατραπούς και σε σκοτεινούς λαβύρινθους κατά καιρούς.
Πάντως, και μέσα στο πλαίσιο του διαχωρισμού, ανάμεσα στην έρευνα και στην πληροφόρηση, το ενδιαφέρον υπάρχει και το ερώτημα που παραμένει είναι πάντα ένα: πως δημιουργήθηκε ο άνθρωπος…; Οι σπουδαιότερες απαντήσεις που δίνονται στο ερώτημα αυτό είναι δύο: α) η επιστημονική, που αποδεικνύει τεκμηριωμένα την ανθρωπογένεση, με επιστημονικές εξηγήσεις και αναλύσεις και με τη νομοτελειακή λειτουργία του σύμπαντος κόσμου, σύμφωνα πάντα και με την επιστημονική θεωρία του Δαρβίνου (η γέννηση και η εξέλιξη των ειδών) και β) η θεολογική άποψη που στηρίζεται στη θεϊκή δημιουργία, που μαθαίνουμε από τη θρησκευτική ιστορία στο δημοτικό σκολειό, σαν ένα ωραίο παραμύθι για παιδιά αυτής της ηλικίας.
Ας δούμε όμως τα πράγματα με μια πρώτη ματιά, από τη σκοπιά του κόσμου, που απλώνεται στα μάτια μας και γνωστικά, αλλά πάντα επιγραμματικά, να τα προσεγγίσουμε.
Πρώτα - πρώτα, το ερώτημα για την ανθρωπογένεση είναι μαζί και ερώτημα για τη θέση του ανθρώπου στον κόσμο και στην κοινωνία, που συνδέεται άμεσα με το ζήτημα της ηθικής, γιατί, αν καθορίσει τη θέση του, μπορεί να καθορίσει και τη στάση του, το τι πρέπει να κάνει, στον κόσμο και στην κοινωνία που ζει. Η εικόνα του κόσμου και ο ηθικός, πρακτικός λόγος, το είναι και το δέον, (πρέπον - σωστό) δεν είναι άσχετα μεταξύ τους, αφού ο άνθρωπος έδωσε τέτοια σημασία στην ηθική πλευρά του, ώστε την πρόβαλε στη φύση σαν κοσμοείδωλο, κι επιπλέον την έκανε και άξονα της ιστορίας. Σε όλες τις περιπτώσεις που είδε την ιστορία ως ένα δοξασμένο παρελθόν, το οποίο επισκιάζει το παρόν και οδηγεί στο μέλλον, παρελθόν είναι η σφαίρα των παραδειγματικών πράξεων και μέλλον είναι η σφαίρα τελικών προορισμών - υπάρχουν, φυσικά, σοβαρές διαφορές στην ταξική κοινωνία. Σε συνάρτηση με τα παραπάνω λεγόμενα, η έρευνα της φυσικής εξέλιξης του ανθρώπου αποκαλύπτει ποιες είναι οι βασικές αξίες για τη ζωή, πέρα από τις στενές αξίες που οριοθετεί ο κάθε συγκεκριμένος πολιτισμός ή εποχή.
Η ανθρωπότητα έχει προχωρήσει πάρα πολύ, σε πάρα πολλούς τομείς της ανθρώπινης ζωής, μέσα από τις έρευνες και τις ανακαλύψεις της επιστημονικής κοινότητας, έδωσε απαντήσεις και λύσεις σε πάρα πολλά προβλήματα και ζητήματα, στις κοινωνίες των λαών της γης, στο 19ο και 20ό αιώνα ιδιαίτερα, με την τεχνολογική επανάσταση. Όμως η διαπάλη των ιδεών στο ζήτημα της ανθρωπογένεσης και της εξέλιξης, εξακολουθεί να παραμένει και ο κόσμος να είναι ως τις μέρες μας δύσπιστος και μοιρασμένος, λόγω της άγνοιας, της όποιας υποκειμενικής πληροφόρησης και τις μεγάλες, αγεφύρωτες διαφορές που θεσμοθετήσανε και εφαρμόζουνε, με πολιτειακούς συνταγματικούς νόμους, οι δύο κυρίως κοσμοθεωρίες, του υλισμού και του ιδεαλισμού.
Έτσι, βλέπουμε την κοσμοθεωρία του υλισμού, που στηρίζεται στα τεκταινόμενα της επιστημονικής κοινότητας, με την κοσμοθεωρία του ιδεαλισμού που στηρίζεται στη θεολογική βάση της μεταφυσικής, να μάχονται εξακολουθητικά, ίσως και για αιώνες ακόμη - όσο υπάρχει ζωή στον πλανήτη μας και σκοταδιστικές ερμηνείες, που προωθούνε στους ανθρώπους.
Για να γενούν τα σκοτάδια φως, πρέπει πολλά να μάθει ακόμη ο άνθρωπος που αγνοεί την αλήθεια της ανθρωπογένεσης, για να αλλάξει τα πιστεύω του και τις αντιλήψεις του. Αν δεν καώ εγώ, αν δεν καείς εσύ, αν δεν καούμε εμείς, δεν θα έχουμε τη λάμψη του φωτός και της αλήθειας, λέει ο ποιητής.
Έχουμε λοιπόν ένα τεράστιο πρόβλημα, ένα γιγαντιαίο ζήτημα άλυτο, σχεδόν σε όλο τον αναπτυγμένο κόσμο, που μπαίνει εμπόδιο σε κάθε σκέψη, σε κάθε βήμα της ζωής μας, που δεν αφήνει τον άνθρωπο να σκεφτεί και να δημιουργήσει ελεύθερα τον κόσμο γύρο του. Οι πολιτικές εξουσίες που εξουσιάζουν τους λαούς και η κομματοκρατία, αποφεύγουν επιμελώς να πάρουν ξεκάθαρη θέση στο ζήτημα της ανθρωπογένεσης, για τους γνωστούς λόγους κόστους, με αποτέλεσμα να διαιωνίζεται μια κατάσταση γεμάτη από ασάφειες, με μόνη τη θρησκευτική εξουσία να ανοίγει κατά κάποιο τρόπο τα χαρτιά της ως έναν βαθμό βέβαια, θεολογικά και αποπροσανατολιστικά.
Η εμπιστοσύνη που αποκτούμε στη δυνατότητα, να παρέμβουμε στη μοίρα μας, είναι ένας από τους κυριότερους λόγους που δίνουν αξία στην έρευνα της ανθρωπογένεσης. Με τη γνώση των νόμων της κοινωνικής εξέλιξης που αποχτούμε απ’ αυτή, μπορούμε να ανιχνεύσουμε τις δημιουργικές δυνάμεις και να πάρουμε ενεργό μέρος στην προοπτική του μέλλοντος. Έτσι μετατρέπουμε σε επιστημονικό όργανο εκείνο που για τον ουμανισμό ήταν μόνο ιδέα. Δίνουμε κάθε δυνατότητα στην πρόοδο της ανθρωπότητας, όπου το παρελθόν και το μέλλον βρίσκονται σε αλληλοκαθορισμό. Με άλλα λόγια η σωστή γνώση προσδιορίζει το περιεχόμενο της ιστορίας. Δημιουργούμε κάθε νέα σχέση ανάμεσα στην ελευθερία με το έργο των προγενέστερων και στην αναγκαιότητα, να το αξιοποιήσουμε για τη συνέχισή του από τους επερχόμενους. Αυτή η ιστορική ευθύνη αφορά όλες τις πλευρές του πολιτισμού και όλη την ανθρωπότητα. Αφορά τη βελτίωση κάθε όρου ζωής, γι’ αυτό το περιεχόμενο της είναι και θα είναι πάντα ταξικό – όσο εξακολουθούμε να ζούμε σε ταξικές κοινωνίες.
Η γνώση της ανθρωπογένεσης μάς επιτρέπει να δώσουμε απάντηση σε πάρα πολλά δυσεπίλυτα προβλήματα, που τα περισσότερα τα δημιούργησε η ταξική διάκριση ανάμεσα στην πνευματική και στη χειρονακτική εργασία. Και σαν παράδειγμα να πούμε: Πώς μπορεί η νόηση, που έχει τη βεβαιότητα του εαυτού της, να αποκτήσει την ίδια βεβαιότητα για την αισθητήρια εμπειρία που βρίσκεται έξω από αυτή; Πώς μπορούμε να αποδείξουμε την ύπαρξη της αντικειμενικής πραγματικότητας; Η πραγματικότητα που αποτελεί την προϋπόθεση για κάθε απόδειξη και μόνο η κατασκευές του μυαλού υπάγονται στην αποδεκτική ως εσωτερική διεργασία συνοχής. Ο εξωτερικός έλεγχός τους υπάγεται στην επαλήθευση και την αποτελεσματικότητα. Η κλασική φιλοσοφία αντικρίζει τον άνθρωπο σαν παθητικό θεατή. Αντίθετα, η έρευνα της ανθρωπογένεσης αποκαλύπτει ότι, μέσα από την εργασιακή σχέση και την επέμβαση της, στη διαχείριση της φύσης, ο άνθρωπος εσωτερικοποιεί τους νόμους της ως γνώση, κάτι ανάλογο, σε κατώτερο φυσικά επίπεδο, προσπαθεί να πετύχει με τις κυβερνητικές μηχανές. Η ίδια η έρευνα αποκαλύπτει, επίσης, ότι το μεγαλύτερο μέρος της πραγματικότητας, είναι αποτέλεσμα της έλλογης ή μη δράσης του, όπως, επίσης, αποτέλεσμα της δράσης του είναι και η ίδια η νόηση. Παρατηρητής και παρατηρούμενο αντικείμενο, είναι αλληλένδετα, τόσο για την ιστορική φυσική, όσο και για τις κοινωνικές επιστήμες. Πολύ περισσότερο αλληλένδετα γίνονται τα πράγματα, όταν η παρατήρηση μετατρέπεται σε δράση και σε ιστορία. Γι’ αυτό η έρευνα της ανθρωπογένεσης συνδέεται στενά και με την έρευνα της γνώσης γενικώς.
Όλες σχεδόν οι αντιδραστικές θεωρίες (της επιθετικότητας, του ρατσισμού, κ.λπ.), καλλιεργούνται πάνω στο ζήτημα της φυσικής εξέλιξης του ανθρώπου, επιδιώκοντας είτε την παρερμηνεία της, είτε την αναίρεσή της. Από την εποχή που η επιστήμη προσέγγισε το ζήτημα της ανθρωπογένεσης, αυτό έγινε πεδίο οξύτατης ιδεολογικής διαμάχης. Και ο λόγος ήταν πως, από την έρευνα της ανθρωπογένεσης, οι οπαδοί της προοδευτικής εξέλιξης αντλούσαν τα περισσότερα επιχειρήματα για το πέρασμα από την προταξική στην ταξική και, μετά από αυτή στην αταξική κοινωνία.
Κοντολογίς και σε τελική συμπερασματική εννοιολογική ανάλυση, με δυο λόγια, στο τόσο πολύ μεγάλο και σπουδαίο αυτό ζήτημα της ανθρωπογένεσης, που με το σημείωμά μας αυτό, κάνουμε μονάχα κάποιες μικρές, αλλά σημαντικές επισημάνσεις, πρέπει να πούμε ωστόσο, κλείνοντας κάπου εδώ, πως, η κάθε ανθρώπινη πορεία ζωής, εξαρτάται κατά κύριο λόγο από τα πιστεύω μας, τις ιδέες μας και τις αντιλήψεις μας, που διαμορφώνονται ανάλογα, από τη γνώση που έχουμε για το θεμελιακό αυτό ζήτημα της ανθρωπογένεσης. Διότι, συνειδητά ή ασυνείδητα, ελεγχόμαστε και αυτοπροσδιοριζόμαστε, σχεδόν πάντοτε σε κάθε κίνηση, σκέψη, και πάσης φύσεως δραστηριότητα στον κόσμο αυτό, από το τι γνωρίζουμε και πιστεύουμε, για την ύπαρξή μας πάνω στη γη.
Το άρθρο μου αυτό στηρίζεται τεκμηριωμένα, στις επιστημονικές έρευνες, μελέτες και αναλύσεις του περισπούδαστου και καταξιωμένου ανθρωπολόγου Άρη Πουλιανού και εκδότη πολλών επιστημονικών βιβλίων, εξερευνητή του Σπηλαίου Πετραλώνων της Χαλκιδικής.