Ο σαραντισμός είναι η προσαγωγή του βρέφους στον ναό κατά το πρότυπο του Κυρίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Μωσαϊκού Νόμου και έχει τις ρίζες του από την εποχή του Μωυσή. Και με τις διατάξεις αυτού του νόμου συμμορφώθηκε και η Παρθένος Μαρία. Λέγοντας «σαραντισμό» εννοούμε την προσφορά του νεογέννητου παιδιού στον Θεό και γίνεται ως μίμηση του σαραντισμού του Χριστού. Η τελετή αυτή εισήχθη και στην Εκκλησία κατά μίμηση των Εβραίων. Ήταν συνήθης πράξη στους Εβραίους και ήταν γνωστή ακόμη και στους αρχαίους Έλληνες. Όπως ακριβώς ο Χριστός προϋπαντήθηκε στον ναό από τον γέροντα Συμεών, έτσι και στις μέρες μας συμβαίνει ακριβώς το ίδιο. Το μήνυμα είναι διαχρονικό, εφόσον αυτή η πράξη γινόταν και τότε, στην αρχαιότητα, αλλά εξακολουθεί να επικρατεί μέχρι και σήμερα, ως λειτουργικό έθος και παράδοση.
Ουσιαστικά είναι το πρώτο βήμα που κάνει το παιδί προς την Εκκλησία και προς τον Θεό. Όταν πηγαίνει να σαραντίσει μια γυναίκα, δηλαδή σαράντα ημέρες αφού γεννηθεί το μωρό, ο ιερέας διαβάζει την ευχή του σαραντισμού. Στην ακολουθία του σαραντισμού, ο ιερέας διαβάζει ευχές, ευλογώντας το παιδί και τη μητέρα. Η μητέρα μπαίνει μέσα στην εκκλησία και προσκυνώντας ευχαριστεί τον Θεό που την αξίωσε να γεννήσει το παιδί της και να το προσφέρει ζωντανό κατά την ημέρα εκείνη. Δεν ευχαριστεί, όμως, τον Θεό μόνο επειδή αξιώθηκε να φέρει στον κόσμο ένα παιδί, αλλά το προσφέρει μπροστά στον Κύριο και το καθιστά ζωντανό μέλος της αγίας εκκλησίας του Χριστού. Εάν το παιδί είναι κορίτσι, η μητέρα το πηγαίνει μπροστά στην εικόνα της Παναγίας και οφείλει να κάνει τρεις μετάνοιες μπροστά σ’ εκείνη για να παραλάβει το παιδί από τον ιερέα. Εάν το βρέφος είναι αγόρι, ο ιερέας το μεταφέρει μέσα στο ιερό, κάνοντας τρεις φορές τον γύρο της Αγίας Τράπεζας. Η μητέρα αυτήν τη φορά, μιας και το παιδί είναι διαφορετικού φύλου, πρέπει να προσκυνήσει την εικόνα του Χριστού και της Παναγίας για να παραλάβει το παιδί της από τα χέρια του ιερέα που το διάβασε στο ιερό.
Συνήθως σε όλα τα μέρη της Ελλάδος η μητέρα μεταβαίνει στην εκκλησία την τεσσαρακοστή ημέρα μετά από τον τοκετό για να λάβει την άδεια ελεύθερης κυκλοφορίας. Με την ακολουθία του σαραντισμού, η γυναίκα μπορεί να επανέλθει στην κανονική της ζωή, αξιωμένη και πάλι στα θεία μυστήρια, από τα οποία απείχε κατά τον χρόνο της λοχείας για φυσικούς και ηθικούς λόγους. Η προσφορά του βρέφους στον ναό έχει διπλή σημασία και έννοια. Πρώτον, ευλογείται η μητέρα για το τέλος του καθαρισμού από τη λοχεία της και η Εκκλησία εύχεται για τη γυναίκα που γέννησε το νεογνό και συνάμα, προσεύχεται στον Θεό να την καθαρίσει. Δεύτερον, είναι μία ευχαριστήρια τελετή για τη γέννηση ενός παιδιού. Επειδή η σύλληψη και η γέννηση ενός ανθρώπου δεν είναι απλώς έργο της φύσης, αλλά της ενέργειας του Θεού, ευχαριστούμε Αυτόν για την πράξη. Έτσι, προσφέρουμε το παιδί στον Θεό κι Εκείνος διά μέσου του ιερέα μάς το παραχωρεί για να το μεγαλώσουμε. Όταν η γυναίκα, σύμφωνα με το πρότυπο της Παναγίας, εισάγει το παιδί στον ναό, αυτό σημαίνει ότι το βρέφος στη συνέχεια θα μπορεί να βαπτιστεί και να συμμετέχει στην εν Χριστώ λατρευτική ζωή. Εδώ, θα πρέπει να τονίσουμε το εξής: Όταν η γυναίκα πηγαίνει στον ναό για να λάβει την ευχή από τον ιερέα, εκείνος δεν την αφήνει να μπει στον κυρίως ναό, διότι θεωρείται ακόμη ακάθαρτη, αλλά όχι αμαρτωλή. Ο νόμος προέβλεπε να προσφέρεται ένα ζευγάρι τρυγόνων ή δύο νεοσσοί περιστεριών και αυτό διότι με το πρώτο ζευγάρι δηλώνονταν η σωφροσύνη των γονιών και με το δεύτερο (τα περιστέρια) αναφέρονταν στην Παναγία και στον Χριστό. Ο Χριστός γεννήθηκε από την Παρθένο και Αυτός παρέμεινε Παρθένος, μέχρι το τέλος της ζωής του. Σύμφωνα με τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, το ζευγάρι με τα τρυγόνια δήλωνε τον τίμιο και ευλογημένο γάμο και το άλλο ζευγάρι προτύπωνε την παρθενία της Παναγίας και του Χριστού. Το ένα τρυγόνι και τη μία περιστέρα την έσφαζαν και τα άλλα δύο τα άφηναν να πετάξουν ελεύθερα. Αυτό συμβολίζει ότι ο Χριστός ήταν διπλός στη φύση, Θεός και άνθρωπος ταυτόχρονα. Κατά την Υπαπαντή του Κυρίου, το ζευγάρι με τα τρυγόνια ήταν το άλογο ζεύγος και εκτός από αυτό βρισκόταν εκεί και ένα άλλο ζευγάρι, το οποίο ήταν λογικό. Αυτό ήταν ο δίκαιος Συμεών με την προφήτιδα Άννα, που υποδέχτηκαν τον Χριστό, όταν ανέβηκε στον ναό.
Από τον Απόστολο Ποντίκα,
δάσκαλο, θεολόγο, φιλόλογο, Πολιτικών Επιστημών