Πιο συγκεκριμένα, η Περιφέρειά μας έχει βελτιώσει την εξωστρέφειά της, εξάγει το 14,3% του περιφερειακού ΑΕΠ (4η θέση μεταξύ των περιφερειών) και έχει ένα ιδιαίτερα θετικό εμπορικό ισοζύγιο, με συμβολή κυρίως των μεγάλων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε αυτήν.
Οι εξαγωγές, οι οποίες αυξάνονται σημαντικά στην τελευταία περίοδο (8,5% ετησίως), προέρχονται κυρίως από κλάδους εντάσεως εργασίας ή χαμηλής τεχνολογικής εντάσεως. Αξίζει να σημειωθεί ότι μόνο το 49% των εμπορικών συναλλαγών της Θεσσαλίας αφορά χώρες της Ε.Ε.
Με γνώμονα τις εξαγωγές προϊόντων των θεσσαλικών επιχειρήσεων παρατηρούμε και τις ανάλογες κατατάξεις τους. Η Π.Ε. Καρδίτσας κατέχει μερίδιο 47% με πρώτο κλάδο εξαγωγών τα τρόφιμα και με πρώτο εξαγωγικό προορισμό την Κύπρο, έχοντας μερίδιο 49%. Ομοίως η Π.Ε. Λάρισας με μερίδιο 52% στα τρόφιμα και με πρώτο προορισμό την αγορά της Γερμανίας με μερίδιο 22%, ενώ ακολουθεί η Π.Ε. Μαγνησίας έχοντας μερίδιο 35% εξαγωγών και με προορισμό τη Γερμανία με ποσοστό 19%. Τέλος, η Π.Ε. Τρικάλων κατέχει ένα μερίδιο της τάξεως του 87% στις εξαγωγές τροφίμων με βασικό προορισμό την αγορά της Γερμανίας.
Οφείλουμε, όμως, να αναγνωρίσουμε ότι η υγειονομική κρίση θα πρέπει να λειτουργήσει ως μοχλός επανεκκίνησης της ελληνικής οικονομίας με επίκεντρο τις εξαγωγές σε αναδυόμενες πλέον αγορές. Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός πως οι έντονες πιέσεις που δέχονται οι ελληνικές εταιρείες λόγω της ύφεσης, οδηγούν στην αναζήτηση νέων αγορών, συνεργασιών και συμπράξεων και η είσοδος σε μια νέα αναδυόμενη αγορά μπορεί να αποτελέσει πρόσφορη διέξοδο, τόσο για τις εξαγωγές προϊόντων και υπηρεσιών όσο και για την παραγωγική δραστηριότητα και τις επενδύσεις. Ποιες είναι όμως αυτές οι αγορές; Πέρα από τους παραδοσιακούς εξαγωγικούς προορισμούς, όπως είναι η Γερμανία, η Τουρκία και η Ιταλία, έχουν πλέον εισέλθει, σε νέες, μεγάλες και γοργά αναπτυσσόμενες αγορές, όπως η υποσαχάρια Αφρική, η Νότιο-Ανατολική Ασία και η Λατινική Αμερική, οι οποίες προσφέρουν σημαντικές επιχειρηματικές ευκαιρίες σε συγκεκριμένους τομείς λόγω των αναγκών για εκσυγχρονισμό υποδομών, τεχνολογική εξέλιξη και γενικότερα αναβάθμιση βιοτικού επιπέδου.
Οι αναδυόμενες αγορές διαφοροποιούνται σημαντικά ως προς τα θεσμικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματά τους, τα οποία πρέπει να εξετάζονται προσεκτικά. Επίσης, είναι δυνατόν να υφίστανται σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των κλάδων δραστηριότητας μιας οικονομίας όσον αφορά τα θεσμικά πλεονεκτήματα. Η βαθιά γνώση της τοπικής αγοράς, που επικαιροποιείται σε πραγματικό χρόνο, είναι κρίσιμη για την αποτελεσματική διοίκηση μιας επιχείρησης που δραστηριοποιείται σε περιβάλλον αναδυόμενης αγοράς. Η συνεργασία με κατάλληλους τοπικούς συνεργάτες, που μπορούν να παρέχουν καθοδήγηση όσον αφορά το τοπικό πολιτικό, νομικό και ρυθμιστικό πλαίσιο, είναι επίσης πολύ σημαντική. Η αναγνώριση και ενίσχυση των τοπικών στελεχών, που αντιλαμβάνονται καλύτερα το τοπικό επιχειρηματικό και κοινωνικό πλαίσιο σε σχέση με κάποιον που δεν εντάσσεται σε αυτό, μπορεί να αποτελέσει μια επιπρόσθετη πηγή ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος.
Για τις μεγάλες εταιρείες που πραγματοποιούν στρατηγικές επενδύσεις σε εκκολαπτόμενες αγορές (frontiermarkets), όπως είναι η υποσαχάρια Αφρική, στο πλαίσιο της δραστηριότητάς τους θα μπορούσαν να εντάσσονται και δραστηριότητες που στοχεύουν στην αναβάθμιση του τοπικού θεσμικού πλαισίου. Η πανδημία του κορονοϊού επιτάχυνε την εξέλιξη νέων τάσεων στις αναδυόμενες αγορές και ως εκ τούτου, το μέλλον φαίνεται να είναι ιδιαίτερα προσοδοφόρο για τους επενδυτές, καθώς υπάρχουν αρκετές παράμετροι που έχουν αλλάξει και δείχνουν με πλήρη σαφήνεια ότι οι αναδυόμενες αγορές αρχίζουν έντονα να μοιάζουν με τις αναπτυγμένες αγορές αποκτώντας και τα χαρακτηριστικά που έχουν αυτές. Η προσαρμογή λοιπόν, στις νέες εμπορικές πρακτικές διεθνώς είναι το κλειδί για να αξιοποιήσουμε τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται σε κάθε κρίση.
Ο Σύνδεσμος Θεσσαλικών Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών μέσω της υπηρεσίας «STHEV Export Winners», θα συνεχίσει να ενημερώνει τις επιχειρήσεις-μέλη του, συμβάλλοντας σε μία παραγωγική, εξωστρεφή και ανταγωνιστική οικονομία με στοχευμένες προτάσεις για δομικές μεταρρυθμίσεις που θα κάνουν την ελληνική και τη θεσσαλική οικονομία περισσότερο ανταγωνιστική.
Από την Έλενα Γ. Καματέρη,
οικονομολόγο - MSc στη Διοίκηση Τουριστικών Επιχειρήσεων, γενική διευθύντρια ΣΘΕΒ