Ανατολών γείτονές μας ορισμένες ιστορικές αλήθειες, τις οποίες σκοπίμως παραβλέπουν.
Εν τέλει οι γαλάζιες πατρίδες, τα σύνορα καρδιάς, οι έρευνες, τα πέντε ή είκοσι πέντε ή εκατόν πενήντα δύο νησιά και τα τοιαύτα, το έχουν αντιληφθεί ήδη και οι πέτρες ότι δεν είναι τίποτ’ άλλο απ’ τη συνειδητοποίηση των Τούρκων ότι πριν εκατό περίπου χρόνια στις συνθήκες Σεβρών (1920) και Λοζάνης (1923) έβαλαν την υπογραφή τους ότι «παραιτούνται υπέρ της Ιταλίας όλων των δικαιωμάτων τους επί της νήσου Καστελλορίζου». Το ότι η υπογραφή δεν παίρνεται πίσω το ξέρουν άριστα, γι’ αυτό και ψάχνουν τρόπους να δημιουργήσουν καινούριες καταστάσεις.
Θα πάρουμε λοιπόν τα πράγματα με τη σειρά. Αρχές της δεκαετίας του 1990 μια άριστη μαθήτριά μου τότε μού εξέφρασε την απορία γιατί να επιμένει ο Βενιζέλος στις διεκδικήσεις του για «μια κουτσουλιά νησάκι, κολλημένο στην Τουρκία». Της απάντησα: «Αν ζω μετά από 2030 χρόνια, τότε το γιατί θα ’θελα να μου το απαντήσεις εσύ η ίδια». Και μου το απάντησε μόλις πριν έναν χρόνο σε μια τυχαία συνάντηση ύστερα από 27 χρόνια (ούσα πλέον δικαστικός).
Την τεράστια λοιπόν γεωπολιτική και οικονομική σημασία του μικρού αυτού νησιού, όπως βεβαίως και όλης της Δωδεκανήσου ο Βενιζέλος την είχε αντιληφθεί και γνώριζε άριστα ότι χωρίς το Καστελλόριζο στην ελληνική επικράτεια κινδυνεύει να χαθεί και η Κρήτη, και άλλα νησιά, αλλά και να μειωθεί κατά πολύ η θαλάσσια και η υποθαλάσσια έκταση της Ελλάδας, φυσικά με τον ορυκτό πλούτο. Κι ο εθνάρχης προέβαλλε τις διεκδικήσεις του, πιεστικά και σε συνεχή υπομνήματα, όταν το Καστελλόριζο ή η Μεγίστη βρισκόταν πλέον υπό ιταλική κατοχή.
Το ότι το νησί αυτό, όπως και όλο το Αιγαίο, ήταν ελληνικότατο αποδεικνύεται περίτρανα απ’ τα ευρήματα που δείχνουν ότι κατοικείται απ’ τη νεολιθική εποχή. Ανέπτυξε πολιτισμό στις μυκηναϊκές φάσεις και παρακολουθεί τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα, για τα οποία ο Όμηρος γνωρίζει τις ονομασίες, την τοποθέτησή τους και τα καράβια που έστειλαν στην Τροία. Μιλούσαν τα ελληνικά, λάτρευαν το δωδεκάθεο, αργότερα στην Κω θα εμφανιστεί ο Ασκληπιός και στην Πάτμο ο Ιωάννης θα γράψει την Αποκάλυψη!
Κατακτήθηκαν από Ρωμαίους, Βυζαντινούς, αλλά και Ιππότες της Δύσης. Οι Τούρκοι όλους αυτούς τους αιώνες βρίσκονταν στα βάθη της Ασίας και μόλις το 1071 μ.Χ. φάνηκαν στη Μ. Ασία, όπου νίκησαν τους Βυζαντινούς στη μάχη του Ματζικέρτ, για να μην ξαναφύγουν ποτέ πια από την περιοχή μας και να λένε τώρα με θράσος «ο πρόγονός μας ο Όμηρος…». Ο Όμηρος όμως δεν μιλούσε τούρκικα… Αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία. Ας μην την μπλέκουμε εδώ.
Και πόδι στα Δωδεκάνησα φαίνεται ότι πάτησαν το 1523 μ.Χ., όταν ο Σουλεϊμάν τα κατέλαβε από τους Ιππότες και τα έκαμε φόρου υποτελή, αφού τούς παραχώρησε αυτονομία και άλλα προνόμια. Και με το καθεστώς αυτό θα προχωρήσουν ως την επανάσταση του ’21, όπου και πήραν μέρος. Τα πλοία τους κινούνταν με έγγραφα υπό τον τίτλο «ελληνική πολιτεία» ως το 1830, οπότε με τη συνθήκη ανεξαρτησίας της Ελλάδας, αποδόθηκαν ξανά στους Τούρκους. Ξανά ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β’ θα τους αναγνωρίσει την αυτονομία και ξανά τα νησιά θα αναγνωρίσουν την Οθωμανική επικυριαρχία. Τα προνόμιά τους όμως θα τα καταργήσουν οι Νεότουρκοι το 1909.
Το 1912 αποβιβάστηκε ιταλικός στρατός και κατάλαβε τη Δωδεκάνησο. Οι Τούρκοι αναγνώρισαν αμέσως την ιταλική κατοχή. Και το 1915 οι Ιταλοί πέτυχαν τη διεθνή αναγνώριση ύστερα από μια μυστική συνθήκη στο Λονδίνο στην οποία δέχτηκαν να γίνουν το 4ο μέλος της Αντάντ με αντάλλαγμα την κατοχή της Δωδεκανήσου, στην οποία ανήκει πλέον και το Καστελλόριζο, και εδαφών στην απέναντι μικρασιατική ακτή.
Και φτάνουμε στις 21 Ιανουαρίου 1919, όπου στο Παρίσι, στο Ανώτατο συνέδριο της Ειρήνης ο Ελ. Βενιζέλος διεκδικεί τα δίκαια της Ελλάδας πάνω στο αξίωμα: «Η Ελλάς δεν πηγαίνει όπου της λείπει η εθνολογική βάσις». Και στις 29 Ιουλίου του 1919 υπογράφεται συμφωνία Τιττόνι Βενιζέλου με την οποία: «Η Ιταλία παραχωρεί στην Ελλάδα την κυριαρχία των νήσων που κατέχει στο Αιγαίο». Και στη συνθήκη Σεβρών, 28 Ιουλίου / 10 Αυγούστου 1920, η Ιταλία θα υπογράψει ότι: «Παραιτείται υπέρ της Ελλάδος πάντων των δικαιωμάτων και τίτλων αυτής επί των παρ’ αυτής κατεχομένων νήσων του Αιγαίου πελάγους». Δηλαδή ό,τι θα υπογράψει η Τουρκία υπέρ της Ιταλίας. Όμως η Ιταλία στις 25 Σεπτεμβρίου 1922, την επομένη δηλαδή της μικρασιατικής τραγωδίας, κατήγγειλε τη συνθήκη Σεβρών. Κι έτσι με τη συνθήκη Λοζάνης 24/7/1923 τα Δωδεκάνησα και πάλι αναγνωρίστηκαν ρητά ως ιταλική κτήση. Και χρειάστηκε να έρθει το 1946 και το μοίρασμα του κόσμου με τη συμφωνία της Γιάλτας, ώστε στις μεταπολεμικές διαβουλεύσεις που άρχισαν από το Λονδίνο στις 31 Μάρτη του έτους αυτού και μετά από κωλυσιεργίες αρκετών μηνών, να αποδοθούν τα Δωδεκάνησα, άρα και το Καστελλόριζο (Μεγίστη) στη μητέρα πατρίδα. Κι αυτό θα γίνει στη Διάσκεψη Ειρήνης του Παρισιού, τον Δεκέμβριο του 1946.
Φυσικά και τούτη τη φορά οι Ιταλοί θα υπογράψουν ότι παραιτούνται υπέρ της Ελλάδος και σε καμία περίπτωση υπέρ της Τουρκίας.
Εν κατακλείδι οι Τούρκοι και ειδικότερα ο Πρόεδρός των, χωρίς να θέλουμε να γινόμαστε κριτές και κατήγοροι, δίνουν παντού πλέον την αίσθηση ότι πάνε να δημιουργήσουν νέα δεδομένα και φωνάζουν για… επαναδιεκδίκηση του Καστελλόριζου, απ’ τη διεκδίκηση του οποίου έχουν παραιτηθεί ενυπογράφως πριν εκατό χρόνια, και επί εκατό χρόνια τηρούσαν για το ζήτημα αυτό σιγή ιχθύος! Τώρα, εάν με αυτά τους τα επικοινωνιακά τερτίπια στοχεύουν ν’ αποπροσανατολίσουν την κοινή γνώμη στη χώρα τους, ή να σκεπάσουν προβλήματα στην επικράτειά τους, είτε ακόμα και για να ικανοποιήσουν ουτοπικές τους φιλοδοξίες στην εξωτερική τους πολιτική, θα πρέπει να κατανοήσουν ότι με την αμετροέπειά τους και τις εθνικιστικές κορώνες, καθώς και με τις μόνιμες εκδηλώσεις αλαζονείας και ιταμότητας όχι μόνον δεν υπηρετούν την ειρήνη και τη συνεργασία, αλλά η όλη πρακτική τους είναι εντελώς ανεδαφική και επικίνδυνη.
Κι αν ο κύριος Ερντογάν αισθάνεται πολύ ισχυρός, είναι καιρός να συναισθανθεί μιαν απαράβατη ιστορική αλήθεια: Κανένας ισχυρός δεν μένει παντοτινά κυρίαρχος. Κι ότι η σωστή άσκηση της εξωτερικής πολιτικής προϋποθέτει τέλεια και απροκατάληπτη γνώση της Ιστορίας.
Για την ομάδα Ιστορικής Έρευνας Αγιάς «Δημ. Αγραφιώτης»
Οδυσσέας Β. Τσιντζιράκος