βρέθηκαν σήμερα και πόσα περισσότερα από χθες.
Και δυστυχώς ανεβαίνουν αλματωδώς. Αποξενωθήκαμε από γείτονες, γνωστούς και φίλους.
Και αν βρεθούμε τυχαία στον δρόμο, φροντίζουμε να μη χαιρετηθούμε διά χειραψίας, να χτυπάμε τους... αγκώνες, μια γελοία κίνηση και να κρατούμε απόσταση.
Πριν λίγες μέρες συνάντησα στο κέντρο έναν πολύ καλό μου φίλο, που είχα χρόνια να τον δω, μαζί με τη γυναίκα του, γιατί ζούσε στο εξωτερικό. Συγκινήθηκα τόσο πολύ, ήθελα να τον αγκαλιάσω, αλλά δυστυχώς ο ενθουσιασμός περιορίστηκε σε μια «καλημέρα» και μια σύσταση της γυναίκας του από απόσταση.
Λες και ανάμεσά μας είχε πέσει μια αόρατη κολόνα... πάγου, που έκρυβε μέσα της τον κορονοϊό.
Πολύ στεναχωρήθηκα συνάνθρωποι. Μια αγκαλιά, μια θερμή χειραψία είναι χίλιες λέξεις αγάπης. Αλλά δυστυχώς τώρα πια παγώσαμε. Κοιταζόμαστε στα μάτια βγάζουμε έναν αναστεναγμό και χωρίζουμε.
Δεν μπορούμε ούτε στο σπίτι μας να καλέσουμε ένα ζευγάρι φιλικό που το συνηθίζαμε να περάσουμε την ώρα μας, ούτε να πάμε κοντά στη γειτόνισσα να τα πούμε. Χαιρετιόμαστε απ’ τη βεράντα κι αυτό είναι όλο. Και υπάρχουν άνθρωποι που έχουν σοβαρά προβλήματα υγείας και θέλουμε να τους επισκεφθούμε, αλλά η θανατηφόρα αυτή νόσος μας το απαγορεύει.
Σκέφτεσαι. Μήπως του πάω το μικρόβιο; Έχει που έχει τα δικά του.
Ευτυχώς που υπάρχει το τηλέφωνο, κάτι είναι κι αυτό. Αν δεχθείς ένα-δύο τηλεφωνήματα την ημέρα και πάρεις και συ κάποια, αναπτερώνεται το ηθικό σου, παίρνεις λίγο θάρρος.
Αυτά βεβαίως που ανέφερα αφορούν αυτούς που πιστεύουν στον κορονοϊό και είναι υπεύθυνοι και προσπαθούν με κάθε τρόπο να μειωθούν τα κρούσματα.
Αλλά όπως έγραψα παραπάνω υπάρχει το τηλέφωνο και ευγνωμονούμε τον Γκράχαμ-Μπελ, που το εφηύρε.
Όμως είναι και οι άλλοι, που δεν πιστεύουν σε τίποτα και είναι χαλαροί και ελεύθεροι.
Κάποια μέρα βρέθηκα σε ένα μικροκατάστημα φορώντας φυσικά τη μάσκα μου.
Μέσα υπήρχε ένα νέο ζευγάρι με ένα μωρό στο καρότσι, εγώ περίμενα τη σειρά μου στο πεζοδρόμιο, γιατί το μαγαζάκι ήταν πολύ μικρό.
Κάποια στιγμή ήρθε ένας ηλικιωμένος κύριος φουριόζος με προσπέρασε και μπήκε μέσα.
Τη μάσκα την είχε κρεμασμένη στο αυτί. Πήρα το θάρρος και του είπα.
«Δε θα τη φορέσετε τη μάσκα τώρα που μπαίνετε μέσα;»
«Μάσκα και... κολοκύθια, είναι όλα αυτά... να μην πω...» Αυτά μου είπε και προχώρησε μέσα.
Μόλις είδε το παιδάκι στο καρότσι το χάιδεψε, το κανάκεψε και μετά το... έφτυσε για να μην το... ματιάσει.
«Τι κάνετε του φώναξε η μητέρα του μωρού, φτύνετε το παιδί...;»
Εκείνος συνέχισε την αδιαφορία του. «Μην πιστεύετε τίποτα κυρία μου, όλα αυτά είναι στημένα, να μας χώσουν μέσα στα σπίτια μας και να μας... φιμώσουν με τις μάσκες...».
Δυστυχώς υπάρχουν και άλλοι τέτοια άνθρωποι, γι’ αυτό και έχουμε αυτήν την άνοδο των κρουσμάτων.
Βέβαια είναι και η νεολαία που ξεσαλώνει στις πλατείες χοροπηδώντας. Ίσως έχουν και κάποιο δίκαιο τα παιδιά, έχουν ενέργεια μέσα τους και δεν ξέρουν πού να τη διοχετεύσουν.
Όμως η κατάσταση είναι τόσο σοβαρή που χρειάζεται προσοχή απ’ όλους, νέους και ηλικιωμένους.
Αυτά είχα να σας πω σήμερα συνάνθρωποι, χιλιοειπωμένα βέβαια, αλλά είναι τόσο απαραίτητο να τα θυμόμαστε, να περιοριζόμαστε και να προσέχουμε τους εαυτούς μας και τους άλλους.
Στο χέρι μας είναι να μειώσουμε τα κρούσματα, ή να τα πολλαπλασιάζουμε.