μας, είμαι σίγουρος ότι θα τη μνημονεύουν στο μέλλον. Μόρφωση βέβαια μπορεί να αποκτήσαμε, την ενότητα όμως ακόμη την ψάχνουμε, σε πολιτικό, σε κοινωνικό, ακόμη και επαγγελματικό επίπεδο.
Πριν λίγες ημέρες, η Ολομέλεια της Βουλής ψήφισε το νέο θεσμικό πλαίσιο, που θα αφορά στον τρόπο οργάνωσης και εκδήλωσης μίας συγκέντρωσης ή πορείας κατ’ άλλους. Πολλοί από τους βουλευτές το χαρακτήρισαν ως καινοτομία. Φτάσαμε στο σημείο εν έτει 2020, η αλλαγή στο καθεστώς μίας κακώς καθιερωμένης ανευθυνότητας, για τις καταστροφές σε ιδιωτική και δημόσια περιουσία, να αποτελεί καινοτομία. Η πάταξη αυτής της περιλάλητης ελληνικής ιδιαιτερότητας ν’ αποτελεί καινοτομία. Καινοτομία για εμάς βέβαια, αφού για τον υπόλοιπο πολιτισμένο κόσμο, κάτι τέτοιο ήταν απλώς ανήκουστο.
Παρακολουθώντας τις τοποθετήσεις αρκετών βουλευτών, απ’ όλες τις πτέρυγες της Βουλής, αντιλήφθηκα γιατί αυτός ο τόπος παραμένει διαχρονικά αλυσοδεμένος της κακής μας κουλτούρας, και μίας παλαιοκομματικής νοοτροπίας που λέει, «ΟΧΙ σε όλα». Βγήκε στην επιφάνεια για ακόμη μία φορά, η γνωστή κομματική μας γκρίνια και μιζέρια. Αυτή η λογική που δεν θέλει την πρόοδο, την τάξη, την οργάνωση, και μένει προσκολλημένη σε άλλες εποχές. Αυτή η λογική της αταξίας, της ασυδοσίας, του μπάχαλου.
Ένα νέο θεσμικό πλαίσιο λοιπόν, το οποίο ήρθε να κάνει το αυτονόητο. Να θεσπίσει κανόνες, βάσει των οποίων θα εκφράζεται το ιερό συνταγματικό δικαίωμα του συνέρχεσθαι, όπως ακριβώς επιτάσσει το άρθρο 11 του Συντάγματος, και το άρθρο 11 της ΕΣΔΑ. Είναι η πρώτη φορά από τη μεταπολίτευση, που ψηφίζεται από τη Βουλή εκτελεστικός νόμος, του άρθρου 11 Σ. Μέχρι τώρα όλες οι κυβερνήσεις, ουδεμιάς εξαιρουμένης, εφάρμοζαν όταν ήθελαν να ελέγξουν ή ακόμη και να αποτρέψουν τις συγκεντρώσεις και τις πορείες, ένα ανενεργό αλλά όχι καταργηθέν, νομοθετικό διάταγμα του 1971, και ένα προεδρικό διάταγμα του 2013. Πλέον, τα ανωτέρω διατάγματα καταργούνται στην πράξη και εξασφαλίζεται το νέο νομικό πλαίσιο, βάσει του οποίου θα προστατεύεται ακόμη περισσότερο ο αντικειμενικός σκοπός της ενάσκησης του δικαιώματος του συνέρχεσθαι.
Αφενός μεν διασφαλίζεται ισόρροπα η ελεύθερη άσκηση του δικαιώματος των πολιτών στο συνέρχεσθαι, αφετέρου δε προστατεύεται η δημόσια ασφάλεια και δεν διαταράσσεται υπέρμετρα η κοινωνικοοικονομική ζωή μίας πόλης. Ταυτόχρονα, μέσω των απαραίτητων θεσμικών εγγυήσεων, επιχειρείται η σαφής οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων της αστυνομικής αρχής, στο πλαίσιο μίας έννομης τάξης που σέβεται και υπερασπίζεται τις εγγυήσεις του κράτους δικαίου. Τι πιο απλό, τι πιο δημοκρατικό για μία ευνομούμενη πολιτεία από τα ανωτέρω.
Κάποιοι, κατά τη διάρκεια της συζήτησης του σχεδίου νόμου, μίλησαν για επαναφορά χουντικών νόμων-διαταγμάτων. Άποψη την οποία, όταν ξεστομίζουν βουλευτές εναντίον συναδέλφων τους, δημοκρατικά εκλεγμένων, αποτελεί και ασέβεια αλλά και ύβρη για τη Δημοκρατία μας. Είναι ντροπή να επαναφέρουν κάποιοι ανεπίκαιρες συζητήσεις για πολιτικές καταστάσεις, που αμαύρωσαν τη σύγχρονη πολιτική ιστορία της χώρας μας, μόνο και μόνο για να κάνουν εντύπωση στο κομματικό τους ακροατήριο. Δυναμόμετρο δημοκρατίας δεν υπάρχει και κανείς δεν είναι πιο ευαίσθητος από τον άλλο σε αυτά τα θέματα.
Η δημοκρατία της τάξης και των κανόνων είναι το ωραιότερο πολίτευμα. Μέσα στις δημοκρατίες, οι πολίτες οφείλουν να απολαμβάνουν αναφαίρετα δικαιώματα, συνταγματικά κατοχυρωμένα, αρκεί να μην ασκούνται καταχρηστικά, όπως ορίζεται στο άρθρο 25 Σ. Όλοι όμως έχουν και ‘’ιερές’’ υποχρεώσεις, τόσο απέναντι στο κράτος, όσο και απέναντι στους συμπολίτες τους.
Για ποιον λόγο, το δικαίωμα σε μία ανεξέλεγκτη πορεία, που παραλύει το κέντρο μίας πόλης ή καταλήγει σε βανδαλισμούς από ορισμένους, είναι πιο ισχυρό από άλλα δικαιώματα; Από το δικαίωμα του απλού διερχόμενου πολίτη στον δρόμο, του εμπόρου που αδυνατεί να λειτουργήσει την επιχείρησή του, του επαγγελματία που τραβάει έναν σύγχρονο ‘’γολγοθά’’ μέχρι να φτάσει στη δουλειά του, της μητέρας που θέλει να κάνει αμέριμνα τη βόλτα της με τα παιδιά της, ακόμη και του τουρίστα που δεν μπορεί να απολαύσει τον πραγματικό σκοπό του ταξιδιού του. Το ιερό δικαίωμα του συνέρχεσθαι αποκτά ακόμη μεγαλύτερη αξία όταν συμπλέει με τα συνταγματικά δικαιώματα στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, στην προσωπική ελευθερία των πολιτών, στην αξία του ανθρώπου, στην αξία της περιουσίας, στην αξία της ιδιοκτησίας, της ισότητας έναντι του νόμου, στην ελεύθερη κίνηση αλλά και στη συμμετοχή και συνέχεια της οικονομικής ζωής. Τα συνταγματικά δικαιώματα συμπληρώνουν το ένα το άλλο, δεν εφαρμόζεται κάποιο εις βάρος των υπολοίπων. Το Σύνταγμα δεν κάνει ποιοτικές και ποσοτικές διακρίσεις στα δικαιώματα.
Σε μία δημοκρατία επιβάλλεται να διαδηλώνει κανείς και να εκφράζει ακόμη και έντονα τις απόψεις του, αρκεί να γίνεται με σεβασμό στην ατομική ιδιοκτησία, στην ανθρώπινη ζωή και στην κοινωνική ειρήνη. Σε μία δημοκρατία δεν μπορεί οι μειοψηφίες να ταλαιπωρούν και να επιβουλεύονται τις περιουσίες αλλά και τα δικαιώματα των πλειοψηφιών. Διαφορετικά μπερδεύουμε τη δημοκρατία με την ασυδοσία...
Από τον Βάσο Π. Καραμπίλια δικηγόρο Αθηνών, μέλος του Μητρώου στελεχών της Ν.Δ., επιστημονικός συνεργάτης στη Βουλή των Ελλήνων