Μολαταύτα, στα μπαλκόνια περίσσεψε η συγκίνηση μεταξύ των αναγκαστικώς αποκλεισμένων Χριστιανών. Μόλις πήγε 12 τα μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου, σαν ένα χέρι μαγικό να επενέργησε και έβγαλε όλους τους έγκλειστους στις βεράντες σε ένα ραντεβού που δεν κανόνισε κανείς, αλλά που όλοι γνώριζαν πως υπήρχε και που όλοι περίμεναν.
- «Χριστός Ανέστη!»
Πολλοί άνθρωποι, που στην καθημερινότητα δεν μιλάνε μεταξύ τους, ένιωσαν τότε την ανάγκη να χαιρετήσουν τους απέναντι. Σήκωσαν τις λαμπάδες ψηλά, σε ένδειξη χαιρετισμού, και στο πλαίσιο της κοινής αυτής μυσταγωγίας αλληλοευχήθηκαν με ευχές αναστάσιμες.
- «Αληθώς Ανέστη!».
Και ασφαλώς θα αναρωτήθηκαν πολλοί μέσα τους πώς διάολο είναι έτσι φτιαγμένος αυτός ο ντουνιάς, που να μην μιλάνε οι ανθρώποι παρά μονάχα σαν βρεθούν σε χρεία. Γιατί άραγε χάνουν τόσες στιγμές, τόσες ευκαιρίες να χαιρετηθούν τις άλλες μέρες, τις κανονικές, σαν συναντιούνται στο ασανσέρ, στο πεζοδρόμιο, στον κοντινό φούρνο ή στο απέναντι μίνι μάρκετ; Γιατί δεν τολμούν να γνωριστούν, να ξαναγίνουν γειτονιά, να νιώσουν αυτήν την ανεπανάληπτη αίσθηση οικειότητας που υπήρχε στις πόλεις, όταν αυτές ήταν πιο μικρές, όταν είχαν μονοκατοικίες με αυλές, και ο φόβος, η υποψία για τον απέναντι, δεν είχε ακόμη στοιχειώσει τις υπάρξεις τους;
Έστω κι έτσι όμως, η γλύκα που νιώσαμε στην ψυχή όσοι βγήκαμε στις βεράντες δεν παραγράφεται. Ήταν η ίδια ακριβώς αίσθηση αλληλεγγύης και ανθρωπιάς που είχαμε νιώσει σε μια άλλη δύσκολη επίσης περίσταση. Τότε, το καλοκαίρι του 2015, όταν στηνόμασταν στις ουρές των ΑΤΜ για ένα πενηντάρικο. Δίχως και τότε να ποδοπατηθούμε, υπομείναμε τη δυσκολία αγόγγυστα, στωικά, με δύο λόγια πολιτισμένα, καθώς αρμόζει σε ώριμες και συντεταγμένες δυτικές κοινωνίες.
Κέρδος πρώτο λοιπόν, αν προβεί κανείς σε έναν απολογισμό όλων αυτών των ημερών, η επιδειχθείσα – για άλλη μια φορά- υπευθυνότητα. Μην στέκεσαι σε μερικούς που έχουν τον «ασυμμάζευτο». Μη δίνεις σημασία σ’ αυτούς τους τοξικούς ανθρώπους που είναι όλο μίρλα και στείρα άρνηση σε όλα. Αγνόησε όλους αυτούς που τα ξέρουν δήθεν όλα «από μέσα» και βλέπουν παντού συνωμοσίες... σιωνιστών, επιθέσεις του «Παγκόσμιου Κεφαλαίου» εναντίον των λαών και τσιπάκια που ετοιμάζονται να μας φορέσουν για να μας ελέγχουν- τι ακριβώς δεν κατάλαβα ποτέ.
Η συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου ξέρει πολύ καλά τι συμβαίνει. Άκουσε τους ειδικούς, σκέφτηκε λογικά, αποδέχτηκε τα μέτρα, πειθάρχησε και το έπραξε συνειδητά. Αν λ.χ. το φετινό Πάσχα, σε συντριπτικό βαθμό, μείναμε (και... ψήσαμε) σπίτι δεν το κάναμε γιατί μας φόβισαν τα μέτρα και οι απειλές προστίμου του Χαρδαλιά. Άλλωστε όλοι βλέπουμε – και ξέρουμε- ότι οι δυνατότητες ελέγχου της Αστυνομίας είναι πεπερασμένες. Πέραν δύο τριών οδικών αξόνων, τι να ελέγξουν; Ο καθένας μας σαν καλό... παλικάρι ήξερε «κι άλλο μονοπάτι» άπαξ κι αποφάσιζε να την κάνει για το χωριό του, για το εξοχικό του, για όπου θες. Από... «παραδρόμους» άλλο τίποτε. Όμως όχι. Κάτσαμε σπίτι. Γιατί έτσι έπρεπε. Γιατί ήταν το σωστό. Ο Τσιόδρας είχε δίκαιο, του το αναγνωρίσαμε.
Το φετινό Πάσχα ήταν άλλη μια νίκη της κοινωνίας μας που δείχνει σαφή και σταθερά σημάδια ωρίμανσης από την κρίση και μετά. Όλα αυτά που επί χρόνια συζητούσαμε ως Έλληνες για το τι πρέπει να γίνει σ’ αυτήν τη χώρα, παύουν να είναι συζητήσεις και ευχολόγια και σα να μπαίνουν σε μια σειρά.
Ζούμε άραγε μιαν νέα εποχή; Η αλήθεια είναι ότι ο λαϊκισμός, η δημαγωγία, το πελατειακό Κράτος όπως το ξέραμε ως σήμερα, υποχωρούν σταθερά. Η Ελλάδα – μέσα από την κρίση- απέκτησε ξανά σοβαρή ηγεσία. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αν και βγαλμένος από το θερμοκήπιο του πιο παρωχημένου παλαιοκομματισμού, είχε την ευφυΐα να δει πού πάει το πράμα και ποιες προσδοκίες έχει αναπτύξει πια η κοινωνία. Αυτή ακριβώς είναι η επιτυχία του. Ότι ταυτίστηκε με τις θετικές και αισιόδοξες δυνάμεις της χώρας μας και αποφάσισε να τις καθοδηγήσει σωστά. Είδαμε έτσι να βγαίνει στην επιφάνεια μια άλλη Ελλάδα. Η Ελλάδα του υπεύθυνου και σοβαρού Τσιόδρα. Η Ελλάδα του αυστηρού –παρά τον χλευασμό- Χαρδαλιά. Η Ελλάδα των εθελοντών που τρέχουν από δω κι από κει αφανώς να βοηθήσουν γριές κι αρρώστους. Η Ελλάδα των εφοπλιστών που θυμήθηκαν τους μεγάλους ευεργέτες αυτού του τόπου και έσπευσαν να συνδράμουν. Η Ελλάδα των γιατρών και των νοσηλευτών, η Ελλάδα όλων αυτών που δουλεύουν για να εξασφαλίζουν τη στοιχειώδη κοινωνική λειτουργία – από τους ντελιβεράδες μέχρι τις πωλήτριες των σούπερ μάρκετ- η γκάμα είναι μεγάλη.
Κάποιοι εξεπλάγησαν που είδαν την Αντιπολίτευση εξαφανισμένη. Δεν είναι έτσι. Τσίπρας και λοιποί κατάλαβαν, χάρη στο ισχυρό ένστικτο επιβίωσης που διαθέτουν, ότι τέτοιες σοβαρές περιστάσεις δεν σηκώνουν «ψευτομαγκιές». Και –ορθώς- εσιώπησαν. Για την ακρίβεια τους κάναμε εμείς να σιωπήσουν. Η «Ελλάδα του Τσιόδρα». Παναπεί η Ελλάδα της σοβαρότητας και του επαγγελματισμού κι όχι αυτή με τους ξερόλες και τους δημαγωγούς που άλλο από μεγάλα λόγια και συνθήματα τίποτε.
Το «ανορθόδοξο Πάσχα» πέρασε όμως. Στη συνείδηση του κόσμου η Κυριακή του Θωμά, που συμπίπτει με το τέλος του Απριλίου, είναι ένα ψυχολογικό όριο για λήξη των μέτρων. Η πίεση για επιστροφή στην κανονικότητα όλο και θα αυξάνεται. Και γιατί τα φράγκα τελειώνουν απ’ όλους και γιατί τα ψυχικά αποθέματα σώθηκαν αλλά και γιατί σ’ όλες τις ευρωπαϊκές χώρες σταδιακά τα μέτρα χαλαρώνουν γεγονός που – αυτομάτως- δημιουργεί πίεση και σε μας. Γιατί αυτοί κι όχι εμείς;
Επόμενος σταθμός η οικονομία. Η Ελλάδα χρειάζεται επειγόντως μια ανάταξη κυρίως του οικονομικού της μοντέλου. Τα οχτακοσάρια, τα επιδόματα ανεργίας και οι ψευτοεπιδοτήσεις δεν θα λύσουν κανένα πρόβλημα. Η Μέρκελ να ανοίξει το πουγκί, σαν δύσκολο. Η Ελλάδα χρειάζεται επειγόντως να ξαναγίνει μια παραγωγική χώρα με ευέλικτη οικονομία. Που θα πει, ευέλικτες πολιτικές. Ένα παράδειγμα: στην αρχή της πανδημίας η Ελλάδα ξέμεινε από αντισηπτικά. Ο λόγος; Ήταν εισαγόμενα είδη, οπότε η τρομερή διεθνής ζήτηση έφερε ελλείψεις. Μπορούσε να τα παράγει μόνη της η Ελλάδα; Ναι, αλλά τα εργοστάσια καλλυντικών της χώρας μας χρειάζονταν ενάμιση χρόνο για να λάβουν άδεια. Λόγω κρίσης, η Κυβέρνηση πέρασε ειδική τροπολογία, η άδεια δόθηκε αμέσως, η παραγωγή άρχισε τάχιστα και οι ελλείψεις καλύφθηκαν. Γιατί δεν μπορούσε να γίνει αυτό τα χρόνια της κανονικότητας; Γιατί δεν σαρώσαμε γραφειοκρατίες, συμφέροντα, όλα αυτά τα εμπόδια που κρατούν τη χώρα πίσω;
Η κρίση έδειξε έναν δρόμο. Η «Ελλάδα του Τσιόδρα» τον ακολούθησε. Η Ελλάδα της φυσιολογικής ζωής που ελπίζουμε πως θα ’ρθει χρειάζεται Τσιόδρες σε όλους τους τομείς. Για την ακρίβεια, έχει ανάγκη από μια «λογική Τσιόδρα». Ήδη ο πήχης μπήκε ψηλά και το στοίχημα μεγάλο...
ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΕΣΗΣ
alexiskalessis@yahoo.gr