Με αμέτρητη χαρά και συγκίνηση οι Μυροφόρες μετέφεραν στους Αποστόλους το χαρμόσυνο μήνυμα «ὃτι ἀνέστη ὁ Κύριος!», γινόμενες έτσι οι πρώτες ευαγγελίστριες της Αναστάσεως. Ωστόσο το άγγελμα της Αναστάσεως μεταδόθηκε και στους εχθρούς του Ιησού Χριστού, τους άρχοντες των Ιουδαίων και μάλιστα από τους στρατιώτες που φρουρούσαν τον Τάφο. Οι φρουροί «ἀπήγγειλαν τοῖς ἀρχιερεύσιν ἅπαντα τά γενόμενα»(Ματθ.κη΄11), ό,τι δηλαδή συνέβη κατά τη στιγμή της Αναστάσεως.
Αυτό το μήνυμα των φρουρών στρατιωτών αποκάλυψε καλύτερα τις διαθέσεις των εχθρών του Κυρίου. Προκειμένου να αποφύγουν τον διασυρμό τους ενώπιον του λαού, κατέφυγαν στο ψέμα. Χρημάτισαν τους φρουρούς, για να διαδώσουν ότι ενώ οι ίδιοι κοιμότανε, οι μαθητές του Χριστού έκλεψαν το σώμα Του. Μάταια όμως, γιατί ποιος σώφρων θα έδινε σημασία στα λόγια των φρουρών, αφού κοιμόταν την ώρα που συνέβησαν.
Αλλά οι δαιμονοκρατούμενοι εχθροί συνεχίζουν και σήμερα τον πόλεμο εναντίον του Κυρίου ακολουθώντας την ίδια μέθοδο: το ψέμα και την εξαγορά των συνειδήσεων. Αναποτελεσματικά όμως καθώς η θριαμβευτική νίκη του Κυρίου κατά του θανάτου αντηχεί αιώνια. Το «Χριστός Ανέστη» έγινε το τρόπαιο της αιματοβαμμένης πορείας της Εκκλησίας μας στην πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια ιστορία της. Από τη μαρτυρική εποχή των Κατακομβών μέχρι τη λαμπρή χιλιόχρονη Βυζαντινή Ιστορία και μέχρι τη σύγχρονη εποχή με την πολυποίκιλη πρόοδό της το «Χριστός Ανέστη» συνταράσσει τις καρδιές των Ορθοδόξων πιστών σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης.
Το «Χριστός Ανέστη» είναι το ασταμάτητο κήρυγμα της Εκκλησίας. Η Ανάσταση αποτελεί βιωματική εμπειρία της Ορθοδοξίας μας. Κάθε Κυριακή οι ύμνοι του Όρθρου είναι αναστάσιμοι. Και το κέντρο της Λατρείας μας και της ζωής μας είναι ο Νικητής του θανάτου, ο Αναστημένος Κύριός μας Ιησούς Χριστός, ο Οποίος μας προσφέρεται δια του Μυστηρίου της Θείας Κοινωνίας. «Ἱησοῡς Χριστός χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τοὺς αἰῶνας».(Εβρ.ιγ΄8).
Η βεβαιότητα της ολοκληρωτικής νίκης του Χριστού κατά του θανάτου, βεβαιότητα την οποία εκφράζει άριστα το «Χριστός Ανέστη», έδωσε και δίνει συνεχώς στους πιστούς δύναμη, ώστε να αγωνίζονται κατά της αμαρτίας. Νιώθουν μονίμως δίπλα τους τον Νικητή του θανάτου ως εγγυητή του Παραδείσου: «Φυλάξας τά σήμαντρα σῶα, Χριστέ, ἐξηγέρθης τοῡ τάφου, ὁ τάς κλεῖς τῆς παρθένου μή λυμηνάμενος ἐν τῶ τόκῳ σου, καί ἀνέωξας ἡμῖν Παραδείσου τάς πύλας» (Ωδή στ΄).
Η ίδια βεβαιότητα χαρίζει παρηγοριά σε αναρίθμητους θλιμμένους οι οποίοι ψάλλοντας το «Χριστός Ανέστη», αισθάνονται δίπλα τους παρηγορητή τον αναστάντα Κύριο. Και στις πικρότατες ώρες του θανάτου αγαπητών προσώπων το «Χριστός Ανέστη» τονώνει αναρίθμητες καρδιές, διότι πιστεύουν ότι ο Κύριος με την Ανάστασή Του εξουδετέρωσε τον Άδη και άνοιξε νέα ζωή πέρα του τάφου «θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, Ἅδου τήν καθαίρεσιν, ἄλλης βιοτῆς, τῆς αἰωνίου, ἀπαρχῆν» (Ωδή ζ΄).
Το ίδιο και στην Πατρίδα μας, κατά τα μαύρα χρόνια της Τουρκικής σκλαβιάς, το «Χριστός Ανέστη», ανατροφοδοτούσε την ελπίδα των προγόνων μας ότι κάποτε με τη βοήθεια του Θεού θα ερχόταν και η Ανάσταση του Γένους, όπως και έγινε!
Αλλά και σε καιρούς αποστασίας και πλεονάσματος της αμαρτίας, όπως είναι οι σημερινοί, πάλι το «Χριστός Ανέστη» αντηχεί παντού και η Ανάσταση του Κυρίου μαγνητίζει προς τον Άγιο Τριαδικό Θεό και προς την Ορθόδοξη Παράδοση. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που παίρνουν την οδό της μετανοίας και στροφής προς την Εκκλησία, όπως έγινε και στη Ρωσία κατά τη μαρτυρική της δοκιμασία την περίοδο των εβδομήντα χρονών αθεϊστικού καθεστώτος με την πλειάδα αγίων.
Με γλαφυρά λόγια περιγράφει τη χαρά της Αναστάσεως του Κυρίου μας ο Φώτης Κόντογλου και μακάρι να γίνει βίωμα για τον καθένα μας: «Τί χαρά ἀνεκλάλητη νοιώθει ὅποιος πιστεύει στήν Ἀνάσταση τοῡ Χριστοῡ! Ποιό πράγμα λυπηρό μπορεῖ πιά νά τόν πικράνη, ἀφοῡ ἔχει μέσα του τήν ἀθανασία! Καλότυχοι ὅσοι ἀπογευτήκανε ἀπ΄αυτή τήν πηγή τῆς ἀφθαρσίας, πού ἀναβρύζει κάποιο καινούργιο πιοτό, ὅπως λέγει ὁ ὑμνωδός Ἱωάννης ὁ Δαμασκηνός, «πόμα καινόν». Ἀληθινά καινούργιο πιοτό ἦπιε ὁ ἄνθρωπος ἀπό τόν Τάφο τοῡ Χριστοῡ, γιατί ποτές ἄλλη φορά δέν τὂπιε, ἀπό τότε πού διώχτηκε ἀπό τόν Παράδεισο, κι εἶχε πάρει τήν πικρή ἀπόφαση πώς εἶναι σάν τό χορτάρι πού ξεραίνεται καί γίνεται σκόνη. Ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα πού δέν πιστεύει στήν Ἀνάσταση τοῡ Χριστοῡ, εἶναι χωρίς ἐλπίδα, καί ξεγελιέται μέ ψεύτικες εὐτυχίες … Καλότυχοι, ξαναλέγω, καί τρισκαλότυχοι, ὅσοι πιστεύουνε στόν Χριστό, πού εἶναι ὁ Κύριος τῆς ἀθανασίας, αὐτός πού κατάργησε τόν θάνατο…». Αμήν!
Από τη Χρυσούλα Χρ. Μότσιου – Τσανά, δρ. Θεολογίας ΑΠΘ